Ὑπεγράμμισε ὅτι σήμερα ὑπάρχει μεγάλη σύγχυση γύρω ἀπό τά θέματα αὐτά καί δυστυχῶς μαζί μέ τόν κορωνοϊό ἐμφανίσθηκε καί ὁ παρανοϊός!
Βρῆκε τήν εὐκαιρία νά τονίση τί εἶναι ἡ ζωντανή παράδοση στήν Ἐκκλησία, πῶς μεταβιβάζεται καί κληροδοτεῖται ἀπό γενιά σέ γενιά, τί εἶναι ἡ ὑπακοή ὡς ζωή μετάδοσης τῆς παραδόσεως καί κυρίως τόνισε ὅτι οἱ Ἅγιοι εἶναι οἱ λῆπτες, οἱ φύλακες καί οἱ μεταδότες τῆς παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας. Μέσα στά πλαίσια αὐτά πρέπει νά ἐντάξουμε τήν ἐκκλησιαστική ζωή καί τό ἀληθινό νόημα τῆς ὑπακοῆς, γιατί διαφορετικά διαστρέφεται ὅλο αὐτό τό μυστήριο τῆς ὑπακοῆς.
Ἀναφέρθηκε στήν συνέχεια ὁ Σεβασμιώτατος στούς δικούς του διδασκάλους καί πνευματικούς πατέρες πού τοῦ ἔδωσαν τήν παρακαταθήκη τῆς πίστεως, δηλαδή τούς ἁγίους Καλλίνικο Μητροπολίτη Ἐδέσσης καί Σωφρόνιο τόν θεολόγο καί ἡσυχαστή ἱδρυτή τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου στό Ἔσσεξ τῆς Ἀγγλίας καί ἄλλους ἁγίους Ἁγιορεῖτες πατέρες.
Προέτρεψε δε τούς Χριστιανούς νά ἀκολουθοῦν τούς πραγματικούς ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας, πού εἶναι λῆπτες, φορεῖς καί μεταδότες τῆς παράδοσης, καί ὄχι ἐμπαθεῖς καί αὐτονομημένους ἀνθρώπους πού τούς ὁδηγοῦν στήν ἀπώλεια.
Στό τέλος τῆς θείας Λειτουργίας ὁ Σεβασμιώτατος μνημόνευσε μέ αἰσθήματα εὐγνωμοσύνης τούς γονεῖς του, ὅλους ὅσοι τόν εὐεργέτησαν, τούς τρεῖς Ἀρχιεπισκόπους Σεραφείμ, Χριστόδουλο καί Ἱερώνυμο μέ τούς ὁποίους συνεργάσθηκε καί συνετέλεσαν στήν ἐκλογή του, τόν μακαριστό Μητροπολίτη Ἰωαννίνων Θεόκλητο, ὁ ὁποῖος προεξῆρχε τῆς χειροτονίας του εἰς Ἐπίσκοπο, τόν μακαριστό Μητροπολίτη Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας Θεόκλητο, πού ἦταν τοποτηρητής τῆς Μητροπόλεως Ναυπάκτου καί τοῦ ἔδειξε ἰδιαίτερη ἀγάπη, καί τόν μακαριστό Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως καί Κονίτσης Σεβαστιανό, πού ἦταν πνευματικός του πατέρας κατά τά μαθητικά καί φοιτητικά του χρόνια, τόν ὁποῖο μάλιστα ἀπεκάλεσε «πνευματικό τῆς καρδιᾶς του». Τέλος εὐχαρίστησε τούς συνεργάτες του καί τό ποίμνιό του.
Ἰδιαίτερη ἀναφορά ἔκανε στίς δύο εἰκόνες τοῦ τέμπλου, ἤτοι τῆς Παναγίας καί τοῦ Προφήτη Ἠλία, οἱ ὁποῖες ἁγιογραφήθηκαν τό 1918 ἀπό τόν Γέροντα Δανιήλ τόν Κατουνακιώτη, πού προσφάτως τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο τόν ἐνέταξε στό ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἀρκετοί ἦταν καί ἐφέτος οἱ προσκυνητές τοῦ Προφήτη Ἠλία, παρά τήν συνεχιζόμενη δυσκολία, μεταξύ τῶν ὁποίων ὁ Βουλευτής τοῦ Νομοῦ Δημήτριος Κωνσταντόπουλος, ὁ Δήμαρχος Ναυπακτίας κ. Βασίλειος Γκίζας, μέ Ἀντιδημάρχους καί Δημοτικούς Συμβούλους, κ.ἄ.
Τό Ἐκκλησάκι τοῦ Προφήτη Ἠλία βρίσκεται «ὡς διαμαντόπετρα στό δακτυλίδι τοῦ Κάστρου τῆς Ναυπάκτου», τό ὁποῖο ἐπεκτείνεται μέ τούς βραχίονές του καί τά πέντα διαζώματα μέχρι τό λιμάνι, καθιστώντας τό κέντρο τῆς Ναυπάκτου μιά καστροπολιτεία. Τό Ἐκκλησάκι εἶναι κτισμένο στά ἐρείπια ἀρχαίας παλαιοχριστιανικῆς τρίκλιτης βασιλικῆς πού τελευταῖα ἀνακαλύφθηκε.
Βρίσκεται μέσα στό θαυμάσιο τοπίο καί τό πευκόδασος καί εἶναι προσβάσιμο μόνο μέ πεζοπορεία, καί αὐτό δίνει τήν αἴσθηση τοῦ προσκυνήματος σέ τόπο ἱερό. Εἶναι ἰδιαιτέρως ἀγαπητό στούς Ναυπάκτιους, μάλιστα στούς ἀποδήμους, ἀφοῦ συνδέεται μέ τίς ἡμέρες τοῦ παραθερισμοῦ τους στήν πατρίδα. Μάλιστα ὁ Σύνδεσμος Ναυπακτίων Ἀθηνῶν κάθε χρόνο προσφέρει τήν ἀρτοκλασία ὑπέρ ὑγείας τῶν μελῶν τήν ἡμέρα αὐτή τοῦ Προφήτη Ἠλία στό Κάστρο τῆς Ναυπάκτου.
Μπορεῖτε νά δεῖτε φωτογραφίες τοῦ Ἑσπερινοῦ ΕΔΩ
Μπορεῖτε νά δεῖτε φωτογραφίες τῆς θείας Λειτουργίας ΕΔΩ
ΠΗΓΗ: Μητρόπολη Ναυπάκτου