Ορθοδοξία

Τρεις καταστάσεις του βίου υπάρχουν

Όσιος Νικήτας ο Στηθάτος: Πότε υπάρχει αμοιβαία ένωση με το Θεό

Όσιος Νικήτας ο Στηθάτος
Δεύτερη εκατοντάδα φυσικών κεφαλαίων περί καθάρσεως του νου

 

1. Αρχή της αγάπης του Θεού είναι η καταφρόνηση των βλεπομένων και των ανθρωπίνων πραγμάτων. Μεσότητα, η κάθαρση της καρδιάς και του νου, από την οποία ανοίγουν νοερά τα μάτια του νου και αποκτούμε επίγνωση της βασιλείας των ουρανών που είναι κρυμμένη μέσα μας. Και τέλος της, ο ακράτητος έρωτας των υπερφυσικών δωρεών του Θεού και η φυσική επιθυμία της ενώσεως με το Θεό και της αιώνιας αναπαύσεως σ’ Αυτόν.

 

2. Όπου υπάρχει ο έρωτας του Θεού και η εργασία των νοητών πραγμάτων και η μέθεξη του απροσίτου φωτός, εκεί υπάρχει και η ειρήνη των δυνάμεων της ψυχής και η κάθαρση του νου και η ενοίκηση της Αγίας Τριάδος. Γιατί ο Κύριος είπε: «Όποιος με αγαπά, θα τηρήσει το λόγο μου, και ο Πατέρας μου θα τον αγαπήσει, και θα έρθομε σ’ αυτόν και θα κατοικήσομε μαζί του» .

 

3. Τρεις καταστάσεις του βίου υπάρχουν: η σαρκική, η ψυχική και η πνευματική. Η κάθε μία απ’ αυτές έχει αντίστοιχη διάθεση ζωής που διαφέρει από την άλλη.

 

4. Η σαρκική κατάσταση του βίου, καταγίνεται ολωσδιόλου στις ηδονές και απολαύσεις της ζωής αυτής, και δεν έχει κανένα κοινό με την ψυχική ή την πνευματική κατάσταση, ούτε και θέλει να αποκτήσει.

Η ψυχική είναι στο μεταίχμιο κακίας και αρετής, και αποβλέπει μόνο στην φροντίδα και ευρωστία του σώματος, και στον έπαινο των ανθρώπων. Αποφεύγει εξίσου και τους κόπους της αρετής και τις πράξεις της σάρκας, και δεν κλίνει ούτε στην αρετή ούτε στην κακία λόγω της αντιθέσεώς τους. Στην μεν αρετή γιατί είναι σκληρή και κοπιαστική, στην δε κακία, για να μη χάσει τους επαίνους των ανθρώπων.

Η πνευματική όμως κατάσταση του βίου, ούτε θέλει να έχει, ούτε καταγίνεται με αυτά τα δύο κακά, αλλά είναι τελείως ελεύθερη και από τη μία και από την άλλη κατάσταση, και με τα ασημένια φτερά της αγάπης και της απάθειας πετά πάνω και από τις δύο- και δεν πράττει δηλαδή κάτι το απαγορευμένο, και αποφεύγει την αργία των καλών.

 

5. Εκείνοι που ζουν σαρκικά και κυριαρχούνται από το φρόνημα της σάρκας και είναι ολότελα σάρκες, δεν μπορούν να αρέσουν στο Θεό. Είναι σκοτεινοί στα φρονήματα και τελείως αμέτοχοι των ακτίνων του θείου φωτός, γιατί καλύπτονται από τα νέφη των παθών, που σαν ψηλά τείχη εμποδίζουν τις ακτίνες του Πνεύματος, κι έτσι μένουν αφώτιστοι.

Επειδή είναι ανάπηρες οι αισθήσεις των ψυχών τους, δεν μπορούν να ανυψωθούν προς τα νοητά κάλλη του Θεού και να δουν το φως της όντως αληθινής ζωής και να υψωθούν πάνω από την ταπεινότητα των ορατών. Αλλά σαν να έγιναν κατά κάποιο τρόπο κτήνη, διατηρώντας μόνο την αίσθηση του κόσμου, δεσμεύουν το αξίωμα του λογικού στα αισθητά και ανθρώπινα πράγματα.

Και αφιερώνουν όλες τις δυνάμεις τους για τα ορατά και μάχονται γι’ αυτά μεταξύ τους, ώστε κάποτε δίνουν γι’ αυτά και τη ζωή τους· είναι προσηλωμένοι στα χρήματα, στη δόξα και στις ηδονές της σάρκας, και όταν δεν τα πετυχαίνουν, το θεωρούν μεγάλη ζημία. Προς αυτούς απευθύνεται εύλογα εκείνος ο προφητικός λόγος εκ μέρους του Θεού: «Δε θα μείνει το πνεύμα μου στους ανθρώπους τούτους, γιατί αυτοί είναι σάρκες».

