Εκκλησία της Ελλάδος νέα & ειδήσεις

Οι Βεροίας, Πατρών και Κερνίτσης στην Ιερά Μονή Παναγίας Δοβρά σε ημερίδα με θέμα το Μυστήριο της Εξομολόγησης

Οι εκδηλώσεις των «Λ΄ Παυλείων» συνεχίστηκαν το πρωί της Δευτέρας, 17 Ιουνίου, στην αίθουσα «Μητροπολίτης Σταυροπηγίου Αλέξανδρος» στην Ιερά Μονή Παναγίας Δοβρά Βεροίας, όπου έλαβε χώρα η Ημερίδα Πνευματικών με θέμα: «Το μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως».

Την ημερίδα, στην οποία συμμετείχαν οι κληρικοί που διακονούν με την άδεια και την ευλογία του Σεβασμιωτάτου το μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως, προλόγισε και παρουσίασε ο Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Αρχιμ. Αθηναγόρας Μπίρδας, ενώ χαιρετισμό απηύθυνε ο Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων.

Προσκεκλημένοι ομιλητές ήταν ο Μητροπολίτης Πατρών κ. Χρυσόστομος και ο Επίσκοπος Κερνίτσης κ. Χρύσανθος, οι οποίοι μίλησαν για τη ζωή και το έργο του νέου Αγίου της Εκκλησίας μας, Οσίου Γερβασίου των Πατρών και έκαναν ιδιαίτερη αναφορά στο ιερό μυστήριο της εξομολογήσεως μέσα από τον νέο Άγιο.

Ο Μητροπολίτης κ. Παντελεήμων εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη και τις ευχαριστίες του προς τους δύο Αγίους Αρχιερείς, τους απένειμε το μετάλλιο των Παυλείων, λέγοντας μεταξύ άλλων: Πριν από δύο περίπου εβδο­μάδες, στο πλαίσιο των Λ´ Παυ­λείων, που έχουν φέτος ως γενικό θέμα «Η λειτουργική ζωή της Εκκλησίας», η Ιερά μας Μη­τρο­πολη είχε διορ­γανώσει και πραγ­ματοποιήσει την Ημερίδα των ιερέων. Και το θέμα της ήταν «Λει­τουργοί του Υψί­στου».

Δεν υπάρ­χει βεβαίως καμία αμφι­βο­λία ότι το υψηλό­τερο έργο το οποίο ανεθέτει και η μεγαλύτερη τιμή την οποία προσ­φε­ρει ο Μέγας Αρχιερεύς Χριστός στον χοικό ανθ­ρωπο, τον οποίο ενδύει διά του Πα­ναγίου Πνεύμα­τος με τη χάρη της ιερωσύνης, είναι ότι τον αξιώνει να ιερουργεί των αχράντων και φρικτών του μυστηρίων, να τελεί το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, να μεταδί­δει σώμα και αίμα Χρι­στού.

Είναι όντως μέγιστο το μυστήριο και με­γίστη η τιμή και η χάρις, καθώς το Σώμα και το Αίμα του Χριστού είναι «φάρμακον αθανα­σίας» και μεταδίδεται «εις ζωήν αιώνιον».

Σε αυτήν, την αιώνιο δηλαδή ζωή, αποβλέπει όλο το έργο και η διακονία της Εκκλησίας, και σε αυ­τήν προσπαθεί να οδηγήσει τον άν­θρωπο με τη λειτουργική ζωή και με τα ιερά της μυστήρια η Εκκλη­σία μας. Ένα από αυτά είναι και το μυστήριο της ιεράς εξομολογή­σεως.

Η σημασία και η σπουδαιότητά του γίνεται προφανής από το γε­γο­νός ότι είναι το μόνο από τα ιερά μυστήρια της Εκκλησίας μας, το οποίο δεν μπορεί να τελεί ο κάθε ιερέας, αλλά χρειάζεται η άδεια του Επισκόπου και η ειδική χει­ρο­θεσία και ευχή την οποία έχει καθιερώσει η Εκκλησία μας. Και αυτό συμβαίνει γιατί μέσα στο μυ­στήριο της ιεράς εξομολογή­σεως τελε­σιουργείται, με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος πάντοτε, το μυ­στήριο της σωτηρίας του κάθε ανθρώπου.

