ΑΠΟΨΕΙΣ

Τα χριστιανικά μασκαρέματα

 

 

 

Αρχίζει σε λίγες ημέρες το Τριώδιο, η προπαρασκευαστική της Μεγάλης Τεσσαρακοστής περίοδος, αυτή που έχει αλλοτριωθεί βάναυσα. Έχει αναμειχθεί η εκκλησιαστική διδαχή με έθιμα κυρίως εισαγόμενα. Πρώτη Κυριακή -από τις τέσσερις- που περιλαμβάνει είναι η λεγόμενη του Τελώνη και Φαρισαίου. Τα έχει ορίσει έτσι η Εκκλησία μας και τα αγιογραφικά αναγνώσματα είναι λίαν διδακτικά για τις επιλογές μας τις επόμενες εβδομάδες και στη ζωή μας όλη.

Το ευαγγελικό ανάγνωσμα της προαναφερθείσας Κυριακής μάς υπενθυμίζει τη σωστή και αποτελεσματική προσευχή, που είναι αναμφισβήτητα η γεμάτη ταπείνωση συντριβή και μετάνοια. Ταυτόχρονα, η αποστολική περικοπή διδάσκει την ανάγκη να μείνουμε σταθεροί στις επιλογές μας, αφού η πίστη μας βασίζεται όχι σε απλά ανθρώπινα κατορθώματα αλλά σε αιματοβαμμένα συναξάρια Αγίων. Παρ’ όλα αυτά, η ζωή μας ως χριστιανοί κάθε άλλο παρά δείχνει την επίγνωση της παρακαταθήκης, της ευθύνης και της υποχρέωσης που έχουμε λάβει με το βάπτισμά μας. Η επιπολαιότητα έχει εισβάλει στη βιοτή μας και η υποκρισία έχει κυριεύσει τις πράξεις μας. Τα καρναβάλια υπάρχουν στους δρόμους και στις πλατείες και, δυστυχώς, ταυτίζεται με αυτά η διασκέδασή μας, ο χρόνος μας, η συνήθειά μας.

Το Τριώδιο ανοίγει εντός και εκτός της Εκκλησίας. Ο κόσμος λέει να μασκαρευτούμε και η Εκκλησία φωνάζει να σοβαρευτούμε. Οφείλουμε να είμαστε πιστοί και εδραίοι σ’ αυτό που μάθαμε ως χριστιανοί, αν πράγματι θέλουμε έτσι να λογιζόμαστε, και πρέπει αναλόγως να συμπεριφερόμαστε. Η αντίσταση με κάθε μέσο στη θύελλα των ισοπεδωτικών θεωριών είναι απαραίτητη και σωτήρια. Την Κυριακή ο Ιησούς θα μας μεταφέρει με τον Λόγο Του στο κοινό σημείο τόπου και σκοπού δύο ατόμων, στον ναό και για προσευχή. Διαφορετικός όμως είναι ο λόγος: Ο μεν έρχεται με μετάνοια, ο δε με κομπασμό. Ο πρώτος κερδίζει με τη βαθιά αυτοσυνειδησία του, ο δεύτερος χάνει με τον θρησκευτικό ναρκισσισμό του. Η προσευχή είναι τροφοδοσία ψυχής και όχι επίδειξης αφορμή.

Τα κοσμικά καρναβάλια απαιτούν να γδυθούμε και η Εκκλησία παρακαλεί να ντυθούμε ειλικρίνεια, ταπείνωση, ρεαλισμό. Όποιος συμμετέχει στις αποκριάτικες γιορτές βγάζει τα ρούχα της πραγματικής καθημερινότητας ή και συμβατικότητας, και εύκολα τα αντικαθιστά με όσα του επιβάλλει το βαθύτερο θέλω του ή το ανεκπλήρωτο απωθημένο του.

Η Εκκλησία, με την υμνολογική γραφίδα της, προτρέπει να βγάλουμε τις μάσκες που φέρουμε -αν και χριστιανοί- με πολλή άνεση και περισσό κομπασμό. Μας λέει να μην ανάβουμε κεριά και, ταυτόχρονα, να καίμε προσωπικότητες, να κάνουμε μετάνοιες για να μας βλέπουν οι Αγιοι όταν τους ζητάμε χατίρια και οι άνθρωποι να μας θαυμάζουν.

Είναι φοβερή η ανακολουθία μας να πηγαίνουμε στη λειτουργική σύναξη και, στην ουσία, να μη συμμετέχουμε. Να νηστεύουμε τροφές, όχι από λόγια· να χαρακτηρίζουμε τα φαγητά αλλά και τους ανθρώπους. Να κάνουμε ό,τι απαιτεί από εμάς η κοινωνία, αλλά όχι ό,τι μας διδάσκει η Εκκλησία.

Ζούμε στην εποχή των δικαιωμάτων. Διεκδικούμε με κάθε μέσο ό,τι νομίζουμε ότι μας ανήκει ή μας αξίζει. Αν όλα τα κατακτήσουμε, ένα δεν μας πρέπει: να κρίνουμε τους άλλους, όπου τους βλέπουμε ή τους βρίσκουμε. Ομολογουμένως, αυτή είναι η παθογένεια των εκκλησιαζομένων. Καταντήσαμε εκούσια μασκαράδες, με πολλά ενδύματα και εμφανίσεις. Ας γδυθούμε, επιτέλους, από τα ρούχα που μας χάρισαν η κοινωνική υποκρισία και ο θρησκευτικός καθωσπρεπισμός, αυτά που είναι ραμμένα με περιέργεια, ψευτιά και εγωπάθεια.

 

π.ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΧΡΥΣΟΠΟΥΛΟΣ- Θεολόγος, διδάσκων Πανεπιστημίου Πειραιώς