Δεν πρέπει να φοβηθεί ο ιερέας να αποδιώξει τον αναίσχυντο και τον αμετανόητο από την Θεία Κοινωνία. Είναι βοσκός και το πρόβατο που έχει αρρώστια στο στόμα του δεν το αφήνει να πιει νερό αλλά το αποδιώχνει.
Όλη η κακότροπος αυτή συμμετοχή των χριστιανών, παρόλο που έχει την βλάσφημη πρόκλησή της, προέρχεται από την δίψα τους για τον Θεό. Ποθούν την αιωνιότητα.
Μία μυστική χαρά και απροσδιόριστη ανάγκη για αιωνιότητα τους ελκύει και πλησιάζουν. Καλά – καλά δεν ξέρουν τι είναι αυτό που τους τρέχει και τους συγκινεί. Μόνο ψάχνουν. Και είναι ο Θεός που μέσα τους ζει. Είναι αυτό που ο Ιερός Αυγουστίνος έλεγε: «Κύριε, σε έψαχνα παντού για να σε βρω και γύρισα σε τόσους δρόμους και όμως ήσουνα τόσο κοντά μου, που δεν σ’ έβλεπα, ήσουνα μέσα μου, και δεν το έβλεπα». Αυτήν την εικόνα του Θεού, που κουβαλά μέσα του κάθε χριστιανός και έχει επικαλυφθεί από την ζωή του κόσμου και της αμαρτίας, οφείλουμε εμείς οι κληρικοί να την καθαρίσουμε σαν ένα παλίμψηστο που έχει επικαλυφθεί με άλλες επιχρίσεις. Ο λαός είναι εγκαταλειμμένος και παρατημένος στην άγνοια και στην τυπικότητα, κανείς δεν του μιλά και δεν του διδάσκει το ύψιστο μάθημα, αυτό της ευλαβούς και συνεχούς Θείας Κοινωνίας. Γεμίσαμε με ηθικολογικές διδασκαλίες τον λαό του Θεού, με έναν καθωσπρεπισμό δυτικού τύπου, με μία νοοτροπία ευσεβισμού και τυπική σχέση με τον Θεό, σαν τα συγχωροχάρτια της Δύσης και την αξιομισθία των έργων. Ποιος του μίλησε για τον σκοπό και το κέντρο της κάθε εορτής; Ποιος τον κατήχησε πώς να κοινωνά με καθαρή την συνείδησή του; Όλα έχουν καταληφθεί από έναν κακότροπο θρησκευτικό καταναγκασμό. Η αδιαφορία και η αμέλεια των ποιμένων οδηγούν σε αυτό το κατάντημα. Και άραγε φταίει ο λαός; Ο προφήτης Ιεζεκιήλ με πολύ πόνο μεταφέρει το παράπονο του Θεού για τους ποιμένες του Ισραήλ, λέγοντας ότι ποιμαίνουν εαυτούς και όχι τα πρόβατα. Αυτοί καλοτρώνε, αρμέγουν τα πρόβατά τους και παίρνουν το γάλα τους, παίρνουν το μαλλί τους και το κρέας τους, αλλά ποτέ τους δεν τα ταΐζουν και ούτε τα περιποιούνται. Έχουν γίνει ισχνά και καχεκτικά από την εγκατάλειψη.
Όμως πώς άραγε μπορεί να συμπεριφερθεί ένας ιερέας στα πλήθη του λαού που συνωστίζονται, για να αποτρέψει την ασεβή και κακότροπη προσέλευσή τους στην Θεία Κοινωνία; Είναι μία δύσκολη ώρα. Ο Ιερός Χρυσόστομος με πολλή αγωνία και με σκληρή γλώσσα βάζει τους ιερείς προ των ευθυνών τους για το έργο αυτό της Μετάδοσης των Τιμίων Δώρων. Το Αίμα του Χριστού θα ζητηθεί από τα χέρια τους, αν Το μεταδίδουν στους αναξίους τους οποίους ξέρουν ότι κουβαλούν την πονηρία τους.
