Το φως της δημοσιότητας είδε η επιστολή του Μητροπολίτη Κυθήρων προς την Διαρκή Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, με ημερομηνία 7η Μαΐου 2021.
Θυμίζουμε πως η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος:
“Προέβη σε μία εκτενή θεώρηση των κατά την παρελθούσα Πασχάλιο περίοδο συμπεριφορών και πειθαρχίας των παντός βαθμού Κληρικών προς τις Αποφάσεις Αυτής της Συνεδρίας της 20ής Απριλίου 2021, ως προς την λειτουργία των Ιερών Ναών και εξέφρασε την πικρία και αποδοκιμασία Της για τις περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες παρατηρήθηκαν εκ προθέσεως διαφοροποιήσεις από τις ομόφωνες Συνοδικές Αποφάσεις.”
Γι’ αυτό και μετά πολλής θλίψεως απεφάσισε να ζητήσει από την Συνοδική Επιτροπή επί των Δογματικών και Νομοκανονικών Ζητημάτων τον σχηματισμό φακέλλων και την υποβολή εισηγήσεων περί των επομένων ενεργειών Αυτής σχετικώς προς τις επιστολές και λοιπές ενέργειες των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών Κυθήρων κ. Σεραφείμ και Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Κοσμά, με τις οποίες οι εν λόγω Αρχιερείς εξεδήλωσαν απειθαρχία και έλλειψη σεβασμού προς την ομόφωνη απόφαση του συλλογικού οργάνου διοικήσεως της Εκκλησίας της Ελλάδος, ως προς την έκτακτη διαδικασία τελέσεως των Ιερών Ακολουθιών εξαιτίας των υγειονομικών περιορισμών.
Μετά λύπης ο Μακαριώτατος Πρόεδρος της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου διεπίστωσε, και συναπεδέχθησαν οι Σεβασμιώτατοι Συνοδικοί Αρχιερείς, ότι ιδίως ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κυθήρων κ. Σεραφείμ, και μέσω νεωτέρου κειμένου του προς την Διαρκή Ιερά Σύνοδο, καταφέρεται εναντίον των Αποφάσεων Αυτής, επιμένει να μην αντιλαμβάνεται την κρισιμότητα των δυσκόλων και εκτάκτων αποφάσεων της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου για την δημόσια υγεία και την προστασία της ανθρώπινης ζωής, αυτοαπομονώνεται και θέτει εαυτόν μακράν της συλλογικής προσπάθειας της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία στο σύνολό Της πασχίζει και εργάζεται τόσο για την ακώλυτη επιτέλεση της Θείας Λατρείας, όσο και για την τήρηση των υγειονομικών μέτρων.”
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΣΕΒ.ΜΗΤΡ.ΚΥΘΗΡΩΝ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΙΕΡΑΝ ΣΥΝΟΔΟΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΚΥΘΗΡΩΝ & ΑΝΤΙΚΥΘΗΡΩΝ Τ.Κ. 801 00 ΚΥΘΗΡΑ ΤΗΛ.:2736031202 & 2736038359 FAX :2736031202
Έν Κυθήροις τη 7η Μαΐου 2021
Αριθ. Πρωτ.: 171
Πρός Τήν Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος Ιωάν. Γενναδίου 14 115 21 Αθήναι
Μακαριώτατε άγιε Πρόεδρε, Σεβασμιώτατοι άγιοι Συνοδικοί Σύνεδροι,
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ! Ταπεινώς εύχομαι η Χάρις, το Έλεος, η Αγάπη και η Ευλογία του Σταυρωθέντος και Αναστάντος Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού νά περιθριγκώνουν το Xριστεπώνυμον Πλήρωμα της Αγιωτάτης ήμών Όρθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, σύμπαντα τόν Ιερόν Κλήρον καί τόν Χριστώνυμον Λαόν του Θεού και όλον τον κόσμον εις τούς χαλεπούς και δυσχειμέρους καιρούς μας.
