Το Ευαγγέλιο και ο Απόστολος για την Τρίτη 31 Δεκεμβρίου, Μελάνης οσίας Ρωμαίας, Ζωτικού Ορφανοτρόφου, Αγίων 10 παρθένων εν Νικομηδείᾳ, όπως θα ακουστούν στην Εκκλησία και με απόδοση στα νέα Ελληνικά.
Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2019
† Μελάνης οσίας Ρωμαίας, Ζωτικού Ορφανοτρόφου, Αγίων 10 παρθένων εν Νικομηδείᾳ
Ευαγγέλιο
Μάρκον 12:18-27
Μαρκ. 12,18 Καὶ ἔρχονται Σαδδουκαῖοι πρὸς αὐτόν, οἵτινες λέγουσιν ἀνάστασιν μὴ εἶναι, καὶ ἐπηρώτων αὐτὸν λέγοντες·
Μαρκ. 12,18 Ηλθαν κατόπιν εις αυτόν οι Σαδδουκαίοι, οι οποίοι έλεγον ότι δεν υπάρχει ανάστασις νεκρών, και τον ηρωτησαν·
Μαρκ. 12,19 διδάσκαλε, Μωϋσῆς ἔγραψεν ἡμῖν ὅτι ἐάν τινος ἀδελφὸς ἀποθάνῃ καὶ καταλίπῃ γυναῖκα, καὶ τέκνα μὴ ἀφῇ, ἵνα λάβῃ ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ καὶ ἐξαναστήσῃ σπέρμα τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ.
Μαρκ. 12,19 “διδάσκαλε, ο Μωϋσής στον νόμον, που μας έδωσε, έγραψε ότι εάν ο αδελφός κάποιου πεθάνη και εγκαταλείψη χήραν την γυναίκα και δεν αφήση τέκνα, πρέπει να πάρη ο αδελφός του την χήραν εκείνου και να γεννήση απόγονον στον αποθανόντα αδελφόν.
Μαρκ. 12,20 ἑπτὰ οὖν ἀδελφοὶ ἦσαν. καὶ ὁ πρῶτος ἔλαβε γυναῖκα, καὶ ἀποθνήσκων οὐκ ἀφῆκε σπέρμα.
Μαρκ. 12,20 Ησαν, λοιπόν, επτά αδελφοί· και ο πρώτος επήρε σύζυγον και όταν απέθανε, δεν αφήκεν απόγονον.
Μαρκ. 12,21 καὶ ὁ δεύτερος ἔλαβεν αὐτήν, καὶ ἀπέθανε, καὶ οὐδὲ αὐτὸς οὐκ ἀφῆκε σπέρμα. καὶ ὁ τρίτος ὡσαύτως.
Μαρκ. 12,21 Και ο δεύτερος αδελφός έλαβεν αυτήν και απέθανε, και ουδέ αυτός αφήκεν απόγονον. Και ο τρίτος επίσης.
Μαρκ. 12,22 καὶ ἔλαβον αὐτὴν οἱ ἑπτά, καὶ οὐκ ἀφῆκαν σπέρμα. ἐσχάτη πάντων ἀπέθανε καὶ ἡ γυνή.
Μαρκ. 12,22 Και επήραν αυτήν ως σύζυγον και οι επτά, χωρίς να αφήσουν απόγονον. Τελευταία δε από όλους απέθανε και η γυναίκα.
Μαρκ. 12,23 ἐν τῇ οὖν ἀναστάσει, ὅταν ἀναστῶσι, τίνος αὐτῶν ἔσται γυνή; οἱ γὰρ ἑπτὰ ἔσχον αὐτὴν γυναῖκα.
Μαρκ. 12,23 Λοιπόν κατά την ανάστασιν, όταν όλοι αυτοί αναστηθούν, εις ποίον από όλους θα ανήκη η γυναίκα; Διότι και οι επτά την έλαβον ως σύζυγον”.