Ο άνθρωπος που προσέρχεται στο μυστήριο εισφέρει τη μετάνοιά του, την ειλικρινή εξομολόγηση των πράξεων και των λογισμών του, και θα μπορούσε και μόνη αυτή να του δώσει την άφεση. Όμως το μυστήριο της ιεράς εξο­μο­λογήσεως έχει και μία άλλη παράμετρο. Kαι αυτή είναι ότι δι᾽ αυτής ο πνευματικός δεν καθοδηγεί μόνο την ψυχή στην αληθινή μετάνοια αλλά και την θεραπεύει από τα τραύματα και τις πληγές που αφήνει πολλές φο­ρές η αμαρτία και ακόμη κα­θοδηγεί τον άνθρωπο, πάντοτε με τη χάρη του Θεού, ώστε να αντιμετωπίζει τους πειρασμούς και να αποφεύγει τις παγίδες του πονηρού, προκειμένου να αυξάνεται πνευματικά «εις άν­δρα τέλειον, εις μέτριον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού», όπως γράφει ο πρωτοκορυφαίος απόστο­λος Παύλος.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι μέ­σα στο μυστήριο της ιεράς εξο­μο­λογήσεως τελεσιουργείται το μυ­στήριο της σωτηρίας του κάθε αν­θρώπου, της κάθε ψυχής, διά του πνευματικού. Φυσικά δεν σώ­ζει ο πνευματικός τον άνθρωπο. Η θεία χάρη του Θεού τον σώζει, αλλά ο πνευματικός έχει ευθύνη ενώπιον του Θεού πως διαχειρίζε­ται αυτή τη χάρη, ώστε να βοη­θή­σει την ψυ­χή να προσεγγίσει τον Θεό και όχι να απομακρυνθεί από Αυτόν.

Γι’ αυτό χρειάζεται μεγάλη προ­σο­­χή. Χρειάζεται προσευχή. Χρειά­ζε­ται διάκριση. Χρειάζεται και προ­σω­πικός αγώνας, ώστε να μπορεί ο πνευματικός να καταλάβει το πρό­βλημα της κάθε ψυχής, να κατα­νοή­σει την ψυχο­σύνθεσή της και να βρει τον τρόπο να την βοηθήσει. Δεν είναι ζήτημα αυστηρότητος ή επιεικείας, δεν είναι ζήτημα εφαρ­μογής των κανόνων της Εκκλη­σίας, αλλά είναι θέμα διακρίσεως και συνέσε­ως, πως θα χειρισθεί ο πνευματι­κός την κάθε ψυχή, ώστε να μπο­ρέσει να την βοηθήσει για να προ­χωρήσει στην εν Χριστώ ζωή και εν τέλει στη σωτηρία.

Η σωτηρία δεν είναι μία «μαζι­κή» υπόθεση. Κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός, είναι μοναδικός. Και αυτή τη μοναδικότητά του καλού­μεθα και εμείς ως πνευματικοί να σεβασθούμε αλλά και να αξιοποιή­σουμε για τη σωτηρία του, με τη χάρη, επαναλαμβάνω, του Θεού, η οποία, όπως λέμε και στη θεία Λει­τουργία, ενεργεί «κατά την εκά­στου ιδίαν χρείαν».

Αυτή η θεία χάρη ενεργεί και στον πνευματικό, προκειμένου να κα­τευ­­θύνει ορθά τις ψυχές των αν­θρώπων, ενεργεί όμως και κατά τη δική του πνευματική κατάσταση και προσπάθεια. Εάν εμείς είμαστε αδιάφοροι στη ζωή μας ή αδιά­φο­ροι απέναντι στο μυστήριο ή εάν δεν σεβόμεθα την ψυχή που έχου­με ενώπιόν μας και την υποτιμού­με ή ακόμη εάν πιστεύουμε για τον εαυτό μας ότι έχουμε φθάσει σε με­τρα αγιότητος και αντί να δια­κο­νούμε το μυστήριο κατά το πρότυ­πο του Καλού Σαμαρείτου, αντιμε­τω­πίζουμε τους ανθρώπους ως αυστηροί και άτεγκτοι κριτές και φερόμεθα βασιλικώτερα του βασι­λέως Χριστού, ο οποίος αντιμετώ­πιζε και τους μεγαλύτερους αμαρ­τωλούς με συμπάθεια και επιεί­κεια, τότε εμποδίζουμε και τη θεία χάρη να ενεργήσει πρώτα σε εμάς, για να μας φωτίσει, και κατ’ επέ­κταση ενδεχομένως και στον εξο­μολογούμενο.