Ευσεβάστως ενημερώνω Ύμάς, κατόπιν και του υποβληθέντος Υμίν από 23ης Απριλίου ε.έ. ανακοινωθέντος – ψηφίσματος της Ιερατικής Συνάξεως της καθ’ ημάς Ιεράς Μητροπόλως, περί του ότι άπαντες οι Ιερείς της Τοπικής μας Εκκλησίας, από του νεωτέρου κατά τα πρεσβεία Ιερωσύνης μέχρι και του αρχαιοτέρου, λαβόντες τόν λόγον εδήλωσαν το συνειδησιακόν των πρόβλημα να τελέσουν την τελετήν της Αναστάσεως περί ώραν 9 μ.μ. του Μεγάλου Σαββάτου (οπότε το πλήθος του λαού θά άπεχώρει διά τά πασχαλινά εδέσματα, ως συνήθως, καί θά κατελύετο ή πλέον αυστηρά νηστεία του Μεγ. Σαββάτου πρό του μεσονυκτίου) και εν συνεχεία, άνευ της Ακολουθίας του Όρθρου της Αναστάσεως, νά τελεσθή η Πασχαλινή Θεία Λειτουργία καί νά τελειώσουν όλα την 10ην μ.μ., ώραν απαγορεύσεως της κυκλοφορίας των πολιτών διά την υπόλοιπον νύκτα. Τούτο, ώς ελέχθη, θά είχεν ως αποτέλεσμα να τελεσθούν από το πρός τό Μέγα Σάββατον μεσονύκτιον μέχρι του επομένου μεσονυκτίου, του πρός τήν Μεγάλην Κυριακήν του Πάσχα, δύο Θείαι Λειτουργίαι υπό του ιδίου Λειτουργού και οι πιστοί νά κοινωνήσουν δύο φορές είς το 24ωρον αυτό χρονικόν διάστημα, όπερ αντικανονικόν, αντιπαραδοσιακόν καί άτοπον (βλ. Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου, Επιστολή πρός Φιλαδελφείς, P.G. 5, 821C, 824A, τόν ΠΘ’ Κανόνα της ΣΤ’ Οικουμενικής Συνόδου και Αγ. Νικοδήμου Αγιορείτου, Ιερόν Πηδάλιον, ερμηνεία ΞΗ’ Κανόνος Αγίων Αποστόλων, σελ.908, εκδ. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 2003).
Είς ουδεμίαν δε περίπτωσιν δέν επιτρέπεται να συμπέση και κατά το Μέγα Σάββατον (όπως δυστυχώς εξελίχθησαν τα πράγματα) εορτασμός του ΑΓΙΟΥ ΠΑΣΧΑ των Ορθοδόξων μέ τό πάσχα -νομικόν φάσκα- των Εβραίων, οι οποίοι αυτόν τον χρόνον, κατά το εν τω Μεγάλα Ωρολογίω Πασχάλιον του έτους 2021, το εορτάζουν το Μ. Σάββατον (Κανών Ζ’ Άγ. Αποστόλων, Κανών Α’ της εν Αντιοχεία Συνόδου).
Έγράφησαν και ηκούσθησαν πολλά διά το ζήτημα αυτό ένθεν κακείθεν. Έπαρουσιάσθη ή έκσυγχρονισμένη και «έκμοντερνισμένη», αλλά και ανεπέρειστος άποψις και θεωρία της τελέσεως της τελετής της Αναστάσεως και εν συνεχεία της Αναστασίμου Θείας Λειτουργίας διαρκούντος του Μεγ. Σαββάτου (δύο ώρας περίπου πρό του μεσονυκτίου) εις εκτόπισιν της μακραίωνος και από αρχαιοτάτων χρόνων παραδεδομένης ορθοδόξου πρακτικής.
Δύο Έγκύκλιοι της Ιεράς ημών Συνόδου α) 798/554/537/1-3-1955 και β) 1826/2240/1112/1 4-1971 ορίζουν σαφώς ότι : «Η τέλεσης της Αναστάσεως δέον (γενέσθαι) το μεσονύκτιον και ουχί τάς πρωϊνάς ώρας της Κυριακής του Πάσχα, συμφώνως πρός τούς Κανόνας ΠΘ’ Πενθέκτης και Α’ Διονυσίου Αλεξανδρείας. Νεωτέρα Έγκύκλιος της Ιεράς Συνόδου (2784/31-3-2004) μεταξύ άλλων αναφέρει και τα εξής: «Η Θεία Λειτουργία του Πάσχα και των Χριστουγέννων ετελείτο μετά το μεσονύκτιον και πρό της ημέρας, διά μυστηριώδη αιτίαν ότι γνώμη των Θείων Πατέρων (ευλαβής παράδοσις την οποία διασώζει ό Θεόφιλος Καμπανίας) είναι μετά μεσονύκτιον νά έγινε ή τε Γέννησις και η Ανάστασις του Σωτήρος Ιησού Χριστού».
