Ορθοδοξία

Λόγος στην Μεταμόρφωση του Σωτήρος

Η χάρη του Θεού δεν σταματά να χορηγεί ενίσχυση και βοήθεια στους αγωνιστές

Από τους αγρούς τέρψεις συγκομιδής και από τα αμπέλια τρύγος εδεσμάτων. Και από τις Γραφές διδαχή ζωοποιός.Ο αγρός μία φορά έχει την συγκομιδή και το αμπέλι μια φορά έχει τον τρύγο. Η Γραφή, όμως, πάντοτε αναβλύζει διδαχή ζωοποιό.Ο αγρός, όταν θεριστεί, μένει έρημος. Και το αμπέλι, όταν τρυγηθεί, ταπεινώνεται. Η Γραφή, όμως, αν και θερίζεται καθημερινά, τα στάχυα των ερμηνειών των λόγων της δεν εκλείπουν. Καθημερινά τρυγάται και τα σταφύλια της ελπίδας που κρύβει δεν δαπανώνται.

Άς πλησιάσουμε λοιπόν τον αγρό τούτο κι άς απολαύσουμε τα ζωοποιό του ρείθρα και άς θερίσουμε απ’ αυτόν στάχυα ζωής, τους λόγους του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ο Οποίος είπε: «βρίσκονται εδώ κάποιοι, οι οποίοι δεν θα γευθούν θάνατο, έως να δούν τον Υιό του Θεού ερχόμενο στην δόξα Του».

Και μετά από έξι ημέρες παρέλαβε τον Σίμωνα Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον αδελφό του Ιωάννη και τους ανέβασε σε πολύ ψηλό βουνό και μεταμορφώθηκε ενώπιόν τους. Και έλαμψε το πρόσωπό του όπως ο ήλιος, τα δε ρούχα του έγιναν λευκά σαν το φως.

Πράγματι, οι άνδρες για τους οποίους είπε ότι δεν θα γευθούν θάνατο, έως να δούν τον τύπο της ελεύσεώς Του, αυτοί οι τρείς απόστολοι είναι, τους οποίους πήρε κοντά Του και ανέβηκαν στο βουνό, όπου τους έδειξε πως πρόκειται να έλθει κατά την εσχάτη ημέρα στην δόξα της θεότητάς Του και με το σώμα της ανθρωπότητάς Του. Τους ανέβασε στο βουνό, για να τους δείξει Ποιος είναι και Ποίου Υιός. Διότι, όταν τους ρωτούσε «ποιός λένε οι άνθρωποι ότι είμαι εγώ, ο υιός του ανθρώπου;» εκείνοι αποκρίθηκαν: «άλλοι, πως είσαι ο Ηλίας άλλοι, ο Ιερεμίας η ένας από τους προφήτες». Γι’ αυτό και τους ανεβάζει στο βουνό και τους αποκαλύπτει, ότι δεν είναι ο Ηλίας, αλλά ο Θεός και Πλάστης του Ηλία.

Ούτε πάλι ο Ιερεμίας, αλλ’ αυτός που αγίασε τον Ιερεμία εκ κοιλίας. Ούτε ένας από τους προφήτες, αλλ’ ο Κύριος των προφητών, ο Οποίος και τους έστειλε. Αλλά και τούτο υποδηλώνει σ’ αυτούς, ότι Αυτός είναι ο ποιητής του ουρανού και της γής, και ο κύριος ζωντανών και νεκρών. Διότι διέταξε τον ουρανό, και ευθύς αμέσως κατέβασε τον Ηλία. Έκαμε νεύμα στην γη και τον Μωϋσή παρέστησε. Και σ’ αυτούς πάλι τους κορυφαίους των προφητών απέδειξε ότι Κύριος είναι των ζώντων, εφόσον τον Ηλία από τους ζωντανούς κατέβασε. Και ότι είναι Αυτός που εγείρει τους νεκρούς, εφόσον ήγειρε τον Μωϋσή εκ των νεκρών.

