Τα Ιερά Άμφια των Κληρικών, περιέχουν έναν βαθύτερο συμβολισμό, είναι γεμάτα ιερότητα, ευλογία, χάρη και κηρύττουν σιωπηλά μια ολόκληρη πρακτική θεολογία.
Πρώτο μέρος εδώ: Τι συμβολίζουν τα Ιερά Άμφια των Κληρικών
Έχουμε προσπαθήσει πολλές φορές, μέσα από τα άρθρα μας, να κάνουμε αντιληπτό σε κάθε αναγνώστη, ότι στην Εκκλησία μας τίποτα δεν είναι τυχαίο και περιττό. Ότι διδασκαλία μας παρέδωσε ο Κύριος, ότι παρέλαβαν οι Άγιοι Απόστολοι και ότι παράδοση λειτουργική και όχι μόνο,θέσπισαν οι Άγιοι Θεοφόροι Πατέρες, έχει τον σωστικό σκοπό του, τη θεολογική του αξία και τον συμβολισμό του.
Ο σεβασμός εκ μέρος των πιστών, κληρικών και λαϊκών, της ιεράς παρακαταθήκης, είναι απαραίτητος και φυσικά η πιστή διατήρησή τους και όχι εκ μέρος μας προσθήκη αυθαίρετων νεοτερισμών, χωρίς να είναι προϊόν και φωτισμός του Αγίου Πνεύματος, φέρνει προβλήματα και δημιουργεί συγχύσεις.
Ολα τα παραπάνω είναι απαραίτητα, για το σημερινό θέμα που θα ασχοληθούμε, που είναι η αμφίεση και ιδιαίτερα τα Ιερά Αμφια των Κληρικών. Πολλοί, εντός και εκτός Εκκλησίας, απορούν για τη σκοπιμότητά τους, πολλές φορές τους φαίνονται ανθρώπινες περιττές προσθήκες ή κατάλοιπα άλλων εποχών, που δεν έχουν αξία και σημασία στις μέρες μας. Πολλοί σκανδαλίζονται με το κόστος κατασκευής τους,ή νομίζουν ότι αυτά που βλέπουν να γυαλίζουν πάνω τους είναι χρυσά και πολύτιμα.
Τα πράγματα όμως δεν είναι έτσι, αφού ότι λάμπει δεν είναι χρυσός και αν κοστίζουν περισσότερο από ότι κάποια κοινά ενδύματα, οφείλεται στην τέχνη της ιεροραφικής που την κατέχουν λίγοι, είναι πολύ λεπτο-δουλειά και το προϊόν αφορά εξατομικευμένα τον ίδιο τον κληρικό που το παρήγγειλε και δεν είναι ένα κομμάτι μαζικής παραγωγής που θα έριχνε σαφέστατα το κόστος. Αλλωστε, πρέπει να διευκρινίσουμε ότι το κόστος των αμφίων ή το ράσο που φορά εκτός λατρείας, το επιβαρύνεται οικονομικά ο ίδιος ο κληρικός και όχι ο Ιερός Ναός ή η Μητρόπολη που θα διακονήσει. Δεν χορηγείται δηλαδή η ενδυμασία των κληρικών, όπως ισχύει π.χ. στους στρατιωτικούς ή στα σώματα ασφαλείας και σε άλλες υπηρεσίες δημόσιες ή ιδιωτικές όπως συμβαίνει συνήθως. Ολα αυτά για να μπούνε τα πράγματα στη θέση τους, γιατί υπάρχουν διάφοροι μύθοι και παραπληροφορήσεις χωρίς να έχουν αντίκρισμα στην αλήθεια και την πραγματικότητα.
Στο συγκεκριμένο άρθρο, για οικονομία χρόνου και χώρου, δεν θα κάνουμε ιστορική αναδρομή. Πριν αναφέρουμε όμως ποια είναι τα άμφια των κληρικών, αξίζει πρώτα να αναφέρουμε, λίγα λόγια γιατί γενικά τα έχουμε, από που προήλθαν και ποια είναι η σκοπιμότητά τους. Την απάντηση μας τη δίνει, για άλλη περίσταση βέβαια, ο Απόστολος Παύλος, ότι ο λειτουργός ενδύεται τη στολή του, για να αποβάλλει «…τον παλαιόν άνθρωπον τον φθειρόμενον κατά τας επιθυμίας της απάτης» (Εφ. 4,22) και «ενδύσασθαι τον καινόν άνθρωπον τον κατά Θεόν κτισθέντα εν δικαιοσύνη και οσιότητι της αληθείας». (Εφ. 4,24).
Όπως τονίζει σχετικά και ο αείμνηστος καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Ιωάννης Φουντούλης: «Η θεολογική έννοια του αμφίου είναι ότι ο λειτουργός δεν τελεί αφ’ εαυτού τα μυστήρια, αλλά δυνάμει Χριστού και της Ιερωσύνης της Εκκλησίας, την οποία κατέχει δια της χειροτονίας εν Πνεύματι αγίω, ενδεδυμένος την της ιερατείας χάρη». Επειδή ο Χριστός είναι Αγιος κατ’ ουσίαν, η ιερωσύνη είναι μυστήριο και όσοι καταξιώνονται μετέχουν στην ειδική Ιερωσύνη του Χριστού, κατά χάριν, γι αυτό και τα Αμφια από τηστιγμή που χρησιμοποιούνται στη λατρεία, είναι Αγια και Ιερά και όσοι τα φορούν, χαράζουν το σημείο του Σταυρού, το ασπάζονται και λένε για το κάθε ένα συγκεκριμένη περιγραφική ευχή, που δηλώνει τον συμβολισμό και τη σκοποθεσία του.