Είς αντίκρουσιν της καινοφανούς και ανερματίστου – αντιπαραδοσιακής θεωρίας περί τελέσεως της τελετής της Αναστάσεως καί περαιώσεως της Αναστασίμου Θείας Λειτουργίας πρό του πρός τήν Μεγάλην Κυριακήν του Πάσχα μεσονυκτίου αρκεί το ακόλουθον απόσπασμα άρθρου του μακαρίου Πρεσβυτέρου – Αρχιμανδρίτου π. Επιφανίου Θεοδωροπούλου: «Κατάπληκτοι ανέγνωμεν εις τάς εφημερίδας δήλωσιν, δήθεν εκκλησιαστικής πηγής, καθ’ ήν τήν εσπέραν της Εορτής του Τιμίου Σταυρού λύεται η νηστεία. Η θεωρία αύτη τυγχάνει πάντη αστήρικτος. Εάν τά λεχθέντα είχοντο αληθείας, έπρεπεν η νηστεία να τηρηται από την εσπέραν της προηγουμένης, ίνα έχωμεν άρτιον 24ωρον και ουχί κολοβήν ημέραν. Έπρεπεν ακόμη η νηστεία της Τεσσαρακοστής νά λύηται τήν εσπέραν του Μεγάλου Σαββάτου.
Τά αυτά ισχύουσι διά πάσαν νηστείαν, ιδία της Τετάρτης και Παρασκευής, ήτις έπρεπε νά ισχύη μέχρι δύσεως του ηλίου και ακολούθως νά λύηται. Ουδείς όμως διενοήθη να υποστηρίξη τοιαύτας παραδοξότητας. Παράβασις των περί νηστείας θεσμών είναι βεβαίως κακόν. Απόπειρα όμως περιβολής των τοιούτων παραβάσεων δι’ ενδύματος νομιμότητος αποτελεί έγκλημα βαρύτατον κατά της Εκκλησίας» (+ Αρχιμ. Έπιφανίου Θεοδωροπούλου, Άρθρα Μελέται Επιστολαί, τόμος Α’, σελ. 471). Ακουέτω ταύτα καί Αδελφός Ιεράρχης της Βορείου Ελλάδος, πνευματικόν τέκνον του αγίου Γέροντος Έπιφανίου.
Είς τήν Θεόσωστον Επαρχίαν μας ετελέσθησαν άπαντα (τελετή καί Θεία Λειτουργία της Αναστάσεως) από ώρας 5ης πρωϊνής μέχρι και της 9ης π.μ., εν ειρήνη και συμμετοχή πλήθους πιστών είς τάς Ενορίας, όπου έλειτούργει Ιερεύς. Άλλωστε, κωλυομένης της τελέσεως της τελετής της Αναστάσεως και της Θείας Λειτουργίας της Αναστάσεως κατά και μετά το μεσονύκτιον, λόγω των αυστηρών μέτρων περιορισμού της κυκλοφορίας, η μόνη λύσις τελέσεως της Αναστασίμου Θείας Λειτουργίας ήσαν οι άπό ώρας 5ης πρωϊνής και εξής ώρες.
Μακαριώτατε άγιε Πρόεδρε,
Σεβασμιώτατοι άγιοι Συνοδικοί Σύνεδροι, Άχρι τούδε ετέθη το φλέγον και πολύκροτον αυτό θέμα της κανονικής τελέσεως της τελετής της Αναστάσεως και της Πασχαλίου Θείας Λειτουργίας επί κανονικής, δογματικής και παραδοσιακής βάσεως. Έγένετο αναφορά και εις τρεις (3) Εγκυκλίους της Ιεράς ημών Συνόδου διά τό αυτό θέμα, δι’ ών αποκρούονται νεωτερικοί και αντικανονικαί – αντιδεοντολογικαί καινοτομίαι.