Η δε ανάβαση στο βουνό τους βεβαίωσε ότι είναι Υιός του Θεού. Τι κι αν έλεγε σ’ αυτούς ότι «εγώ είμαι Θεός εκ Θεού»; Δεν θα πείθονταν εύκολα, εξ αιτίας του σώματος, που είχε περιβληθεί, και διότι συναναστρεφόταν μαζί τους σαν όμοιός τους. Έβλεπαν την Μαριάμ, που Τον γέννησε, και τον Ιωσήφ, που Τον ανέθρεψε, και πως ο πατέρας Του είχε ένα κοινό όνομα. Παιδιά του Ιωσήφ ήσαν οι αδελφοί Του. Και όπως αυτοί πείνασε και έλαβε τροφή, και δίψασε και την δίψα έσβησε με νερό, και στον κόπο βρήκε παρηγοριά την ανάπαυση, και στην νύστα έδωσε ύπνο.

Και τον φόβο ακολούθησαν σταλαγμοί ιδρώτα. Έχοντας, λοιπόν, όλα τα δικά μας παρεκτός την αμαρτία, πως θα γινόταν πιστευτός, εάν έλεγε ότι «εγώ είμαι Θεός εκ Θεού;» Διότι αυτά δεν ήσαν αρμόδια στην θεϊκή φύση.

Γι’ αυτό λοιπόν στο βουνό τους ανεβάζει, ώστε να μιλήσει ο Πατήρ και να τους διδάξει, ότι είναι πραγματικά Υιός του. Υπέδειξε, όμως, και την βασιλεία Του πρίν από τον θάνατο. Και την δόξα Του πρίν από την ύβρη. Και την δύναμη Του πρίν από το πάθος. Και την τιμή Του πρίν από την ατίμωση. Ώστε, όταν δεθεί και σταυρωθεί από τους Ιουδαίους, να γνωρίσουν οι μαθητές Του, ότι δεν σταυρώνεται από αδυναμία αλλά κατά το αγαθό Του θέλημα, για να δωρήσει την χάρη, που θα σώσει όλο τον κόσμο.

Δείχνει και πρίν από την ανάσταση την δόξα Του, ώστε, όταν εγερθεί εκ νεκρών στην θεϊκή δόξα της φύσεώς Του, να γνωρίσουν ότι δεν έλαβε την δόξα ως μισθό για τον κόπο του, σαν να μην την είχε, αλλ’ ήταν η δόξα Του απ’ αρχής και προαιώνια κοντά και μαζί με τον Πατέρα Του — καθώς ο Ίδιος λέει: «Πάτερ, δόξασέ με με την δόξα, που είχα κοντά σου πρίν να υπάρξει ο κόσμος».

Αυτή, λοιπόν, την δόξα της θεότητάς Του, το άδηλο και κρυμμένο μέσα στην ανθρώπινη φύση Του, έδειξε στους αποστόλους κατά την ανάβαση στο όρος. Διότι έγινε το πρόσωπό Του όπως ο ήλιος και τα ρούχα Του λευκά σαν το φως. Δύο ήλιους έβλεπαν στο βουνό τα μάτια των μαθητών: ο ένας ήταν αυτός που φέρνει το φως της ημέρας, και ο άλλος ασυνήθης και φοβερός.Ο ένας φαινόταν και σ’ αυτούς και τον κόσμο όλο φώτιζε στο στερέωμα. Και ο άλλος σ’ αυτούς μόνους άστραφτε, ο οποίος ήταν του Ιησού το πρόσωπο.

Έγινε, λοιπόν, το πρόσωπό Του όπως ο ήλιος και τα ρούχα Του λευκά όπως το φως. Με αυτά έδειξε, ότι από όλο το σώμα Του εκχύθηκε η δόξα Του, και από όλη τη σάρκα Του έλλαμψε το φως Του, και από όλα τα μέλη Του εκπορεύονταν οι ακτίνες της θεότητάς Του. Διότι δεν έλλαμψε η σάρκα Του έξωθεν, όπως του Μωυσή, ο οποίος απέκτησε με επίκτητο φως ωραιότητα, αλλά από τον Ίδιο εκχύθηκε η δόξα Του και μέσα Του έμεινε. Από τον Ίδιο ανέτειλε το φως Του και μέσα Του ήταν συγκεντρωμένο. Ούτε σε άλλο μέρος πήγε αφήνοντάς Τον, ούτε ήλθε εκ του πλαγίου άλλο φως και τον κόσμησε, ούτε στολίσθηκε κατά χάριν με επίχριση ξένου φωτός, αλλά έχοντας φυσική στον εαυτό Του την λαμπρότητα, είχε αχώριστο και το φως όλης της θεότητας. Δικό Του ήταν και ούτε ολόκληρη την άβυσσο της δόξας Του τους φανέρωσε, εφόσον τα μάτια τους δεν είχαν τέτοια δυνατότητα. Αλλά τους έδειξε κατά το μέτρο της οπτικής τους δυνάμεως.

