Το κήρυγμα για την Κυριακή Τελώνου και Φαρισαίου 2022, 12 Φεβρουαρίου από το φυλλάδιο “Φωνή Κυρίου” της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος.
ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (Λουκ. ιη´ 10-14)
ΜΙΑ ΑΡΧΗ ΜΕ ΚΑΛΕΣ ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ
«Ἄνθρωποι δύο ἀνέβησαν εἰς τό ἱερόν προσεύξασθαι». Μία καίρια περίοδος, πολύτιμη σέ ἀξία πνευματική, μία πορεία ἀνηφορική μέ πόθο γιά
τή συνάντηση μέ τόν Χριστό ἀνοίγεται σήμερα λειτουργικά καί λατρευτικά μπροστά μας: Ἡ περίοδος τοῦ ἱεροῦ καί κατανυκτικοῦ Τριωδίου, ἡ
ἀπαρχή τῆς ὁποίας σφραγίζεται ἀνεξίτηλα ἀπό τήν ἀνάγνωση τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς κατά τή θεία Λειτουργία τῆς πρώτης Κυριακῆς. Αὐτή
δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τήν παραβολική ἐκείνη διήγηση «τοῦ Τελώνου καί
τοῦ Φαρισαίου» ἀπό τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό. Συμβολικότατα παιανίζει γιά τήν εἴσοδό μας στήν Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή καί γιά
τήν πορεία πρός τό Πάσχα καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας. Ἡ ἀρχική
φράση τῆς σημερινῆς παραβολῆς, ὅτι δηλαδή δύο ἄνθρωποι, ὁ ἕνας Φαρισαῖος καί ὁ ἄλλος Τελώνης, ἀνέβηκαν στόν Ναό γιά νά προσευχηθοῦν, μέ τρόπο λακωνικό καί εὐσύνοπτο δηλώνει αὐθεντικές ἀλήθειες
γιά τόν ἄνθρωπο καί τήν ἀναζήτηση τοῦ Θεοῦ ἐντός του. Ἄς διδαχθοῦ –
με ὅμως λίγο ἀπό τήν πρώτη πρόταση τῆς σημερινῆς ἱερῆς ἀνάγνωσης.
«Δύο ἄνθρωποι»· ὅλοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ εἴμαστε ἀκριβῶς τό ἴδιο,
πλασμένοι γιά τή σωτηρία, «θεοί κεκελευσμένοι», κατά τόν λόγο τοῦ
Μεγάλου Ἀθανασίου. Κατορθώματα προσωπικά εἶναι μόνο οἱ ἁμαρτίες
μας, ἐνῶ ὅλες οἱ ἀρετές καί τά ἀγαθά χαρίσματά μας εἶναι δῶρα τοῦ
Θεοῦ.
Ἡ ἀναμονή τοῦ Πατέρα
«Ἀνέβησαν»· ἡ πορεία γιά τή συνάντηση μέ τόν Θεό, ἡ ἐπίσκεψη
στόν οἶκο τοῦ Πατρός εἶναι πάντοτε ἀνηφορική, διότι κάνει τόν ἄνθρωπο, πού δέν ἔχει πωρωμένη τήν καρδιά του, νά συναισθάνεται τή μικρότητα καί τήν ἀναξιότητά του, πάντοτε ποθώντας τή θαλπωρή τῆς ἀνοιχτῆς πατρικῆς ἀγκαλιᾶς. Ἀκόμη καί ἄν ἡ συνάντηση αὐτή ἔχει σχέσηὁριζοντίως μέ αὐτό πού στήν εὐαγγελική ἀναφορά περί τῆς μέλλουσας
κρίσεως ὁ Χριστός μᾶς καλεῖ, δηλαδή μέ τήν ἐργασία τῆς ἀγάπης γιά
τόν ἀδελφό, τότε καί πάλι ὁ δρόμος εἶναι ἀνωφερής. «Θέλει δουλειά
πολλή» μέ σιωπή καί ὑπομονή, θέλει τήν κατάργηση τοῦ «ἐγώ» μέ ἐκκοπή τοῦ προσωπικοῦ μας θελήματος, θέλει τήν πρόταξη τῆς χαρᾶς, τῆς
ἀνάγκης, τῆς ἐπιθυμίας τοῦ ἀδελφοῦ.
