Που, πότε και από ποιον δημιουργήθηκε η πρώτη Χριστιανική Εκκλησία στην Ελλάδα και ποια ήταν η αντίδραση του σατανά;
Ο Απόστολος Παύλος και οι συνεργάτες του με πλοίο έφτασαν στο νησί Σαμοθράκη και από κει την επομένη στη Νεάπολη, τη σημερινή Καβάλα. Προτίμησαν όμως για μεγαλύτερη επιτυχία στο έργο τους να πάνε στους Φιλίππους, την πιο σπουδαία πόλη από τις ρωμαϊκές αποικίες της Μακεδονίας.
Στους Φιλίππους οι Ιουδαίοι δεν είχαν συναγωγή. Προσεύχονταν όμως έξω από την πόλη κοντά σ’ ένα ποταμάκι, το Γαγγίτη. Εκεί κήρυξαν οι Απόστολοι το λόγο του Θεού σε μερικές γυναίκες. Μ’ αυτές πού πίστεψαν και βαπτίστηκαν, ίδρυσαν την πρώτη Χριστιανική Εκκλησία στην Ελλάδα αλλά και σ’ ολόκληρη την Ευρώπη. Ανάμεσα τους μάλιστα ξεχώριζε για τις αρετές της μια πλούσια γυναίκα, η Λυδία, πού ήταν έμπορος κόκκινων υφασμάτων. Η Λυδία η οποία αναγνωρίστηκε ως Αγία από την Εκκλησία μας, ήταν η πρώτη που βαπτίστηκε και είναι η πρώτη Ευρωπαία χριστιανή. Αυτή μάλιστα από ευγνωμοσύνη ανέλαβε τη φιλοξενία των Αποστόλων.
Στους Φιλίππους ο Σατανάς είχε παρασύρει τα αφεντικά μιας δαιμονισμένης νέας. Αυτοί πλούτιζαν με τις μαντείες, που έλεγε με το στόμα της το πονηρό πνεύμα. Μια μέρα λοιπόν συνάντησε η δαιμονισμένη τον Παύλο και το Σίλα και φώναξε μ’ αυτή το πονηρό πνεύμα: «Τούτοι οι άνθρωποι είναι δούλοι του Ύψιστου Θεού και ήρθαν εδώ, να μας διδάξουν το δρόμο της σωτηρίας».
Αυτό αποτελούσε μια πονηριά του Σατανά, που ήθελε ν’ αποκτήσει την εμπιστοσύνη, όσων θαύμαζαν τον Παύλο. Έτσι θα τους παρέσυρε κατόπιν στη μαντεία και την ειδωλολατρία.
Αλλά ο Παύλος κατάλαβε τη δολιότητα. Με τη δύναμη του Θεού έδιωξε από αυτή το πονηρό πνεύμα και τη θεράπευσε τελείως.
Τα αφεντικά της νεαρής υπηρέτριας εξαγριώθηκαν με το θαύμα, επειδή έχασαν μια πηγή πλουτισμού. Δεν άργησαν μάλιστα να συκοφαντήσουν τους Αποστόλους ότι τάχα αναστάτωναν την πόλη και ότι διδάσκουν ξένα θρησκευτικά έθιμα. Οι διοικητές της πόλεως, από επιπολαιότητα δέχτηκαν τις κατηγορίες. Έπιασαν τους Αποστόλους, τους χτύπησαν με αγριότητα και τους φυλάκισαν με αυστηρά δεσμά.
Ο Παύλος και ο Σίλας σαν να μην τους συνέβαινε τίποτε, υμνολογούσαν το Θεό! Και να το αποτέλεσμα. Ο παντοδύναμος Θεός τους απάντησε. Κατά τα μεσάνυχτα δυνατός σεισμός άνοιξε τις πόρτες της φυλακής και ελευθέρωσε τους φυλακισμένους Αποστόλους. Σαν ξύπνησε ο δεσμοφύλακας και είδε τη φυλακή ανοιχτή, νόμισε έντρομος πώς έφυγαν οι κρατούμενοι. Την άλλη μέρα ασφαλώς αυτόν θα θεωρούσαν υπεύθυνο. Γι’ αυτό τράβηξε το μαχαίρι ν’ αυτοκτονήσει.
Ο Παύλος τον πρόλαβε και του είπε: «Μην κάνεις κανένα κακό στον εαυτό σου, όλοι είμαστε εδώ». Η έκπληξη του δεσμοφύλακα ήταν απερίγραπτη, όταν το διαπίστωσε. Αφού άκουσε από τους Αποστόλους τον Ευαγγελικό λόγο πίστεψε και βαπτίστηκε μαζί με ολόκληρη την οικογένειά του. Μάλιστα φιλοξένησε με χαρά τους Αποστόλους.
Ο σεισμός όμως έφερε κι άλλα αποτελέσματα. Την άλλη μέρα οι διοικητές της πόλεως φοβισμένοι αποφυλάκισαν τους Αποστόλους. Μα πιο πολύ φοβήθηκαν, μόλις άκουσαν από τους Αποστόλους ότι ήταν Ρωμαίοι πολίτες. Ντροπιασμένοι τους ζήτησαν μάλιστα να τους συγχωρέσουν και τους παρακάλεσαν να φύγουν από την πόλη
Οι Απόστολοι ελεύθεροι πια συνάντησαν τους συνεργάτες τους και τους πιστούς στο σπίτι της Λυδίας. Ο Παύλος τους διηγήθηκε όσα είχαν γίνει και ενίσχυσε έτσι την πίστη τους στο Θεό. Μετά από λίγες ημέρες ο Παύλος, ο Σίλας και ο Τιμόθεος έφυγαν για τη Θεσσαλονίκη. Ο Λουκάς έμεινε στους Φιλίππους, για να ενισχύει την εκεί νεαρή Εκκλησία.
[the_ad id=”108846″]