Ασφαλώς η πρόληψη και η μέσα στον χρόνο κατήχηση είναι η καλή αντιμετώπιση. Όμως και ο έλεγχος και η δύναμη του λόγου μπορούν να συνταράξουν και να φέρουν την συναίσθηση και την αλλαγή. Έτσι λέγει ο Ιερός Πατήρ ότι ο ιερέας πρέπει νά έχει δύο χαρακτηριστικά στον λόγο του, την δύναμη της γλώσσας του και την περιφρόνηση των επαίνων. Αν σκεφτεί κανείς ότι θα τον κατηγορήσουν, επειδή απαιτεί την τάξη και την επιβάλλει και δημιουργεί στους πιστούς ενοχές και έμμεσα τους απομακρύνει από την Θεία Κοινωνία, κλείνει το στόμα του και αποφασίζει να αφήσει τα πράγματα να κυλήσουν ασεβώς. Αν όμως με αγωνία καρδιάς, προσευχή και δύναμη λόγου φέρει σε συναίσθηση τον λαό, τότε κέρδισε τον αληθινό εορτασμό. Αυτό όμως θέλει υπομονή και χρόνο πολύ. Έτσι η ποιμαντική διακονία για την λειτουργική συμπεριφορά των πιστών στην συμμετοχή τους στην Θεία Κοινωνία έχει τις εξής δύο προοπτικές. Η πρώτη είναι το «παρακάλεσον» (Β’ Τιμ. 4, 2) και η δεύτερη είναι το «έλεγξον αποτόμως» «μετά πάσης επιταγής (=αυθεντίας)» (Τίτ. 2, 15) και «ενώπιον πάντων» και όλα αυτά ως μία παιδαγωγική μέθοδος «ίνα υγιαίνωσιν εν τη πίστει» (Τίτ. 1, 13) και «ίνα και οι λοιποί φόβον έχωσι» (Α’ Τιμ. 5, 20).
Η πρώτη προοπτική αναφέρεται στην παρακλητική απλή διδασκαλία του ιερέα που καλλιεργεί το ποίμνιό του στην αληθή γνώση, στην αληθινή δηλαδή προετοιμασία για να μετέχει των Αχράντων Μυστηρίων. Αυτή η διδασκαλία και η γνώση περιλαμβάνεται και περιέχεται στην πίστη στο Μυστήριο, στην ερμηνεία της Θείας Λειτουργίας και της πρόσκλησης της Εκκλησίας «μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε», που δεικνύει καθαρά τον τρόπο συμμέτοχης στην Θεία Κοινωνία.
Η δεύτερη προοπτική είναι η από άμβωνος μεταφορά λόγων των Πατέρων της Εκκλησίας όπου εφιστάται η προσοχή των κοινωνούντων σύμφωνα με τον λόγο του Απ. Παύλου, «ώστε ος αν εσθίη τον άρτον τούτον ή πίνη το ποτήριον του Κυρίου αναξίως, ένοχος έσται του σώματος και αίματος του Κυρίου. δοκιμαζέτω δε άνθρωπος εαυτόν, και ούτως εκ του άρτου εσθιέτω και εκ του ποτηριού πινέτω· ο γαρ εσθίων και πίνων αναξίως κρίμα εαυτώ εσθίει και πίνει, μη διακρίνων το σώμα του Κυρίου. Διά τούτο εν υμίν πολλοί ασθενείς και άρρωστοι και κοιμώνται ικανοί…» (Α’ Κορ. 11, 27-30). Ο λόγος μπορεί να σκληρύνει και να γίνει έλεγχος μόνο και μόνο για να έλθει η μετάνοια και η ακριβής συναίσθηση των ερχομένων να κοινωνήσουν άνευ μετανοίας. Ο στόχος δεν είναι ο ιερέας με τον λόγο του να ξεριζώσει τον άνθρωπο ανελέητα και να τον αποδιώξει ως αμαρτωλό, κρατώντας για τον εαυτό του τον ρόλο του τιμητή, του δικαστή και του εκτελεστή. Ασφαλώς και ο ελεγκτικός λόγος πρέπει να φέρει την συμπάθεια και τον μοναδικό στόχο να μην ξεριζώσει, αλλά να οδηγήσει στην μετάνοια και την σωτηρία. Σκοπός τελικά είναι να υγιαίνουν οι χριστιανοί στην πίστη τους και οι υπόλοιποι, οι αναίσχυντοι, να έχουν τον φόβο και να μην εμπαίζουν το μυστήριο. Η ποιμαντική αυτή συμπεριφορά είναι τεκμήριο αληθούς ποιμένος, «έστι γαρ και τούτο αγαθού ποιμένος τεκμήριον» (Κλίμαξ Ιωάννου, έκδ. “Παρακλήτου”, σελ. 382).