Όλοι έχουμε ακούσει περιστατι­κά για κληρικούς τόσο στον κόσμο όσο και στο Άγιο Όρος, οι οποίοι είχαν φήμη καλών πνευματικών, και στους οποίους πολλοί έστελ­ναν ανθρώπους που χρειαζόταν ου­σιαστική βοήθεια. Έχουμε ακού­σει ίσως και για κάποιες άλλες περιπτώσεις, στις οποίες πνευματικοί είχαν απογοητεύσει ανθρώπους με την αψυχο­λόγητη, θα έλεγα, και ανελεήμονα στάση τους.

Διότι, και αυτό το γνω­ρί­ζου­με όλοι, το μυστήριο της ιε­ράς εξομο­λογήσεως δεν είναι η μέλ­λουσα κρίση, δεν είναι για να εξουθε­νω­νουμε τον άνθρωπο για ό,τι και εάν έχει κάνει, αλλά για να τον βοηθήσουμε να αλλάξει ζωή, να απαλλαγεί από το πάθος ή την αδυναμία που τον οδηγεί στην πτώση και την αμαρτία, και να ξεφύγει από αυτήν με τη συνειδητή μετάνοια και τον προσωπικό του αγώνα.

Τα τελευταία χρόνια το Οικουμε­νι­κό μας Πατριαρχείο έχει αναγρά­ψει στο Αγιολόγιο της Εκκλησίας μας πολλούς συγχρόνους αγίους. Αγίους που έζησαν και διακόνησαν άλλοι από αυτούς στον κόσμο, όπως ο όσιος Πορφύριος, ο όσιος Ευμένιος και πρόσφατα ο όσιος Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, άλ­λοι σε μονές της Ελλάδος, όπως ο άγιος Ιάκωβος ο Τσαλίκης αλλά και ο άγιος Πορφύριος, και άλλοι στο Άγιο Όρος, όπως ο άγιος Παί­σιος, ο άγιος Εφραίμ ο Κατουνα­κιώτης και ο άγιος Γεράσιμος ο Υμνο­γράφος.

Πολλοί από αυτούς ήταν πνευμα­τικοί και οι άλλοι ήταν Γέροντες, που δεχόταν όμως ανθρώπους και συζητούσαν μαζί τους θέματα πνευ­­ματικά και τους συμβούλευ­αν. Και δεν είναι καθόλου τυχαίο, ότι παρότι όλοι ήταν μεγάλοι ασκη­τές, ιδιαίτερα αυστηροί με τον εαυτό τους, «βιαστές», κατά τον λόγο του Κυρίου, της βασιλείας των ουρανών, αντιμετώπιζαν τους ανθρώπους που τους πλησίαζαν είτε για να εξομολογηθούν είτε για να τους συμβουλευθούν με μεγάλη συγκατάβαση, με πολλή αγάπη και με μεγάλη διάκριση. Υπάρχουν άπει­ρες μαρτυρίες και περιστατικά που θα μπορούσε να αναφέρει κα­νείς και γι’ αυτούς τους συγχρό­νους αγίους αλλά και για άλλους που μπορεί να μην αγιοκατα­τάχθηκαν, είναι όμως γνωστοί για την αγιό­τητά τους και την προσ­φορά τους στους ανθρώπους και στην Εκκλη­σία ως διακριτικοί και φωτισμένοι πνευματικοί.

Γιατί συμβαίνει αυτό; Διότι, όπως είπα και προηγουμένως, η θεία χά­ρη ενεργεί στις ψυχές αυτών που αγωνίζονται, αυτών που επιτε­λούν τη διακονία, την οποία τους εμπιστεύθηκε η Εκκλησία, και εν προκειμένω τη διακονία του μυ­στηρίου της ιεράς εξομολογή­σεως με φόβο Θεού, με τη συναί­σθηση ότι για κάθε ψυχή που προσέρχεται στο μυστήριο και εξομολογείται έχουμε ευθύνη και θα δώσουμε λόγο στον Θεό κατά την ημέρα της κρίσεως.

