Ο Γέροντας αποστρεφόταν τις φωτογραφίες και τα μαγνητόφωνα, όχι βέβαια, σαν επιτεύγματα τής τεχνολογίας, αλλά σαν μέσα, που απειλούσαν να τον μεταβάλουν σε δημόσιο θέαμα και ακρόαμα.
Σε μια επίσκεψή μου, τού είπα:
— Γέροντα, ένα πνευματικοπαίδι σας μου χάρισε μια φωτογραφία δική σας. Εκείνος αμέσως αντέδρασε: — Μη, μωρέ, φωτογραφίες, δεν είναι καλό να κυκλοφορούν. Κάποτε έκανα μια βάπτιση και, χωρίς να με ρωτήσουνε, τραβήξανε φωτογραφίες, όπου φαίνομαι εγώ με τα άμφια μου και δίπλα μου γυναίκες, με γυμνά χέρια.
Τι πράγματα είναι αυτά; Δεν είναι σωστά αυτά. Τον διαβεβαίωσα, ότι η φωτογραφία που έχω είναι καλή, διότι τον δείχνει να βαδίζει στον δρόμο, και ότι θα την κρατήσω μέσα στο σπίτι για τον εαυτό μου. Ο Γέροντας δεν μίλησε. Θεώρησα την σιωπή του σιωπηρή συγκατάθεση. Κάποια άλλη φορά συζητούσαμε για το μαγνητόφωνό του, από το οποίο άκουγε, πότε-πότε, βυζαντινή μουσική και είχε χαλάσει και γι᾿ αυτό χρειάσθηκε να το πάω στην αντιπροσωπεία για επισκευή.
Μου έλεγε:
— Καλό είναι το μαγνητόφωνο, όταν ακούμε απ᾿ αυτό καλά πράγματα. Μία μέρα μου τηλεφώνησε μια κυρία και με ρωτούσε για προβλήματά της κι᾿ εγώ τής απαντούσα. Και, χωρίς να μου πει τίποτε, έγραψε την συνομιλία στο μαγνητόφωνό της, αντιγράψανε την κασέτα κι᾿ άλλες κυρίες στην γειτονιά της και τώρα την ακούνε και κουτσομπολεύουν.
Βρε τι πάθαμε… Ήταν κάτι απροσδόκητο, που στενοχώρησε πολύ τον Γέροντα. Φαίνεται, πως ο Θεός δεν επέτρεψε, για λόγους που Εκείνος γνωρίζει, να το «δει» εγκαίρως ο Γέροντας και να το προλάβει. Βέβαια, ο εμφανής λόγος τής δυσαρέσκειας τού Γέροντα, στις δύο περιπτώσεις, που ανέφερε, ήταν η αποφυγή σκανδαλισμού.
Υπήρχε όμως και ο αφανής, γενικότερος λόγος, τής ταπεινοφροσύνης του. Ο Γέροντας, σαν γνήσιος ορθόδοξος αναχωρητής, έστω ζώντας μέσα στον κόσμο, αγαπούσε πάντα το «λάθε βιώσας» και καθ’ όλη την διάρκεια τού βίου του τον ενοχλούσε πολύ η προβολή και η διαφήμισή του, με οποιοδήποτε οπτικοακουστικό ή άλλο μέσο…
Από το βιβλίο “Κοντά στον Γέροντα Πορφύριο”
[the_ad id=”108846″]