Και παρουσιάστηκαν σ’ αυτούς ο Μωυσής και ο Ηλίας να συνομιλούν μαζί Του. Τι έλεγαν σ’ Αυτόν; Απ’ όσο μπορώ να υποθέσω, ευχαριστία του απηύθυναν, διότι επαλήθευσε τους λόγους των προφητών με την παρουσία Του. Και προσκύνηση του απένειμαν υπέρ της σωτηρίας, που χάρισε στο ανθρώπινο γένος. Και το μυστήριο, το οποίο αυτοί ζωγράφησαν, αυτός ολοκλήρωσε με το έργο Του. Διότι αυτοί δεχόμενοι τις αρχές και αντανακλάσεις των πραγμάτων προφήτευαν με λόγους συγκαλυμμένους.Ο Σωτήρας, όμως, πιστοποίησε με έργα τους λόγους και τις εικόνες.

Χαρά κατέλαβε τους προφήτες και τους αποστόλους με την ανάβαση αυτή στο βουνό. Χάρηκαν οι προφήτες βλέποντας την ανθρώπινη φύση Του, την οποία επιθυμούσαν να δούν, και αγαλλίασαν οι απόστολοι ακούγοντας την φωνή του Πατέρα. Με αυτήν την πατρική φωνή πληροφορήθηκαν το μυστήριο της οικονομίας Του, το οποίο ήταν κρυφό γι’ αυτούς. Διότι δεν ήταν δυνατόν να μάθουν από άλλη πηγή για την ένανθρωπισή Του, παρά από τον Πατέρα, που Τον γέννησε χωρίς πάθος. Αλλά και η δόξα του σώματός Του, που φανερώθηκε, προσεπικύρωσε την πατρική φωνή. Και σφραγίστηκε η μαρτυρία των τριών με τον Μωϋσή και τον Ηλία, οι οποίοι κοντά στον Ιησού στάθηκαν ως δούλοι ενώπιον του Κυρίου τους.

Και οι μέν έβλεπαν τους δέ, οι προφήτες τους αποστόλους και οι απόστολοι τους προφήτες. Αυτοί που εξ ονόματος μόνο γνωρίζονταν, συναντήθηκαν τότε πρόσωπο με πρόσωπο. Έμαθαν επί πλέον σ’ αυτήν την φανέρωση του Ιησού, ότι Αυτός ο Ίδιος έθαψε τον Μωϋσή και με δικό Του κέλευσμα ο Θεσβΐτης αναλήφθηκε. Διότι κανείς δεν είδε το μνήμα του Μωϋσή, παρά μόνο αυτός που τον έθαψε. Ούτε κανείς γνώριζε καλύτερα που βρισκόταν ο Ηλίας, παρά μόνο Εκείνος που τον ανέβασε στον ουρανό επάνω σε άρμα. Και δεν θα μπορούσε κανείς να τους φέρει έτσι αυτομάτως, τον μέν από τους νεκρούς, τον δε από την αγγελική κατοικία, παρά μόνο ο Κύριος των όλων και εξουσιαστής του άδη και τ’ ουρανού.

Και συναντήθηκαν εκεί οι αρχηγοί της Παλαιάς και οι άρχοντες της Καινής. Είδε ο Μωϋσής ο άγιος τον Σίμωνα να έχει αγιασθεί, ο οικονόμος του Πατρός τον επίτροπο του Υιού. Ο μέν έσχισε την θάλασσα, για να πεζοπορήσει ανάμεσα στα κύματα, ο δε σηκώνει σκηνή για να οικοδομήσει την Εκκλησία, την οποία ούτε οι πυλώνες του άδη κατέβαλαν. Είδε ο παρθένος της παλαιάς τον παρθένο της νέας·ο Ηλίας τον Ιωάννη. Αυτός που ανέβηκε σε φλογερό άρμα, αυτόν που έγειρε στο στήθος της φλόγας. Και έγινε το όρος τύπος της Εκκλησίας. Και ένωσε ο Θεός σ’ αυτό τις δύο διαθήκες. Και έτσι τον δέχτηκε η Εκκλησία και μας γνώρισε ότι Αυτός είναι ο δοτήρας και των δύο. Η μία παρέλαβε τα μυστήρια Αυτού και η άλλη φανέρωσε την δόξα των έργων Του.