Και όντως ο Ιερός Χρυσόστομος, παρόλο που ήταν ο πατέρας της αγάπης και της φιλανθρωπίας, θεωρούνταν και ο φορτικός ιεροκήρυξ λόγω του ελέγχου που ασκούσε. Και αυτός απαντούσε: «Ο ελεγκτικός λόγος μοιάζει με τη φωτιά που καίει τα πήλινα σκεύη. Δεν τα καίει για να τα καταστρέψει, αλλά για να τα κάνει άθραυστα και χρήσιμα. Γι’ αυτό ο διδάσκαλος πρέπει να προσέχει πώς ελέγχει, πώς θα πληγώσει με τη χάρη του Θεού, με σκοπό να μη συντρίψει το σκεύος, αλλά να το λειάνει, να το ορθώσει, να το κάνει εύχρηστο στον Χριστό. Διότι το πήλινο εκείνο σκεύος, ο χριστιανός που δεν θα καεί σ’ αυτή τη ζωή από τη φωτιά του ελέγχου, μπορεί να καεί στην άλλη ζωή, όπου η φωτιά εκείνη θα είναι η αιώνια κόλαση. «Η γαρ ημέρα Κυρίου εν πυρί αποκαλύπτεται». Είναι προτιμότερη η φωτιά των λόγων του Θεού εδώ στη γη, που λίγα χρόνια θα διαρκέσει, παρά η αιώνια εκείνη φλόγα της κολάσεως». Ο διδάσκαλος που ελέγχει μοιάζει με τον σφυροκόπο.
«Μη δυσανασχετείτε με το βάρος των λόγων μου· τα βαριά ελεγκτικά μου λόγια ελαφρύνουν τις ψυχές από τα αμαρτήματα. Το σφυρί είναι βαρύ και το αμόνι πολύ βαρύτερο, αλλά κατασκευάζει εύχρηστα σκεύη, χρυσά και άργυρα, κι ακόμη και στραβωμένα τα ισιώνει. Αν δεν ήταν βαρύ το σφυρί, πώς θα μπορούσε να ισιώσει την άμορφη μάζα; Έτσι και ο λόγος μας ο βαρύς και ελεγκτικός μπορεί να καλλιεργήσει την ψυχή. Μη λοιπόν αποφεύγουμε τα βαριά ελεγκτικά λόγια, ούτε και τις πληγές που δημιουργούνται από αυτά. Ο λόγος αυτός δεν έχει σκοπό να διαλύσει και να κομματιάσει την ψυχή και να την πληγώσει, αλλά να την διορθώσει».
Ο Ιερός Πατήρ παρότρυνε τους ιερείς και σε επεμβάσεις ακραίες μόνο και μόνο για την σωτηρία των αδελφών. Δεν πρέπει να φοβηθεί ο ιερέας να αποδιώξει τον αναίσχυντο και τον αμετανόητο από την Θεία Κοινωνία. Είναι βοσκός και το πρόβατο που έχει αρρώστια στο στόμα του δεν το αφήνει να πιει νερό αλλά το αποδιώχνει. Πηγή ζωής είναι η Θεία Κοινωνία και πρέπει να την φυλάγει. Και αν ακόμη αυτός είναι ο στρατηγός και οι μεγάλοι της γης μη φοβηθεί να τους αποπέμψει, διότι ο ιερέας έχει μεγαλύτερη εξουσία από αυτούς. Δεν μπορεί να στέκεται αδιάφορος και αμελής, οφείλει να αντιδράσει. Πώς να δώσει ξίφος στον άνθρωπο αντί της ουράνιας τροφής; Λέγει μάλιστα πως, αν οι ίδιοι δεν τολμούν και φοβούνται, τότε θα έρθει ο ίδιος και θα διώξει τον αυθάδη και αναίσχυντο που τολμά να αγγίξει τα Άγια. Προτιμά να πεθάνει και να χύσει το αίμα Του παρά να μεταδώσει το Αίμα του Χριστού στον ανάξιο. Ας δούμε τα λόγια του με ακρίβεια.