Έκφράζω ταπεινώς τον φόβον ότι εις το κορυφαίον τούτο και υπέρτατον ζήτημα ήστοχήσαμεν και παρεκκλίναμεν της κανονικής και παραδοσιακής οδού μή θέσαντες κατα κοκκίνην γραμμήν, άλλ’ υποχωρήσαντες εις τάς φορτικάς πιέσεις και απαιτήσεις – τάς και έκνόμους και αντισυνταγματικάς- της κρατούσης Πολιτείας, όσον αφορά εις τά θέματα της Θείας Λατρείας.
Ήγνοήθησαν προγενέστεραι Συνοδικαί Αποφάσεις, κατά τα ως άνω, και παροπλισθείσης επί διετίαν περίπου της Σεπτης Ιεραρχίας -του Ανωτάτου Διοικητικού Σώματος της Ελλαδικής ημών Έκκλησίας-, μή συγκληθείσης κατά νόμον καί μή επιληφθείσης ζωτικών εκκλησιαστικών θεμάτων (όπως είναι η παρακώλυσις και ο αποκλεισμός εκ της Θείας Λατρείας του Λαού του Θεού, και δή εν ημέραις Μ.Τεσσαρακοστής, Μ. Έβδομάδος και του Αγίου Πάσχα του παρελθόντος έτους, κυρίως), έφθάσαμεν εις το να αποδεχθώμεν και την μετάθεσιν ακόμη των τεταγμένων ωρών της τελετής και της Θείας Λειτουργίας της Αναστάσεως!!!
Δέν παρέβημεν μόνον τούς προμνημονευθέντας Θείους και Ιερούς Κανόνας, όπερ συνιστά μείζον ατόπημα, αλλά και αυτόν τούτον τόν Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος (ν. 590/1977), ορίζοντα εις το κεφ.Β’, άρθρον 4, παραγρ. δ’, Περί της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας τα εξής: «Αποφασίζει περί της ασκήσεως της εκκλησιαστικής οικονομίας, συγκαταβάσεως και επιεικείας της Εκκλησίας». Έθεωρήθη ως πράξις οικονομίας ή αλλαγή της μακραίωνος αυτής παραδόσεως, αλλά η οικονομία, όταν καί άν γίνεται και εφαρμόζεται, ασκείται , κατά τά ως άνω οριζόμενα, μόνον από το Σώμα της Ιεραρχίας. Και εάν κάποιος επικαλεσθή το δυσχερές της συνεδριάσεως της Ι.Σ.Ι., υπάρχει και η περίπτωσις της αδιακόπου λειτουργίας του σώματος της Βουλής των Ελλήνων, η οποία δέν συνέρχεται άπαξ του έτους, αλλά πολύ συχνά και είναι 300 αντί 82. Εν πάση, όμως, περιπτώσει ή θέλησις των μελών της Ι.Σ.Ι. δύναται να εκφρασθή και διά των e-mails, όταν αποστολή ερωτηματολόγιον.
Μακαριώτατε, Όμολογουμένως, ή άνευ εμπεριστατωμένης μελέτης και εξετάσεως της προτάσεως τελέσεως της Ιεράς Παννυχίδος (ώρα 8.10 μ.μ. του Μεγάλου Σαββάτου) και της τελετής της Αναστάσεως (ώρα 9 μ.μ.), καί μετ’ αυτήν της άνευ Όρθρου τελέσεως της Πασχαλινής Θείας Λειτουργίας μέχρι της 10ης μ.μ., ότε επαύετο ή κυκλοφορία, βάσει της ισχυούσης Κ.Υ.Α., προεξένησε μέγαν σάλον εντός του Χριστεπωνύμου Πληρώματος και του Όρθοδόξου Ιερού Κλήρου (σύγχυσιν, ταραχήν, αντεγκλήσεις και γενικώς αναστάτωσιν). Ήτο δυστυχώς, κάτι το καινοφανές, καινοτόμον, αντιπαραδοσιακόν, αντικανονικόν και αντιθεολογικόν.
Κυρίως καί βασικώς έπληξε πολλάς, άναριθμήτους, ιερατικάς συνειδήσεις, αι οποίαι, διά τούς λόγους τους οποίους προαναφέραμεν, δέν ήτο δυνατόν να συμβιβασθούν με τα προχείρως καί άβασανίστως συζητηθέντα και συναποφασισθέντα μετά των εκπροσώπων της Πολιτείας, οι οποίοι, κατά τεκμήριον, θεωρούν ως Πάσχα και Ανάστασιν την εκφώνησιν του «Χριστός Ανέστη» επί της εξέδρας των Ιερών Ναών καί τά πυροτεχνήματα, βεγγαλικά, κροτίδες κ.λπ., τα οποία υπερκαλύπτουν τον εξαίσιον και υπέροχον αυτόν Αναστάσιμον Ύμνον καί τήν όσονούπω αναχώρησιν διά τά Πασχαλινά εδέσματα.
Όμως, τοιαύται αποφάσεις, λαμβανόμεναι εν σπουδή και επί ποδός, δεν ήταν δυνατόν να αναπαύσουν τον Ιερόν Κλήρον καί τόν φιλόχριστον Λαόν, κατά κανόνα, δι’ αυτό καί, όπως επληροφορήθην διαδικτυακώς πολλοί Ιερείς και πολλές ενορίες καθ’ άπασαν την Ελλάδα (καί καθ’ όλην την Κύπρον) δέν συνεμορφώθησαν πρός τά αποφασισθέντα, όχι από ασέβειαν πρός τήν Ιεράν Σύνοδον, αλλ’ από έντονον διαμαρτυρίαν πρός τάς πιέσεις και αποφάσεις της κρατικής εξουσίας.
Με απέραντον και απαραμύθητον λύπην επληροφορήθην τάς ποινάς και τιμωρίας, ου μήν αλλά και την παραπομπήν εις την δικαστικής εξουσίαν αδελφών Ιερέων, εκ μέρους της Έκκλησιαστικής των Αρχής, δι’ απείθειαν και παράβασιν της εντολής της Δ.Ι.Σ. και της Κ.Υ.Α., ενώ η ιερατική των συνείδησις υπαγόρευε εις αυτούς το «πειθαρχείν δει Θεώ μάλλον ή ανθρώποις» εις το κορυφαίον και αδιαπραγμάτευτον αυτό θέμα της Ορθοδόξου Πίστεώς μας.
Όμολογώ ότι ως ο ελάχιστος των Επισκόπων θλίβομαι υπερβαλλόντως διά τήν τοιαύτην αντιμετώπισης των εν θέματι Αδελφών και Συλλειτουργών μας Ιερέων, επειδή τηρούν και σέβονται το Τυπικόν καί τήν μακραίωνα Εκκλησιαστικής Παράδοσιν, αντί να λάβουν τόν έπαινον καί τά συγχαρητήρια της Διοικούσης Εκκλησίας μας. Δεν προτίθεμαι νά υπεισέλθω είς τήν κρίσιν ενεργειών Αδελφών συνεπισκόπων, αλλά σημειώνω ότι είναι κρίμα και άδικον οι Κληρικοί μας να υφίστανται και εκ των έσω διωγμούς. Εάν τινες Άδελφοί και Συλλειτουργοί έσημείωσαν άλλας σοβαράς κανονικάς παραβάσεις, άς υποστούν τάς προβλεπομένας κυρώσεις, εάν δέν χωρη κάποια επιείκεια. Έν τη προκειμένη, όμως, περιπτώσει «ουδέν άτοπον έπραξαν … τί γάρ κακόν εποίησαν;» (πρβλ. Λουκ. 23, 42 και Ματθ. 27, 23).
Θερμοτάτην παράκλησιν υποβάλλω εις την Ιεράν ήμών Σύνοδον, όπως διατάξη την αποφυγήν καί τήν ματαίωσιν των διώξεων των μελών του Ιερατικού Σώματος της Αγίας μας Εκκλησίας, δεδομένων και των ως άνω γενομένων παραλείψεων εκ μέρους της Ανωτάτης Εκκλησιαστικής μας Αρχής, καθότι τούτο θα πληγώση τάς καρδίας των πιστών χριστιανών, όταν πληροφορηθούν ότι οι πνευματικοί ποιμένες των διώκονται, διότι προησπίσθησαν τά της Εκκλησιαστικής Παραδόσεως και κληρονομίας.
Έπί δε τούτοις, υποσημειούμενος βαθυσεβάστως, διατελώ,
Ελάχιστος έν Επισκόποις
Ο Μητροπολίτης Κυθήρων & Αντικυθήρων Σεραφείμ