Μαρκ. 12,24 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· οὐ διὰ τοῦτο πλανᾶσθε μὴ εἰδότες τὰς γραφὰς μηδὲ τὴν δύναμιν τοῦ Θεοῦ;
Μαρκ. 12,24 Και αποκριθείς ο Ιησούς τους είπε· “δεν σκέπτεσθε, πόσον πλανάσθε δι’ αυτό; Και τούτο, διότι δεν γνωρίζετε ούτε την διδασκαλίαν των Γραφών ούτε την δύναμιν του Θεού.
Μαρκ. 12,25 ὅταν γὰρ ἐκ νεκρῶν ἀναστῶσιν, οὔτε γαμοῦσιν οὔτε γαμίζονται, ἀλλ᾿ εἰσὶν ὡς ἄγγελοι οἱ ἐν τοῖς οὐρανοῖς.
Μαρκ. 12,25 Διότι, όταν αναστηθούν οι άνθρωποι εκ νεκρών ούτε νυμφεύονται οι άνδρες ούτε υπανδρεύονται αι γυναίκες, αλλά ζουν όπως οι άγγελοι του ουρανού.
Μαρκ. 12,26 περὶ δὲ τῶν νεκρῶν ὅτι ἐγείρονται, οὐκ ἀνέγνωτε ἐν τῇ βίβλῳ Μωϋσέως, ἐπὶ τοῦ βάτου πῶς εἶπεν αὐτῷ ὁ Θεὸς λέγων, ἐγὼ ὁ Θεὸς Ἀβραὰμ καὶ ὁ Θεὸς Ἰσαὰκ καὶ ὁ Θεὸς Ἰακώβ;
Μαρκ. 12,26 Ως προς δε τους νεκρούς, ότι δηλαδή θα αναστηθούν, δεν εδιαβάσατε στο βιβλίον του Μωϋσέως, εκεί όπου γίνεται λόγος δια την φλεγομένην βάτον, πως του είπεν ο Θεός; Εγώ είμαι ο Θεός του Αβραάμ και ο Θεός του Ισαάκ και ο Θεός του Ιακώβ;
Μαρκ. 12,27 οὐκ ἔστιν ὁ Θεὸς νεκρῶν, ἀλλὰ ζώντων· ὑμεῖς οὖν πολὺ πλανᾶσθε.
Μαρκ. 12,27 Ο Θεός δεν είναι Θεός νεκρών, αλλά Θεός ζωντανών και ως ζωντανούς εις την αιωνιότητα αναφέρει εδώ τους τρεις πατριάρχας. Σεις λοιπόν, πολύ πλανάσθε”.
Απόστολος
Εβραίους 4:1-13
Εβρ. 4,1 Φοβηθῶμεν οὖν μή ποτε, καταλειπομένης ἐπαγγελίας εἰσελθεῖν εἰς τὴν κατάπαυσιν αὐτοῦ, δοκῇ τις ἐξ ὑμῶν ὑστερηκέναι.
Εβρ. 4,1 Λοιπόν και ημείς, έχοντες υπ’ όψιν την τιμωρίαν των Εβραίων ας φοβηθώμεν μήπως τυχόν, ενώ ισχύει δι’ ημάς η νέα υπόσχεσις του Θεού δια να εισέλθωμεν εις την αιωνίαν ανάπαυσιν της ενδόξου Βασιλείας του, φανή ότι κάποιος από σας έχει καθυστερήσει και μένει έξω.
Εβρ. 4,2 καὶ γάρ ἐσμεν εὐηγγελισμένοι, καθάπερ κἀκεῖνοι· ἀλλ᾿ οὐκ ὠφέλησεν ὁ λόγος τῆς ἀκοῆς ἐκείνους μὴ συγκεκραμένους τῇ πίστει τοῖς ἀκούσασιν.
Εβρ. 4,2 Διότι και ημείς έχομεν πάρει την χαρμόσυνον υπόσχεσιν της αιωνίου ζωής, όπως ακριβώς εκείνοι είχαν πάρει την υπόσχεσιν δια την γην της αναπαύσεώς των. Αλλά δεν τους ωφέλησεν ο λόγος, τον οποίον ήκουσαν δια την γην της επαγγελίας, επειδή στους ακούσαντας δεν ήτο συνυφασμένος και συνδεδεμένος με την ζωντανήν πίστιν και την πρόθυμον υπακοήν.