Μπορεί εμείς να μην διαθέτουμε την αγιότητα που είχαν οι άγιοι που προανέφερα, αλλά, εάν επιτε­λούμε συνειδητά το μυστήριο της ιεράς εξομολογήσεως και θέλουμε να βοηθήσουμε τις ψυχές και προ­σευχόμεθα και παρακαλούμε τον Θεό να μας βοηθήσει να ανταπο­κρι­θούμε στη διακονία αυτή προς σωτηρία των ανθρώπων, τότε η θεία χάρη «η πάντοτε τα ασθενή θεραπεύουσα και τα ελλείποντα αναπληρούσα», θα θεραπεύσει και τη δική μας ασθένεια και θα ανα­πληρώσει και τις δικές μας ελλεί­ψεις, προκειμένου να βοηθηθούν οι άνθρωποι.

Οι άγιοι όμως ήταν άριστοι πνευ­μα­τικοί και για έναν ακόμη λόγο. Έφθασαν στην αγιότητα, γιατί αγω­­νίσθηκαν, δοκιμάσθηκαν, αντιμετώπισαν πειρασμούς, αντιμετώπισαν πόλεμο από τον διάβο­λο ακόμη και σώμα με σώμα, όπως έλεγε ο όσιος Γεράσιμος ο Υμνογράφος. Γνώριζαν τις παγίδες που στήνει στους ανθρώπους ο πονηρός από προσωπική εμπειρία. Και όπως ένας καλός οδηγός είναι σε θέση να οδηγήσει στην κορυφή του βουνού μέσα από δύσβατα μονοπά­τια, στα οποία κάθε άλλος θα χα­νόταν, τον οδοιπόρο, όπως ένας κα­λός πλοηγός μπορεί να οδηγήσει με ασφάλεια ένα σκάφος, ώστε να αποφύγει τους σκοπέλους και να μην πέσει σε ξέρες, γιατί ο ίδιος έχει κάνει πολλές φορές τη διαδρομή και γνωρίζει όλες τις λεπτομέ­ρειες, έτσι και ένας πνευματικός, που έχει ο ίδιος αγωνισθεί και έχει εμπειρία πνευματική, μπορεί να βοη­θήσει αποτελεσματικότερα τους ανθρώπους. Και αυτό ισχύει και με τους συγχρόνους αγίους μας.

Έναν από αυτούς, που διακρίθη­κε και ως πνευματικός θα έχουμε τη χαρά να γνωρίσουμε περισσό­τε­ρο σήμερα και να διδαχθούμε όλοι από τη ζωή και το έργο του. Είναι ένας από τους νεωτέρους αγίους της Εκκλησίας μας, ο άγιος Γερβά­σιος των Πατρών, για τον οποίο θα μας ομιλήσουν σήμερα οι δύο εκλε­κτοί, αγαπητοί και σεβαστοί ομιλητές μας, τους οποίους και καλω­σο­ρίζω με πολλή τιμή και αγάπη στη Βέροια, στην Ιερά Μητρό­πολή μας και στην Ιερά Μονή Πα­ναγίας Δο­βρά, και τους ευχαριστώ από καρδιάς θερμότατα για την πα­ρουσία τους και στην Ημερίδα των πνευ­ματικών αλλά και το απόγευ­μα στην Εσπερίδα που είναι αφιε­ρω­μένη στον όσιο Γερβάσιο.

Καλω­σορίζω, λοιπόν, και ευχαριστώ τον Μητροπο­λίτη Πατρών κ. Χρυσόστομο, ο οποίος κίνησε και όλη τη διαδι­κασία για την αγιοκατάταξη του αγίου Γερ­βασίου, και τον Επί­σκοπο Κερνίτσης Χρυ­σαν­θο, βοηθό επίσκοπο του Αγίου Πατρών, οι οποίοι θα μας μιλήσουν για τον άγιο Γερβάσιο.