Είπε, λοιπόν, ο Σίμων: «Καλό είναι να μείνουμε εδώ». Ώ Σίμων, τι λές; Εάν μείνουμε εδώ, ποιος θα εκπληρώσει τους λόγους των προφητών και την διδαχή των κηρύκων ποιος θα επισφραγίσει; Και τα μυστήρια των οσίων και δικαίων ποιος θα τελειώσει; Εάν μείνουμε εδώ, το «τρύπησαν τα χέρια και τα πόδια μου» σε ποιόν θα πραγματοποιηθεί; Και το «διαμοίρασαν τα ιμάτιά μου μεταξύ τους και στον ιματισμό μου έβαλαν κλήρο» σε ποιόν θα ταιριάξει; Και το «έδωσαν χολή στο στόμα μου και στην δίψα μου με πότισαν ξίδι» σε ποιόν θα συμβεί; Και ποιος θα βεβαιώσει το «ελεύθερος ανάμεσα στους νεκρούς»;

Εάν μείνουμε εδώ, του Αδάμ το χειρόγραφο ποιος θα σχίσει και το χρέος του ποιος θα αποδώσει; Και ποιος θα αποκαταστήσει το ένδυμα της δόξας Του; Εάν μείνουμε εδώ, πως θα πραγματοποιηθεί το σχέδιό μου για σένα, πως θα οικοδομηθεί επάνω σου η Εκκλησία; Τα κλειδιά της βασιλείας των ουρανών που δέχθηκες, πως θα χρησιμεύσουν; Αλλά και ποιόν θα λύσεις η ποιόν θα δέσεις, Πέτρε; Εάν παραμείνουμε εδώ, όλα αυτά αναιρούνται.

Είπε πάλι ο Σίμων στον Ιησού: «Κύριε, καλό είναι να μείνουμε εδώ. Να στήσουμε, εάν θέλεις, τρείς σκηνές. Μία για σένα, μία για τον Μωϋσή και μία για τον Ηλία». Σίμων, δεν ξέρεις τι λές. Στάλθηκες στον κόσμο να οικοδομήσεις Εκκλησία και τώρα ετοιμάζεις να στήσεις σκηνές στο όρος; Είναι, λοιπόν, φανερό ότι ακόμη είχε ανθρώπινη αντίληψη για τον Ιησού. Γι’ αυτό και τον κατέτασσε μαζί με τον Μωϋσή και τον Ηλία.

Θέλοντας, λοιπόν, ο Κύριος να δείξει ότι δεν έχει καμμία ανάγκη χειροποίητης σκηνής, με νεφέλη φανέρωσε ότι Αυτός είναι που είχε ετοιμάσει στους πατέρες τους σκηνή νεφέλης σαράντα χρόνια στην έρημο. Διότι ενώ αυτοί ακόμη μιλούσαν, νεφέλη φωτός τους επισκίασε. Βλέπε, Σίμων, σκηνή έτοιμη, που εμποδίζει το καύμα, και ολόφωτη, δίχως σκιά μέσα της. Σκηνή εξαστράπτουσα και φωτίζουσα. Και μέσα στον θαυμασμό των μαθητών φωνή ακούστηκε από την νεφέλη να λέει: «Αυτός είναι ο υιός μου ο αγαπητός, στον οποίον ευαρεστούμαι, αυτόν να ακούτε». Και με την φωνή του Πατέρα ο Μωϋσής επέστρεψε στον τόπο του και ο Ηλίας γύρισε στην χώρα του. Και οι απόστολοι έπεσαν με το πρόσωπο στην γή. Και ο Ιησούς μόνος στεκόταν, διότι η φωνή εκείνη Αυτόν μόνο αφορούσε. Έφυγαν οι προφήτες και έπεσαν οι απόστολοι, καθώς δεν εκπληρωνόταν σ’ αυτούς το νόημα του λόγου. Διότι δεν ήταν κανείς απ’ αυτούς υιός ομοούσιος και συναΐδιος με τον Πατέρα, ούτε γι’ αυτούς ήταν το «αυτόν να ακούτε».

