Η Οσία Ανθούσα και Αθανάσιος ο ιερομάρτυρας που βάπτισε αυτήν, και οι δύο υπηρέτες της Χαρίσιμος και Νεόφυτος
Η Οσία Ανθούσα έζησε στα χρόνια του βασιλιά Ουαλεριανού (253-259) και καταγόταν από την Σελεύκεια της Συρίας. Ήταν κόρη πλούσιων ειδωλολατρών γονέων, του Αντωνίνου και της Μαρτυρίας (Μαρίας).
Επιθυμώντας να δει τον διδάσκοντα επίσκοπο Αθανάσιο στην Ταρσό της Κιλικίας, έπεισε τη μητέρα της να μεταβεί εκεί μαζί με δύο υπηρέτες της, τον Χαρίσιμο και τον Νεόφυτο, με την πρόφαση ότι θα δει την τροφό της.
Όταν βρήκε τον Αθανάσιο, βαπτίσθηκε απ’ αυτόν και εκάρη μοναχή.
Κατόπιν αποσύρθηκε στην έρημο και εκεί, αφού για 23 ολόκληρα χρόνια έζησε ασκητικά, απεβίωσε ειρηνικά.
Ο δε Άγιος Αθανάσιος, οδηγήθηκε στον Ουαλεριανό και επειδή δεν δέχτηκε να θυσιάσει στα είδωλα, αποκεφαλίστηκε.
Το ίδιο και οι υπηρέτες της Ανθούσας, Χαρίσιμος και Νεόφυτος, ομολόγησαν με θάρρος τον Χριστό μπροστά στον βασιλιά και αποκεφαλίστηκαν.
Άγιοι Ειρηναίος, Ωρ και Ορόψις
Ο Ειρηναίος διέπρεπε μεταξύ των ιερέων της Εκκλησίας του Χριστού.
Δεν στήριζε μόνο με την διδασκαλία του και το παράδειγμα του τους πιστούς, αλλά άπλωνε τα πνευματικά του δίχτυα και στους άπιστους και πολλούς απ’ αυτούς έφερνε στην κιβωτό της σωτηρίας, δηλαδή στην Εκκλησία του Χρίστου.
Για τη δραστηριότητα του αυτή, συνελήφθη και υπέστη φρικτά μαρτύρια. Οι δύο άλλοι όμως, ο Ωρ και Ορόψις, είχαν το θάρρος και έκαναν δριμύτατη παρατήρηση στον έπαρχο, που ήταν θεατής των βασανιστηρίων.
Τότε και αυτοί είχαν την ίδια τύχη. Βασανίστηκαν μαζί με τον ιερέα, και οι τρεις κατόπιν ρίχτηκαν μέσα στη φωτιά.
Αλλά ξαφνικά, ραγδαία βροχή έσβησε τη φωτιά και οι τρεις μάρτυρες βγήκαν ανέγγιχτοι από το καμίνι. Πανικόβλητος τότε ο έπαρχος έδωσε διαταγή και τους αποκεφάλισαν.