Θα συνοψίσουμε τη γενική αναφορά μας για τη θεολογία των Ιερών Αμφίων, αναφέροντας ότι ο Κληρικός παντώς βαθμού, όταν ενδύεται τη στολή του, μας υπενθυμίζει πως ενώ προέρχεται από αυτόν τον κόσμο, δεν ανήκει μόνο σ’ αυτόν τον κόσμο. Στέκεται ανάμεσα στον άνθρωπο και τον Θεό, γέφυρα από την οποία ανέρχονται οι προσφορές και τα αιτήματα προς τον Υψιστο και κατέρχονται οι δωρεές και η χάρη Του Θεού. Τέλος, τα άμφια είναι λαμπρά και αρχοντικά, γιατί ναι μεν η Εκκλησία είναι το ιστορικό σώμα του Χριστού παρατεινόμενο στους αιώνες, αλλά και γιατί προέρχεται και από το μέλλον, από τη Βασιλεία Του Θεού και τη 2η ένδοξη αυτή τη φορά παρουσία του Χριστού σε μια συνεχή μυσταγωγία, όπου εκεί όλα θα είναι Φως και λαμπρά.
Οι βαθμοί της Ιερωσύνης,ως γνωστόν, είναι τρεις: Διάκονος – Ιερέας-Επίσκοπος. Αντίστοιχα είναι και τα άμφια που χρησιμοποιεί ο κάθε βαθμός στους ιερούς αριθμούς, 3-6-9. Κάποια είναι κοινά, αλλά κάποια είναι και το χαρακτηριστικό-διακριτικό άμφιο του κάθε βαθμού χωριστά. Ας τα παρουσιάσουμε.
Ι. Τα άμφια του Διακόνου
Ο Διάκονος εικονίζει την αγγελική τάξη και δεν μπορεί να συμμετέχει σε κάποια ακολουθία ή μυστήριο μόνος του. Ο Διάκονος χρησιμοποιεί τα εξής άμφια:
α) Το στιχάριο, που είναι κοινό και στους τρεις βαθμούς. Ετυμολογικά κατά άλλους είναι από τη λέξη «στίχος», γιατί αποτελεί μια συνεχή από πάνω έως κάτω γραμμή, κατά άλλους από τη λέξη «στίχιον», που σημαίνει καθ’ αυτό χιτώνας. Ο Αγιος Σοφρώνιος Ιεροσολύμων παράγει τη λέξη από το «έστηκε» γιατί «έστηκεν η χάρις του Θεού εν αυτώ» και τέλος, άλλοι το παράγουν από το ρήμα στοιχώ (βαδίζω, περπατώ,) επειδή το ένδυμα είναι στένο και μακρύ και αναγκάζει αυτόν που το φορεί να περιπατεί και «να στοιχή κανονικώς και συνετώς».Το στιχάριο, λοιπόν, είναι ποδήρης χιτώνας του Ααρών της Παλαιάς Διαθήκης, με φαρδιά μανίκια, που φοριέται ως πρώτο και εσώτατο άμφιο. Οι πρεσβύτεροι και οι επίσκοποι φέρουν κατά κανόνα λευκό, ενώ οι διάκονοι ποικίλου χρώματος.
β) Το οράριο, που είναι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του πρώτου βαθμού της Ιερωσύνης. Ετυμολογικά παράγεται κατά κάποιους από τη λατινική λέξη os – oris (στόμα), γιατί κάποτε το μακρύ αυτό άμφιο σκούπιζε το στόμα αυτών που μεταλάμβαναν αντί του σημερινού μάκτρου. Αλλοι υποστηρίζουν ότι προέρχεται από το επίσης λατινικό orare (προσεύχεσθαι, εύχεσθαι), γιατί το κρατάει ο διάκονος όταν λέει τις δεήσεις και τα ειρηνικά. Ο Αγιος Συμεών Θεσσαλονίκης θεωρεί ότι βγαίνει από την ελληνική λέξη «ωραΐζειν», ενώ τέλος άλλοι από το «ώρω» δηλαδή φυλάττω και επιτηρώ. Συμβολίζει τα αγγελικά φτερά και για άλλους ερμηνευτές, την Παλαιά και Καινή Διαθήκη. Είναι μια μακρόστενη ταινία υφάσματος, που φοριέται πάνω από τον αριστερό ώμο, τυλίγεται γύρω από τη μέση και κάτω από το δεξί χέρι, με το ένα άκρο του να καταλήγει εμπρός και το άλλο πίσω. Το άκρο του που βρίσκεται εμπρός κρατάει ο διάκονος με το δεξί του χέρι, όταν δέεται. Στο «Πάτερ Ημών», ο διάκονος τυλίγει και τις δύο άκρες του οραρίου στις πλάτες του, για να έχει ευχέρεια κινήσεων κατά τη Θεία Κοινωνία, που ακολουθεί και
γ) Τα επιμάνικα, που είναι επίσης κοινά και στους τρεις βαθμούς, ετυμολογικά από την πρόθεση επί και τη λατινική λέξη manus κατά άλλους manica (χειρ ή χειρίς). Τα επιμανίκια είναι δύο μικρά καμπυλόγραμμα υφάσματα, που περιδένονται στα χέρια του ιερωμένου με λεπτό ιμάντα πιο πάνω από τον καρπό και συγκρατούν τα άκρα του στιχαρίου μαζί με τα υπόλοιπα άμφια. Συμβολίζουν τις χειροπέδες που έθεσαν στον Κύριο κατά το πάθος του.
π. Αντώνιος Χρήστου – euxh.gr