Με τον λόγο, λοιπόν, αυτόν δήλωσε ότι αφαιρέθηκε πλέον η οικονομία από τον Μωϋσή και τον Ηλία, και στον Υιό υπακούουν κατά πάντα. Μην πείτε, δηλαδή, ότι αυτά είπε ο Μωϋσής και αυτά ο Ηλίας. Διότι ως δούλοι υπηρέτησαν στο κέλευσμα και αυτό που τους υποδείχθηκε κήρυξαν. Αυτός είναι υιός και όχι ομογενής· κύριος και όχι δούλος· άρχοντας και όχι αρχόμενος· νομοθέτης και όχι νομοθετούμενος· ίσος κατά την θεία φύση και υιός αγαπητός.

Έτσι οι απόστολοι μυήθηκαν σ’ αυτό που ήταν γι’ αυτούς άδηλο. Εδώ ο Πατήρ φανέρωσε τον Υιό Του. Εδώ ο Ών αναγγέλλει το συναΐδιο γέννημά Του. Εξ αιτίας της φωνής αυτής έπεσαν οι απόστολοι με το πρόσωπο στην γή. Διότι ήταν βροντή φοβερή, που δονούσε και τάραζε την γη και αυτοί από τον φόβο έπεσαν χάμω. Έδειξε σ’ αυτούς το ισοδύναμο του Υιού με τον Πατέρα στην θεϊκή Του φύση. Διότι καθώς η φωνή του Πατέρα τους έριξε κάτω, έτσι και η φωνή του Υίού με την δύναμή Του τους ανασήκωσε. Εκεί η θεϊκή του δόξα και η ανθρώπινη σάρκα Του φαίνονταν σε ένα πρόσωπο. Διότι δεν έλαβε όπως ο Μωϋσής επίκτητη ωραιότητα, αλλ’ ως Θεός στην δόξα Του άστραψε. Του Μωϋσή το πρόσωπο εξωτερικά χρίσθηκε με λαμπρότητα, ενώ όλο το σώμα του Ιησού όπως ο ήλιος στις ακτίνες του άστραφτε και η δόξα της θεότητάς Του το σώμα της ανθρωπότητάς Του σκέπασε.

Γι’ αυτόν ανήγγειλε ο Πατήρ: «Αυτός είναι ο υιός μου ο αγαπητός». Δεν ήταν χωρισμένη η δόξα της θεότητάς Του από την ανθρωπότητά Του, αλλά για έναν ήταν η φωνή, αυτόν που φαινόταν σε σώμα ευτελές και δόξα φοβερή. Και η αγία Μαρία υιό τον αποκαλούσε, του οποίου το ανθρώπινο σώμα δεν ήταν χωρισμένο από την θεϊκή Του δόξα. Διότι είναι ένα πρόσωπο αυτός που φανερώθηκε στον κόσμο με το σώμα και την δόξα Του. Και η δόξα Του μήνυσε την εκ του Πατρός θεία φύση. Και το σώμα Του μήνυσε την εκ της Μαρίας ανθρώπινη φύση.

Ένας όμως είναι Υιός μονογενής εκ του Πατρός και εκ της Μαρίας. Άς παύσουν τα στόματα των αιρετικών. Διότι όποιος τον μερίζει, θα μερισθεί από την βασιλεία Του. Και όποιος τον συγχέει, θα αποκλεισθεί από την ζωή Του. Όποιος αρνείται ότι γέννησε Θεόν η Μαρία, άς μη δεί την δόξα της θεότητάς Του. Και όποιος αρνείται ότι φόρεσε σάρκα, στερημένος θα είναι της σωτηρίας και ζωής που προσφέρεται διά του σώματός Του. Διότι τα ίδια τα πράγματα διδάσκουν όσους έχουν διαύγεια. Οι θείες δυνάμεις Του κηρύσσουν ότι είναι Θεός αληθινός, και τα πάθη Του μαρτυρούν ότι είναι άνθρωπος αληθινός, και το σώμα που περιεβλήθη, ότι είναι από θυγατέρα ανθρώπου. Αλλά κι αν δεν το κατανοούν οι ασθενείς κατά την διάνοια, εμείς θα επιχειρήσουμε να εκθέσουμε την αλήθεια από τα άχραντα Ευαγγέλια, ώστε να προσφέρουμε στους φιλόθεους ακροατές μεγαλύτερη ωφέλεια, εξαπλώνοντας και διατρανώνοντας τον λόγο με επιχειρήματα αψευδή, και πιό λαμπρά θα πανηγυρίσουμε.