Χρήση καί κατάχρηση τῆς ἐλευθερίας
Ἐφεξῆς ἔχουμε μέσα στόν ἱερότερο ἐπί τῆς γῆς χῶρο τήν ἀποκάλυψη
δύο ἀνθρώπινων χαρακτήρων, ἀλλά καί τό ξεδίπλωμα τοῦ πῶς καθένας
ἀπό τούς δύο ἀντιλαμβάνεται τήν ἐλευθερία τῆς σχέσης του μέ τόν Θεό.
Δύο ἄνθρωποι, δύο πορεῖες, δύο ἐπιλογές, μέ τόν Νυμφίο Χριστό νά ἐπιθυμεῖ μέ ἔρωτα σφοδρό νά τούς εἰσαγάγει στή χαρά τῆς βασιλείας του.
Ὁ πρῶτος, ὁ Φαρισαῖος, μέ τήν ἔπαρση τῆς ἰδιότητάς του, ἀπαριθμεῖ
τά καλά του ἔργα ἐπιλέγοντας δυστυχῶς τόν κατακρημνισμό μέσῳ τῆς
ὑψηγορίας. «Δοκῶν ἑστάναι», βλέπει μόνο τό ἐξωτερικό περίβλημα τῶν
καλῶν του πράξεων, περίβλημα πολύ ὀλισθηρό, ἐπαναπαυόμενος στίς
δάφνες του. Ὁδηγεῖται δέ στό κατώτατο σημεῖο, ἐντός τοῦ οἴκου τοῦ
Δημιουργοῦ νά βλασφημεῖ ὁλόκληρη τή δημιουργία κραυγάζοντας: «Σέ
εὐχαριστῶ, Θεέ μον ἐν στεναγμοῖς πρός τόν
Σωτῆρα κραυγάζοντες· ἵλαθι μόνε ἡμῖν εὐδιάλλακτε».υ, πού δέν εἶμαι ὅπως οἱ ὑπόλοιποι ἄνθρωποι».
Ὁ ἕτερος, ὁ Τελώνης, ἀπαξιωμένος κοινωνικά λόγω τοῦ ἐπαγγέλματός του, χωρίς νά ἐπαίρεται γιά καμία καλή του πράξη, ἤ -ἀκόμη ἀκριβέστερα- χωρίς νά θεωρεῖ ὅτι ἔχει ἔστω καί μία στό ἐνεργητικό του, ζητεῖ
συντετριμμένος τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο ἐκεῖνος τοῦ χορηγεῖ,
ὅπως ὁ προφήτης Δαυίδ ψάλλει: «Καρδίαν συντετριμμένην καί τεταπεινωμένην ὁ Θεός οὐκ ἐξουδενώσει». Γιά τοῦτο, στό τέλος τῆς περικοπῆς
βεβαιώνεται ὅτι αὐτός ὁ περιφρονημένος Τελώνης κατέβηκε ἀπό τό Ἱερό στό σπίτι του ἀνακουφισμένος καί δικαιωμένος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ
παρά ὁ Φαρισαῖος ἐκεῖνος.
Ἄς ἀκούσουμε λοιπόν ὅλοι τό κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας καί ἄς ἀναλάβουμε ὡς πυξίδα γιά τήν πορεία μας στήν Τεσσαρακοστή καί στή ζωή
μας τό κοντάκιο τῆς σημερινῆς ἁγίας ἡμέρας: «Φαρισαίου φύγωμεν
ὑψηγορίαν καί Τελώνου μάθωμεν τό ταπεινό
Ἀρχιμ. Ἄ. Ἀ
«Φωνή Κυρίου» της Κυριακής, έκδοση της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος