Ορθοδοξία Ορθοδοξία Blog

Ο Όσιος Φαντίνος και οι δαίμονες με την μορφή των γονέων του

Αυτός ο περίφημος και ένδοξος ενώπιον του Θεού Φαντίνος, αφού συμπλήρωσε είκοσι χρόνια στην υπακοή και δι᾿ αυτής καθοδηγήθηκε στην απόκτηση της πνευματικής διακρίσεως και στο να παρατηρή τις έννοιες των πραγμάτων απαθώς και τα θεία οράματα με σιγουριά, και στο πως πρέπει πάντοτε να διευθύνει την κατάσταση της προσευχής και πως να προσεύχεται, ακολουθεί την ερημιτική και ησυχαστική ζωή.

Και βέβαια αφού είπε στον κόσμο και στα του κόσμου έχε γειά, χωρίς να καθυστερήσει, αφού πήρε το μοναδικό τριμμένο ζωστικό και τον μανδύα, τα οποία και φόρεσε, εξέρχεται της Μονής και ανεχώρησε στα όρη της Λυκαονίας που τότε ήσαν απηλλαγμένα από κάθε ενόχληση και ανθρώπινη διαμονή.

Μόλις έφθασε και βρήκε έναν τόπο, που ταίριαζε λίαν επαρκώς προς τον υψηλό στόχο που ποθούσε, ευχαρίστησε τον Θεό ο οποίος του έβαλε αυτήν την σκέψη και είπε:

Κύριε, σε δοξάζω και σε υμνώ, διότι με χόρτασες με το θείο ποτό της κατανύξεως και έτσι κατάλαβα αληθινά την ματαιότητα του κόσμου τούτου. Και τώρα, εύσπλαγχνε, ενίσχυσέ με να φθάσω στο τέρμα αυτού του δρόμου, αφού αγωνισθώ μέχρι θανάτου. Διότι θέλεις, το γνωρίζω, θέλεις να σωθή κάθε άνθρωπος και να απολαύσει την δική σου βασιλεία. Μην με αρπάση, λοιπόν, ο ψυχοφθόρος λέων, ούτε να με πετάξει έξω από τον σκοπό μου, αλλά δέξου την αθλία προσευχή από τα ακάθαρτα χείλη μου και σπλαγχνίσου τους ρύακες των οφθαλμών μου. Διότι για σένα, τον μόνον αξιέραστο και αιώνιο, θεώρησα ως μηδαμινά όλα τα του κόσμου και τα εγκατέλειψα και όπως βλέπεις, γυμνός και άστεγος έχω μείνει, για να μην στερηθώ τον δικό σου ακόρεστο πόθο.

Οι μεθοδείες του διαβόλου.
Έτσι προσευχήθηκε με δάκρυα όντας γεμάτος από ανεκλάλητη αγαλλίαση από την θέα του τόπου. Ο διάβολος όμως, ο οποίος πάντοτε φθονεί πάρα πολύ τους πιστούς, επειδή γνώριζε ότι τα εγχειρήματα του Φαντίνου είναι ανώτερα από τις μεθοδείες του, αφού άπλωσε όλα τα παλαμάρια του φθόνου και του δόλου, πάλευε να τον τραβήξει μέσα στα δίκτυα του. Και άλλοτε μεν αργά τις νύκτες προσπαθούσε να τον εκφοβίση με κτύπους, άλλοτε πάλι μετακινούσε πελώρια φίδια και εξερεθίζοντας την ενέργεια του καθενός ανάλογα με την φύση του, τα έκανε να τρίζουν σιγανά τα δόντια. Αυτός όμως προβάλλοντας σαν ασπίδα το σημείο του Σταυρού καθιστούσε ανωφελή τα τεχνάσματα του πλάνου.

Άλλοτε πάλι, όπως ακριβώς οι κατεχόμενοι από μανία, ανέκραξαν οι διάβολοι δυνατά:

Ω, τι βία από σένα, Φαντίνε! Νομίζεις ότι νικάς εμάς, που σε νικήσαμε παντελώς, καθώς είμαστε αναρίθμητοι; Όχι. Πήγαινε, πήγαινε όπου θέλεις. Όταν, λοιπόν, πάλι βρέθηκαν, ύστερα από αυτά, σε μεγάλη αμηχανία, μια φορά που ο Όσιος κοιμόταν κάτω από το κοίλωμα μιάς πέτρας που ήτανε πάρα πολύ μεγάλη, θρηνώντας δυνατά προσπάθησαν να την σπρώξουν στην κατηφοριά και με αυτήν να τον πάρουν ως λάφυρο, όπως νόμιζαν. Η θεία χάρη όμως την έρριξε πολύ μακριά και έτσι διέσωσε τον μέγα από το κακούργο σχέδιο.

Οι δαίμονες με την μορφή των γονέων του.
Άλλοτε πάλι, αφού πήραν την μορφή και το παράστημα του πατέρα και της μητέρας αυτού, έκλαιγαν δυνατά με θρήνους, λέγοντας τα εξής:

Ω γλυκύτατο παιδί μας, τώρα όμως εγκαταλελειμμένο, έως πότε δεν θα λυπάσαι τον εαυτό σου, τρόφιμε των βουνών; Άραγε, μήπως νομίζεις ότι σ᾿ αυτήν την έρημο θα προσελκύσεις τον Θεό, όπως και άλλοι επάνω τους, έτσι και συ όντας αρχάριος; Πρόσεχε τέκνον μου, μήπως έτσι φρονώντας γίνεις εύκολη λεία των θηρίων η βγης από τα μυαλά σου, η αποσπάσης από τον Θεό αναπόφευκτα αντί για τις αμοιβές που ήλπισες μάλλον την αιώνιαν κόλαση, για την υπερηφάνεια της ανόητης γνώμης σου. Άφησε, λοιπόν, την έρημο αυτή, επειδή είναι ανώφελη, και πήγαινε πάλι εκεί από όπου δραπέτευσες. Παράτησέ την στους άγριους δαίμονες και στα ανήμερα θηρία στα οποία και αρμόζει να την κατοικούν.

Αλλά αυτός, επειδή κατάλαβε ότι αυτά είναι φαντάσματα των δαιμόνων και όχι των γονέων, άρχισε να ψάλλει το· Ο Κύριος είναι φως μου και σωτηρία μου, και· Δεν θα φοβηθώ από τους εχθρούς μου.

 

Βίος και Πολιτεία του Οσίου Φαντίνου του Νέου – Εκδόσεις Ι. Μ. Ευαγγελισμού Θεοτόκου Ορμυλίας, 1996