Έάν δεν ήταν σάρκα, για ποιόν λόγο εμφανίζεται η Μαρία στο προσκήνιο, και εάν δεν ήταν Θεός, ο Γαβριήλ ποιόν προσφωνούσε Κύριο; Εάν δεν ήταν σάρκα, ποιος τυλιγόταν στα σπάργανα, και εάν δεν ήταν Θεός, ποιόν διακονούσαν οι άγγελοι που κατέβηκαν; Εάν δεν ήταν σάρκα, ποιος ήταν ξαπλωμένος στην φάτνη, και εάν δεν ήταν Θεός, οι ποιμένες για ποιόν λόγο ύστερα από ουράνια μύηση τον προσκύνησαν;

Εάν δεν ήταν σάρκα, ποιος υποβλήθηκε σε περιτομή; Εάν δεν ήταν Θεός, για ποιόν οι μάγοι από την ανατολή πρόσφεραν δώρα; Εάν δεν ήταν σάρκα, ποιόν βάσταξε στην αγκαλιά του ο Συμεών, και εάν δεν ήταν Θεός, σε ποιόν έλεγε «τώρα άφησέ με να πεθάνω ειρηνικά»; Εάν δεν ήταν σάρκα, ποιόν πήρε ο Ιωσήφ και κατέφυγε στην Αίγυπτο; Εάν δεν ήταν Θεός, το «από την Αίγυπτο κάλεσα τον υιό μου» σε ποιόν εκπληρώθηκε; Εάν δεν ήταν σάρκα, ο Ιωάννης ποιόν βάπτισε, κι αν δεν ήταν Θεός, για ποιόν βεβαίωνε από τον ουρανό ο Πατέρας ότι είναι αγαπητός Του Υιός; Εάν δεν ήταν σάρκα, ποιος νήστεψε στην έρημο και πείνασε; Εάν δεν ήταν Θεός, ποιόν οι άγγελοι κατέβηκαν και διακονούσαν, αν δεν ήταν τέλειος και κατά τις δύο φύσεις;

Ποιος κλήθηκε στον γάμο της Κανά και μετέβαλε το νερό σε κρασί, εάν δεν ήταν Θεός και άνθρωπος; Εάν ήταν απλός άνθρωπος και όχι Θεός τέλειος, πως συνέτρωγε με τον Φαρισαίο Σίμωνα, πως τα πλημμελήματα της πόρνης συγχώρησε; Εάν δεν ήταν σάρκα, ποιος κάθησε στο πηγάδι μετά την οδοιπορία και ζητούσε νερό, κι αν δεν ήταν Θεός, ποιός, ενώ ζητούσε νερό από την Σαμαρείτιδα, εν τούτοις έδινε νερό και έλεγχε; Εάν δεν ήταν σάρκα, πως έφτυσε στην γή, κι αν δεν ήταν Θεός, πως έκανε τον εκ γενετής τυφλό με πηλό να αναβλέψει; Στο μνήμα του Λαζάρου ποιος δάκρυσε, και με ποίου το κέλευσμα εξήλθε, νεκρός τετραήμερος, εάν ο Χριστός δεν ήταν Θεός και άνθρωπος;

