«Υπομένων υπέμεινα τον Κύριον», λέγει ο Ψαλμωδός. Εάν είχαμε κάποιον πόνο, και τον πούμε στον γέροντα, δεν μιλάμε για την υπομονή μας.
Εάν κάναμε εγχείρησι και παλι πονάμε και του το αναφέρωμε, πάλι δεν μιλάμε για την υπομονή μας.
Τότε, γιατί τα λέμε αυτά;
Για να δείξομε ότι ο πόνος μας θυμίζει αυτή την ψεύτικη ζωή και ότι τίποτε δεν είναι αληθινό παρά μόνον ο Θεός;
Αν ναι, καλώς· αν όμως όχι, γιατί του τα ανακοινώνουμε;
Άλλο παράδειγμα:
Είσαι μοναχός και δεν σε εμπιστεύεται ο γέροντάς σου. Εάν δεν σε εμπιστεύεται, που είναι η υπομονή σου ενώπιον του Θεού; Τώρα έχεις μία περαιτέρω αφορμή για να δείξης την σύζυγό σου, την ταπεινοφροσύνη, ώστε να αποκτήσεις την κοινωνία σου με τον Χριστόν. Κατα βάθος βέβαια, ο γέροντας σε εμπιστεύεται, απλώς έτσι σου εκφράζεται.
Ή είσαι παντρεμένος και λες στον πνευματικό σου: Η γυναίκα μου με απατά. Έχω αποδεικτικά στοιχεία. Αυτό γιατί το λες; Για να δείξεις την υπομονή σου στον Θεό; Εάν ναι, τότε πες: Θεέ μου, αυτή την σύζυγο που έχω την ανέχομαι, όπως έκαναν οι άγιοί σου και οι προφήτες· δεν θέλω να υπερασπισθώ τον εαυτό μου. Να ξέρετε ότι πάντα έχει σημασία τι ζητάμε, ποιον υπομένομε και ποιον έχομε μπροστά μας.
Γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης, Λόγος περί Νήψεως