Εβρ. 4,3 εἰσερχόμεθα γὰρ εἰς τὴν κατάπαυσιν οἱ πιστεύσαντες, καθὼς εἴρηκεν· ὡς ὤμοσα ἐν τῇ ὀργῇ μου, εἰ εἰσελεύσονται εἰς τὴν κατάπαυσίν μου· καίτοι τῶν ἔργων ἀπὸ καταβολῆς κόσμου γενηθέντων.
Εβρ. 4,3 Ημείς όμως, που έχομεν πιστεύσει, θα εισέλθωμεν εις την αιωνίαν ανάπαυσιν του ουρανού, καθώς έχει είπει ο Θεός· “Ετσι ωργισμένος εναντίον των ωρκίσθην, ότι δεν θα εισέλθουν εις την γην της αναπαύσεως, που τους έχω υποσχεθή”· καίτοι τα έργα του Θεού, συνεπώς και η γη της καταπαύσεως, έγιναν από τότε που εκτίσθη ο κόσμος.
Εβρ. 4,4 εἴρηκε γάρ που περὶ τῆς ἑβδόμης οὕτω· καὶ κατέπαυσεν ὁ Θεὸς ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ ἀπὸ πάντων τῶν ἔργων αὐτοῦ·
Εβρ. 4,4 Διότι έχει λεχθή κάπου εις την Αγίαν Γραφήν δια την εβδόμην ημέραν τούτο· “και κατέπαυσεν ο Θεός κατά την εβδόμην ημέραν από όλα τα έργα του”.
Εβρ. 4,5 καὶ ἐν τούτῳ πάλιν· εἰ εἰσελεύσονται εἰς τὴν κατάπαυσίν μου.
Εβρ. 4,5 Και πάλιν εις την Αγίαν Γραφήν έχει λεχθή· “δεν θα εισέλθουν εις την καταύπασίν μου”, όπως και πράγματι δεν εισήλθον.
Εβρ. 4,6 ἐπεὶ οὖν ἀπολείπεταί τινας εἰσελθεῖν εἰς αὐτήν, καὶ οἱ πρότερον εὐαγγελισθέντες οὐκ εἰσῆλθον δι᾿ ἀπείθειαν,
Εβρ. 4,6 Επειδή, λοιπόν, υπολείπεται να εισέλθουν κάποιοι εις την καταύπασιν και αυτοί που εδέχθησαν προηγουμένως την χαρμόσυνον υπόσχεσιν δεν εισήλθον εις αυτήν εξ αιτίας της απιστίας των,
Εβρ. 4,7 πάλιν τινὰ ὁρίζει ἡμέραν, σήμερον, ἐν Δαυΐδ λέγων, μετὰ τοσοῦτον χρόνον, καθὼς εἴρηται· σήμερον ἐὰν τῆς φωνῆς αὐτοῦ ἀκούσητε, μὴ σκληρύνητε τὰς καρδίας ὑμῶν.
Εβρ. 4,7 πάλιν ο Θεός ορίζει κάποιον άλλην ημέραν, λέγων με το στόμα του Δαυΐδ· σήμερον, ύστερα δηλαδή από τόσους αιώνας μετά τον Μωϋσέα, καθώς έχει λεχθή δια του Δαυίδ “σήμερον, εάν ακούσετε την φωνήν του Θεού, μη κάμετε σκληράς τας καρδίας σας, με την απιστίας και την ανυπακοήν σας”.