Εάν δεν ήταν σάρκα, πως κάθησε στο πουλάρι, κι αν δεν ήταν Θεός, οι όχλοι ποιόν δοξολογούσαν λέγοντας το ωσαννά; Και πως να διηγηθώ όσα οι παράνομοι Ιουδαίοι του έκαναν; Μιλώ για την προδοσία του μαθητού και όσα μετά την προδοσία έγιναν στο κριτήριο του Πιλάτου- τα ραπίσματα, τα φτυσίματα, τα χτυπήματα στο πρόσωπο και όσα τις ώρες μετά την προδοσία έπαθε για χάρη μας. Δεν τα υπέμεινε αυτά ως άνθρωπος; Τα δε του σταυρού ποιά γλώσσα να διηγηθεί; Εάν δεν ήταν σάρκα, τότε ποιά χέρια και πόδια καρφώθηκαν, κι αν δεν ήταν Θεός, το καταπέτασμα του ναού πως σχίστηκε, οι πέτρες πως ράγισαν, τα μνημεία πως ανοίχτηκαν, οι νεκροί πως ανασταίνονταν;

Εάν δεν ήταν σάρκα, ποιος κρεμάστηκε με ληστές στον σταυρό; Κι αν δεν ήταν Θεός, πως έλεγε στον ληστή «σήμερα θα είσαι μαζί μου στον παράδεισο»; Εάν δεν ήταν σάρκα, ποιόν άλειψαν με σμύρνα και έθαψαν ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος; Κι αν δεν ήταν Θεός, ποιος αναστήθηκε την τρίτη ήμερα; Ποιόν οι απόστολοι στο υπερώο είδαν και ψηλάφησαν, εάν δεν ήταν σάρκα, και πως εισήλθε κεκλεισμένων των θυρών, εάν δεν ήταν Θεός; Εάν δεν ήταν σάρκα, ποιος έφαγε στην λίμνη της Τιβεριάδος, κι αν δεν ήταν Θεός, πως με κέλευσμα γέμισε το δίχτυ; Εάν δεν ήταν σάρκα, οι απόστολοι και οι άγγελοι ποιόν είδαν, όταν αναλήφθηκε, κι αν δεν ήταν Θεός, ο ουρανός και η γη ποιόν προσκύνησαν;

Εάν δεν ήταν σάρκα, ψεύτικη ήταν η σωτηρία μας, που θεμέλιο είχε το ότι ο Θεός γεννήθηκε άνθρωπος από γυναίκα, την άχραντη και αειπάρθενο Μαρία. Αυτός είναι ο μονογενής Υίος του Θεού και Λόγος, ο ερχόμενος στον κόσμο. Τον ίδιον ομολογώ Θεό τέλειο και τέλειο άνθρωπο· με δύο φύσεις ενωμένες σε μία υπόσταση, που γνωρίζεται δίχως διαίρεση και δίχως σύγχιση των φύσεων. Αυτός θεώρησε άξιο να σαρκωθεί, δίχως τροπή της θείας Του φύσεως, από την Θεοτόκο Παρθένο, η οποία είχε προκαθαρθεί κατά την ψυχή και το σώμα με την ενέργεια

τού Αγίου Πνεύματος.

Χρημάτισε άνθρωπος μετά από πρόσληψη σώματος, και γενόμενος αυτό που δεν ήταν, και μένοντας αυτό που ήταν, τέλειος και στα δύο, ήταν επίγειος και ουράνιος· πρόσκαιρος και αθάνατος· άναρχος και υποκείμενος στον χρόνο· παθητός και απαθής· Θεός και άνθρωπος, ένας συγκείμενος από δύο τέλειες φύσεις και γνωριζόμενος ως μία από τρείς υποστάσεις, οι οποίες είναι μία ουσία, μία δύναμη, μία θεότητα.

Έτσι, φώναξε ο Πατέρας από τους ουρανούς: «αυτός είναι ο υιός μου ο αγαπητός, στον οποίον ευδόκησα, αυτόν να ακούτε». Την φωνή αυτή σαν άκουσαν οι μαθητές, έπεσαν με το πρόσωπο στην γή. Και λέει προς αυτούς Αυτός που έλαβε την μαρτυρία του Πατέρα: «Σηκωθείτε και μη φοβάσθε». Τους παρήγγειλε δε το εξής: «Μη πείτε σε κανένα το όραμα, έως ότου ο υιός του ανθρώπου αναστηθεί από τους νεκρούς.

Σ’ Αυτόν αρμόζει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση, μαζί με τον άναρχο Πατέρα Του και το Πανάγιο και ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντα και στους ατελεύτητους αιώνες. Αμήν!