 

6. Εκείνοι που ζουν ψυχικά, και γι’ αυτό ονομάζονται ψυχικοί, είναι μισοανόητοι και σαν να έχουν παράλυτα μέλη. Δεν προθυμοποιούνται ποτέ να κοπιάσουν για χάρη της αρετής και της εντολής του Θεού, και αποφεύγουν τις αξιοκατάκριτες πράξεις για να έχουν τιμή από τους ανθρώπους. Υποδουλωμένοι στη φιλαυτία, η οποία τρέφει όλα τα πάθη, δεν παραλείπουν καμιά φροντίδα για την υγεία και απόλαυση της σάρκας. Αποφεύγουν κάθε θλίψη και κόπο και κακοπάθεια για χάρη της αρετής, και περιποιούνται πέρα απ’ ό,τι πρέπει το πολέμιο σώμα.

Ζώντας με αυτόν τον τρόπο, ο νους τους γίνεται ολωσδιόλου γη, καθώς παχύνεται από τα πάθη, και δεν μπορούν να δεχτούν τα νοητά και θεία πράγματα, με τα οποία η ψυχή αρπάζεται από την ύλη και περιφέρεται στους νοητούς ουρανούς. Αυτό το παθαίνουν γιατί κατέχονται ακόμη από το υλιστικό πνεύμα, καθώς αγαπούν τη ζωή τους και προκρίνουν να κάνουν τα θελήματά τους.

Επειδή λοιπόν είναι άδειοι από Άγιο Πνεύμα, είναι αμέτοχοι και των χαρισμάτων Του. Γι’ αυτό ούτε είναι δυνατό να δει κανείς σ’ αυτούς θεϊκό καρπό, δηλαδή αγάπη προς το Θεό και τον πλησίον, ή χαρά στις θλίψεις και στη φτώχεια, ή ειρήνη ψυχής, ή βαθιά πίστη, ή περιεκτική εγκράτεια, μα ούτε και κατάνυξη ή δάκρυα, ή ταπείνωση και συμπάθεια. Όλα σ’ αυτούς είναι γεμάτα έπαρση και υπερηφάνεια.

Γι’ αυτό και δεν μπορούν από μόνοι τους να εμβαθύνουν στα βάθη του Πνεύματος. Γιατί δεν έχουν κανένα φως μέσα τους που να φωτίζει το νου τους να καταλαβαίνει τις Γραφές, αλλά και ούτε ανέχονται να τα ακούνε από άλλους. Δικαιολογημένα λοιπόν γι’ αυτούς ο Απόστολος αποφάνθηκε: «Άνθρωπος ψυχικός δε δέχεται τα του Πνεύματος του Θεού, αφού γι’ αυτόν είναι μωρία· και δεν ξέρει ότι ο Νόμος είναι πνευματικός και επομένως κατανοείται μόνο με τη βοήθεια του Πνεύματος».

 

7. Εκείνοι που ζουν εναρμονισμένοι με το Πνεύμα και έχοντας αναλάβει αποκλειστικά την πνευματική ζωή, είναι ευάρεστοι στο Θεό, αφιερωμένοι σ’ Αυτόν σαν ναζιραίοι [αφιερωμένοι]. Γιατί πάντοτε με τους κόπους τους καθαρίζουν τις ψυχές τους και τηρούν τις εντολές του Κυρίου και χύνουν το αίμα τους για την αγάπη Του.

Καθαρίζουν τη σάρκα με νηστείες και αγρυπνίες. Λεπτύνουν με δάκρυα την παχύτητα της καρδίας. Νεκρώνουν τα μέλη τους με κακοπάθειες. Με προσευχή και μελέτη γεμίζουν από φως το νου τους και τον κάνουν λαμπρό.

Με την απάρνηση των θελημάτων τους, αποδεσμεύουν τις ψυχές τους από τις εμπαθείς κλίσεις του σώματος και ενώνονται ολόκληροι με μόνο το Πνεύμα.

Γι’ αυτό και εύλογα, όχι μόνον αναγνωρίζονται ως πνευματικοί, αλλά και από όλους έτσι ονομάζονται. Αυτοί, φτάνοντας σε απάθεια και αγάπη, παίρνουν φτερά για τη θεωρία της κτίσεως, και από εκεί δέχονται τη γνώση των όντων με σοφία, η οποία είναι κρυμμένη στο Θεό και δίνεται μόνο σ’ εκείνους που ανέβηκαν πάνω από την ταπεινότητα του σώματος.

Αφού λοιπόν ξεπεράσουν την αίσθηση του κόσμου και φτάσουν με φωτισμένη διάνοια στα υπέρ την αίσθηση, αποκτούν δύναμη λόγου και απευθύνουν στην εκκλησία του Θεού και στο πολύ πλήθος των πιστών λόγους αγαθούς από καθαρή καρδιά. Και γίνονται στους ανθρώπους αλάτι και φως, όπως λέει και ο Κύριος σ’ αυτούς: «Εσείς είστε το φως του κόσμου και το αλάτι της γης».

 

Από την «Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών», τόμος δ΄, των εκδόσεων το Περιβόλι της Παναγίας, μετάφραση Αντώνιος Γαλίτης.