Εβρ. 4,8 εἰ γὰρ αὐτοὺς Ἰησοῦς κατέπαυσεν, οὐκ ἂν περὶ ἄλλης ἐλάλει μετὰ ταῦτα ἡμέρας·
Εβρ. 4,8 Διότι, εάν ο Ιησούς του Ναυή ωδηγούσε τους Εβραίους εκείνους της ανυπακοής και τους εισήγε τότε εις την γην της καταπαύσεως, δεν θα ωμιλούσε ο Θεός έπειτα από αυτά περί άλλης ημέρας καταπαύσεως. (Η γη της επαγγελίας εις την οποίαν εισήλθον οι Ισραηλίται δεν ήτο η γη της αληθινής, της αιωνίας αναπαύσεως. Δι’ αυτό ο Θεός ομιλεί περί άλλης αναπαύσεως).
Εβρ. 4,9 ἄρα ἀπολείπεται σαββατισμὸς τῷ λαῷ τοῦ Θεοῦ.
Εβρ. 4,9 Δια να ομιλή όμως το Πνεύμα το Αγιον περί άλλης καταπαύσεως, σημαίνει ότι απομένει αιωνία και χαρμόσυνος κατάπαυσις και μακαριότητος στον αληθινόν λαόν του Θεού.
Εβρ. 4,10 ὁ γὰρ εἰσελθὼν εἰς τὴν κατάπαυσιν αὐτοῦ καὶ αὐτὸς κατέπαυσεν ἀπὸ τῶν ἔργων αὐτοῦ, ὥσπερ ἀπὸ τῶν ἰδίων ὁ Θεός.
Εβρ. 4,10 Διότι εκείνος που εισήλθεν εις αυτήν την αιωνίαν κατάπαυσιν του Θεού, εις την βασιλείαν των ουρανών, έχει αναπαυθή και αυτός από τους αγώνας και τα έργα του, όπως ακριβώς και ο Θεός ανεπαύθη από τα ιδικά του έργα.
Εβρ. 4,11 Σπουδάσωμεν οὖν εἰσελθεῖν εἰς ἐκείνην τὴν κατάπαυσιν, ἵνα μὴ ἐν τῷ αὐτῷ τις ὑποδείγματι πέσῃ τῆς ἀπειθείας.
Εβρ. 4,11 Ας προσπαθήσωμεν, λοιπόν, με κάθε επιμέλειαν και δραστηριότητα να εισέλθωμεν εις εκείνην την ουρανίαν ανάπαυσιν, δια να μη πέση κανείς στο αυτό κατάντημα και πάθημα των απίστων και ανυποτάκτων Ιουδαίων.
Εβρ. 4,12 Ζῶν γὰρ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ ἐνεργὴς καὶ τομώτερος ὑπὲρ πᾶσαν μάχαιραν δίστομον καὶ διϊκνούμενος ἄχρι μερισμοῦ ψυχῆς τε καὶ πνεύματος, ἁρμῶν τε καὶ μυελῶν, καὶ κριτικὸς ἐνθυμήσεων καὶ ἐννοιῶν καρδίας,
Εβρ. 4,12 Διότι ο λόγος του Θεού δεν είναι νεκρός και αδρανής, αλλά ζωντανός και δραστήριος, κοπτερώτερος από κάθε κολοτροχισμένο δίκοπο μαχαίρι, ικανός να εισδύη εις όλην την ύπαρξιν του ανθρώπου, μέχρι που να ξεχωρίζη την ψυχήν και τα πνευματικά χαρίσματα του ανθρώπου, τας αρθρώσεις και τους μυελούς· και έχει την δύναμιν να ερευνά και να κρίνη και τας πλέον αφανείς και κρυφίας σκέψεις και εννοίας της καρδίας.
Εβρ. 4,13 καὶ οὐκ ἔστι κτίσις ἀφανὴς ἐνώπιον αὐτοῦ, πάντα δὲ γυμνὰ καὶ τετραχηλισμένα τοῖς ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ, πρὸς ὃν ἡμῖν ὁ λόγος.
Εβρ. 4,13 Και δεν υπάρχει κανένα κτίσμα αφανές και αόρατον ενώπιον του Θεού, αλλ’ όλα είναι γυμνά και ξέσκεπα εις τα μάτια αυτού, προς τον οποίον και ημείς μίαν ημέραν θα λογοδοτήσωμεν.
ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΤΕΧΘΗ!
[the_ad id=”154252″]