Ορθοδοξία

Γιατί αφήνεις την πίστη σου να βουλιάζει;

Η Κρίση του Θεού για τον γιο που σκότωσε τον πατέρα του

Δύο μεγάλα θαύματα ἔκανε ὁ Χριστός, γιά νά μᾶς τονίσει τό ἴδιο πράγμα. Δώδεκα χρόνια ἄρρωστη μία γυναίκα, ἔγινε καλά. Σωματικά καί ψυχικά. Δώδεκα χρονῶν τό μικρό παιδί πού πέθανε καί τό ἀνάστησε ὁ Χριστός.

Τίποτε δέν εἶναι δύσκολο καί ἀδύνατον γι’ αὐτόν. Τό ἐρώτημα εἶναι: Ἐσύ ἀδελφέ, καλλιεργεῖς τόν ἑαυτό σου νά πιστεύεις στόν Χριστό; Καλλιεργεῖς τόν ἑαυτό σου νά ἔχεις ἀπέραντη ἐμπιστοσύνη στόν Χριστό; Βαθειά πίστη στόν Χριστό;

Εἶπε ὁ Χριστός στήν αἱμορροοῦσα:

-Ἡ πίστη σου σέσωκέ σε. Μπράβο γιά τήν πίστη σου. Κράτα την ἔτσι καί προχώρα.

Πῶς θά προχωρήσουμε ἐμεῖς;

Ἐγώ δέν ἔχω τόση πίστη, θά πεῖ ὁ καθένας μας. Τί νά κάνουμε; Ἄς θυμηθοῦμε ἕνα ἄλλο θαῦμα. Ὁ Χριστός περπατᾶ πάνω στά κύματα, μία μέρα πού εἶχε φουρτούνα. Μέσα στό καραβάκι, ἦταν οἱ ἀπόστολοι. Τόν βλέπουν. Βλέπει ὁ Πέτρος τόν Χριστό νά περπατάει στά κύματα καί τοῦ λέει:

-Κύριε, σύ εἶσαι; Πές νά κατεβῶ καί ἐγώ καί νά περπατήσω πάνω στά κύματα. Μέ τήν δική σου δύναμη καί μέ τό δικό σου θέλημα.

Τοῦ εἶπε ὁ Χριστός:

-Κατέβα παιδί μου καί περπᾶτα.

Κατέβηκε ὁ Πέτρος καί περπατοῦσε πάνω στά κύματα. Ἀλλά μιά στιγμή εἶδε ὅτι τά κύματα ἦταν πιό μεγάλα ἀπό ὅτι τά ὑπολόγιζε καί φοβήθηκε. Ξέχασε πόσο μεγάλος ἦταν ὁ Χριστός καί ἔβαλε στό νοῦ του πόσο μεγάλα ἦταν τά κύματα. Καί κείνη τήν στιγμή ἄρχισε νά βουλιάζει. Ἅπλωσε τό χέρι του ὁ Πανάγαθος Κύριος τόν ἔπιασε καί τοῦ εἶπε:

-Γιατί δίστασες ὀλιγόπιστε; Γιατί ἄφησες τήν πίστη σου νά πάει πρός τά κάτω; Νά βουλιάξει;

Ἡ πίστη του βούλιαξε ἐκείνη τήν στιγμή, ὄχι ὁ ἴδιος. Ἐκεῖνον τόν ἔπιασε ὁ Χριστός. Ἡ πίστη του βούλιαξε. Γιατί ἀφήνεις τήν πίστη σου νά βουλιάζει; Κράτα τήν πίστη σου γερά. Καί ἀνέβαζέ την λίγο παραπάνω. Κάνε την λίγο πιό δυνατή. Πῶς τήν κάνουμε τήν πίστη μας πιό δυνατή; Νά ποῦμε τόν ἁπλούστερο τρόπο;

Νά πῶ τήν Κυριακή τό πρωί: «Κυριακή σήμερα. Πάω στήν Ἐκκλησία. Μά εἶμαι κουρασμένος. Θά μέ ξεκουράσει ὁ Θεός. Θά μέ ξεκουράσει ὁ Χριστός μέ τήν δύναμή του». Τό λέμε;

Δεύτερον: «Εἶναι Παρασκευή σήμερα. Καί εἶμαι πεινασμένος καί διψασμένος. Ἔ, δέν χάθηκε ὁ κόσμος. Θά φάω λίγο ἀρτύσιμο φαγητό».

Γιατί δέν λές καλύτερα, ὅτι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι πιό δυνατό, καί θά σέ κρατήσει πιό γερά ἀπ’ ὅτι πέντε θερμίδες ἀπό ἕνα κοματάκι τυρί; Καί ἀπό κανά μεζεδάκι καί ἀπό λίγο λαδάκι καί ἀπό ὁτιδήποτε ἄλλο; Κάνε μιά τέτοια κουβέντα στόν ἑαυτό σου.

Τρίτον: Ἦλθε ἡ ὥρα γιά προσευχή καί σύ λές: «Νά ἀρχίσω τώρα προσευχή; Κουρασμένος εἶμαι. Ἄς κάνω στά γρήγορα ἕνα Σταυρό καί ξέμπλεξα».

Ψιλικατζῆς ἔγινες! Τόσο δειλός εἶσαι καί φοβᾶσαι; Κάνε ἕνα προσκύνημα στό Θεό τῆς δόξης. Βάλε τό κεφάλι σου λιγάκι κάτω στή γῆ καί παρακάλεσέ τον: «Ἔλα Χριστέ μου, ἀδύναμος εἶμαι, ταπεινός εἶμαι, μικρός εἶμαι. Τό ξέρω ἐγώ πόσο μικρός εἶμαι. Προσπαθῶ νά καταλάβω πόσο μεγάλος εἶσαι σύ. Βοήθα με. Κράτα με. Φώτισέ με. Δυνάμωσέ με Θεέ μου».

Πῶς θά τόν παρακαλέσεις ἄν δέν κουραστεῖς λίγο; Καί πῶς θά ρθεῖ κοντά σου, ἄν δέν τόν παρακαλέσεις, μέ θέρμη, μέ καρδιά, δείχνοντάς του ὅτι τόν ἔχεις Πατέρα, θησαυρό.

Ἄς παρακολουθήσουμε αὐτά τά μηνύματα καί τά νοήματα πού μέσα ἀπό τό ἅγιο Εὐαγγέλιό του, μᾶς δίδει ὁ Κύριος γιά τήν σωτηρία μας. Ἀμήν.-

Κυριακή Ζ΄ Λουκά – Μακαριστοῦ Μητροπολίτου Νικοπόλεως κυροῦ Μελετίου