Όταν ξεσπάσουν δεινά και συμφορές, όταν μας πλήξουν θεομηνίες διάφορες, ασθένειες, σεισμοί, πόλεμοι, τότε οι άνθρωποι καταφεύγουν στον Θεό· προσεύχονται, εξομολογούνται, τρέχουν στους ναούς, υπόσχονται να ζήσουν τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής των με μετάνοια και υποταγή στο θέλημα του Θεού.
Πόσοι όμως από αυτούς μετανοούν αληθινά και παραμένουν στη μετάνοια; Δυστυχώς λίγοι. Οι περισσότεροι, μόλις περάση ο κίνδυνος, λησμονούν και τον Θεό και τις υποσχέσεις των και ξαναγυρίζουν στην προηγούμενη ζωή τους.
Κι όσο ο κίνδυνος απομακρύνεται, τόσο κι αυτοί απομακρύνονται περισσότερο από τον Θεό. Αυτός δε είναι ο λόγος, για τον οποίο ο Θεός επανέρχεται κατά καιρούς με νέες πληγές και συμφορές.
Αλλά ίσως θα ρωτήσουν πολλοί:
Αφού τα αποτελέσματα των πληγών είναι τόσο πενιχρά και πρόσκαιρα, γιατί τις επιφέρει ο Θεός;
Πρώτον, γιατί δεν πρέπει να μείνη ατιμώρητη η αμαρτία και η αποστασία. Η ατιμωρησία αποθρασύνει τον αμαρτωλό και τον κάνει χειρότερο. Δεύτερον, γιατί το αποτέλεσμα των πληγών είναι μεγάλο και σπουδαίο, έστω κι αν φαίνεται σ᾿ εμάς φτωχό και ασήμαντο.
Αφού κάθε ψυχή αξίζει περισσότερο από «τον κόσμον όλον», αφού «χαρά γίνεται ενώπιον των αγγέλων του Θεού επί ενί αμαρτωλω μετανοούντι», καταλαβαίνουμε πόσο μεγάλη σημασία έχει η σωτηρία έστω και λίγων ψυχών. Κι αν λοιπόν λίγοι μόνο μετανοήσουν και σωθούν, οι πληγές του Θεού θα έχουν φέρει τον καρπό τους. Και οπωσδήποτε υπάρχουν πάντοτε οι μετανοούντες και σωζόμενοι.”
π. Κων. Παπαγιάννης. Ομιλίες στην Αποκάλυψη του Ιωάννου. Εκδόσεις Λυδία, ομιλία 41η