Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης – Η θεραπεία του δαιμονισμένου των Γαδαρηνών.
Την εποχή του Χριστο, αγαπητοί μου, στη λίμνη της Τιβεριάδος ήταν χτισμένο ένα χωριό που το έλεγαν Γάδαρα. Στο χωριό αυτό ζούσε ήσυχα ένας νέος. Ενώ όμως ήταν η χαρά και το καμάρι των γονέων του, ξαφνικά ο άνθρωπος αυτός άλλαξε. Το μυαλό του θόλωσε, η γλώσσα του μπέρδεψε και άρχισε να βγάζη άσχημα λόγια. Οργιζόταν, θύμωνε, χτυπιόταν, έσχιζε τα ρούχα του και παρουσιαζόταν γυμνός, όπως τον γέννησε η μάνα του.
Έβγαινε έξω, έτρεχε δεξιά κι αριστερά. Τη νύχτα δεν κοιμόταν στο σπίτι αλλά στα νεκροταφεία, μέσα στα μνήματα. Πήγαιναν συγγενείς και φίλοι να τον πιάσουν, τον έδεναν με αλυσίδες, όχι με σχοινιά, κι αυτός είχε τέτοια πρωτοφανή δύναμι που έσπαζε τις αλυσίδες όπως σπάει κανείς τις κλωστές. Ήταν ο φόβος και ο τρόμος όλης της περιοχής· κανείς δεν τολμούσε να περάσει από το μέρος εκείνο.
Τι ήταν, τρελός; Μακάρι να ήταν τρελός.
Υπάρχει κάτι χειρότερο απ᾽ την τρέλα, κι ας μην το πιστεύουμε κι ας μη θέλουμε να το αντιληφθούμε. Ο νέος αυτός ήταν δαιμονισμένος, «είχε δαιμόνια» λέει το ευαγγέλιο (Λουκ. 8,27). Κάποια στιγμή άνοιξε την πόρτα της ψυχής του και δέχτηκε μέσα του το σατανά, τον διάβολο. Κι από την ώρα εκείνη έχασε πλέον τον έλεγχο, το κοντρόλ του εαυτού του· και κοντρόλ του ανθρώπου είναι το μυαλό. Το τιμόνι του δεν το είχε πλέον ο ίδιος, το είχε ο σατανάς, το πνεύμα το πονηρό. Από ᾽κείνη τη στιγμή έχασε την ταυτότητα και την προσωπικότητά του· ήταν ένα ρομπότ, το οποίο κινούσε ως ενεργούμενο ο σατανάς. Ότι έλεγε εκείνος, έπραττε αυτός· ήταν όργανο σατανικό.
–Μα, θα πείτε, έρχεσαι τώρα, στον αιώνα αυτό, και μας λες πως υπάρχουν δαίμονες και δαιμονισμένοι άνθρωποι; Τι παραμύθια είναι αυτά;
Έτσι ζητάτε να ναρκώσετε το λαό και τον βάζετε να πιστεύει σε τέτοια.
Το Ευαγγέλιο δεν λέει παραμύθια, κηρύττει την αλήθεια. Τέτοια έλεγε και ένας άπιστος αστροναύτης, που βγήκε λίγο έξω από τη γήινη ατμόσφαιρα κι όταν γύρισε είπε ότι δε συνάντησε πουθενά εκεί αγγέλους. Και το πήραν αυτό και το έγραψαν σε σχολικό βιβλίο, για να διδάσκονται τα παιδιά την αθεΐα. Σε κάποιο σχολείο λοιπόν ρωτούσε η δασκάλα·
–Ποιος είδε, παιδιά, αγγέλους; ο αστροναύτης μας πέταξε στο διάστημα και δεν είδε κανέναν άγγελο. Τότε ένας μικρός –φωτίζει ο Θεός αθώα πλάσματα– αποστόμωσε τη δασκάλα λέγοντας·
–Κυρία, πέταξε πολύ χαμηλά· αν πετάξει ψηλότερα, θα τους δη! Και τι ήταν πράγματι το άλμα εκείνο του αστροναύτη; Ούτε ένα μικρό βήμα δεν είχε κάνει, και βεβαίωνε ο αλαζών ότι δεν είδε αγγέλους.
Υπάρχει πνευματικός κόσμος αόρατος. Κι αν δεν τον βλέπουν τα φυσικά μας μάτια, μας βεβαιώνουν για αυτόν πολλές ενέργειές του ορατές και αισθητές. Και στον κόσμο αυτόν δεν ανήκουν μόνο οι άγγελοι· ανήκουν και οι δαίμονες. Και κυριαρχούν δυστυχώς στην ανθρωπότητα. Και είναι αναίσθητος όποιος δεν το νιώθει και τυφλός όποιος δεν το βλέπει.