Από το Γεροντικό – Είπε Γέρων – Σεις δεν έχετε φθάσει ακόμη στα δικά τους μέτρα
Δυο από τους πατέρες παρακάλεσαν τον Θεό να τους πληροφόρηση σε τί μέτρα πνευματικής προκοπής έφθασαν. Και τους ήλθε φωνή οπού έλεγε :
« Σ’ αυτό το κεφαλοχώρι της Αίγυπτου είναι κάποιος λαϊκός, Ευχάριστο τον λένε, και η γυναίκα του ονομάζεται Μαρία.
Σεις δεν έχετε φθάσει ακόμη στα δικά τους μέτρα ».
Σηκώθηκαν λοιπόν οι δυο γέροντες και πήγαν σ’ εκείνο το κεφαλοχώρι. Και ρωτώντας, βρήκαν το καλύβι του και τη γυναίκα του και της λέγουν : « Πού είναι ο άνδρας σου ; ».
Και αυτή τους αποκρίθηκε :
« Τσοπάνης είναι και βόσκει τα πρόβατα». Και τους έμπασε στο σπιτάκι του. Και όταν έπεσε το βράδι, ήλθε ο Ευχάριστος με τα πρόβατα. Βλέποντας δε τους γέροντες, τους έστρωσε τραπέζι και έφερε νερό να τους πλύνη τα πόδια.
Και του λέγουν οι γέροντες : « Δεν θα φάμε τίποτε αν δεν μάς φανέρωσης το έργο σου ». Ο δε Ευχάριστος, με ταπεινοφροσύνη, είπε : «Εγώ είμαι τσοπάνης και αυτή είναι η γυναίκα μου ».
Αλλά οι γέροντες επέμεναν να τον παρακαλούν και εκείνος δεν ήθελε να τους πη. Και του λέγουν : « Ο Θεός μάς έστειλε σ’ εσένα ». Μόλις λοιπόν άκουσε αυτά τα λόγια, φοβήθηκε και τους είπε :
« Να, αυτά τα πρόβατα τα έχουμε από τους γονείς μας. Και ό,τι μάς αξιώση ο Κύριος να βγάλουμε απ’ αυτά, το χωρίζουμε σε τρία μέρη. Το ένα μέρος είναι για τους φτωχούς.
Το άλλο, για τη φιλοξενία. Και το τρίτο, για τις ανάγκες μας. Και από τότε όπου πήρα τη γυναίκα μου, δεν μιάνθηκα ούτε εγώ ούτε του λόγου της, αλλά είναι ανέγγιχτη. Και ο καθένας μας κοιμάται χωριστά, τη δε νύχτα φοράμε σάκκους και τη μέρα τα ρούχα μας. Έως τώρα κανείς από τους ανθρώπους δεν τα έμαθε αυτά ».
Και ακούοντάς τον, θαύμασαν και έφυγαν δοξάζοντας τον Θεό.
Είπε Γέρων, Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996 σελ. 76-79