«Κι αν είναι ο στρατηγός, κι αν είναι ο ύπαρχος, κι αν είναι αυτός ο βασιλιάς με το διάδημά του και προσέρχεται ανάξια, εμπόδισέ τον, πιο μεγάλη εξουσία έχεις από εκείνον. Συ ο ιερέας, αν σου ανέθεταν να φυλάγεις μία πηγή νερού και κάποια στιγμή έβλεπες ένα πρόβατο να έρχεται να πιει έχοντας στο στόμα του αρρώστια, ασφαλώς και δεν θα μπορούσες να το αφήσεις να σκύψει κάτω και να μαγαρίσει το νερό, όμως εδώ έχεις την ευθύνη όχι για το νερό, αλλά για το Αίμα του Χριστού και το Άγιον Πνεύμα και, ενώ βλέπεις να πλησιάζουν κάποιοι που έχουν χειρότερη αμαρτία από τις ακαθαρσίες της γης, δεν αγανακτείς και δεν τους εμποδίζεις; Και ποια συγγνώμη θα έχεις από τον Θεό; Γι’ αυτό και ο Θεός εμάς τους ιερείς μας τίμησε με την τιμή αυτή, να έχουμε διάκριση για αυτά και να μπορούμε να τα βλέπουμε. Αυτή είναι η αξία σας ως ιερείς, αυτή είναι η ασφάλεια, αυτό είναι όλο το στεφάνι σας, όχι το να φοράτε λευκά και αποστίλβοντα άμφια και να περιδιαβαίνετε. Και θα μου πεις, πού να ξέρω τον τάδε και τον τάδε, πώς είναι στην ζωή τους; Κι εγώ δεν σου μιλάω για αυτούς που δεν ξέρεις, αλλά γι’ αυτούς που γνωρίζεις. Και να σου πω κάτι πιο φρικτό; Δεν είναι τόσο κακό να βρίσκονται μέσα στην εκκλησία οι κατεχόμενοι από ακάθαρτα πνεύματα, όσο να είναι αυτοί για τους οποίους ο Απ. Παύλος λέγει ότι καταπατούν τον Χριστό και μαγαρίζουν το Αίμα της Διαθήκης και ενυβρίζουν την χάρη του Αγίου Πνεύματος. Χειρότερος από τον δαιμονισμένο είναι αυτός που προσέρχεται με ιταμότητα στην Θεία Κοινωνία με αμαρτίες. Κι αυτό διότι οι μεν δαιμονισμένοι δεν κολάζονται, εκείνοι όμως, επειδή ανάξια προσέρχονται, παραδίδονται σε τιμωρία. Και να μην εμποδίζουμε μόνο εκείνους, αλλά κάθεναν που ανάξια προσέρχεται. Κανείς να μην κοινωνά που δεν ανήκει στους μαθητές του Χριστού. Κανείς να μην κοινωνά σαν τον Ιούδα, για να μην πάθει τα του Ιούδα. Σώμα Χριστού είναι και αυτό το πλήθος. Πρόσεξε, εσύ που διακονείς τα Άγια Μυστήρια να μην παροξύνεις τον Δεσπότη Χριστό με το να μην κρατάς καθαρό το Σώμα του Χριστού, μη δώσεις ξίφος αντί για τροφή. Ακόμη κι αν από άγνοια έρχεται εκείνος για να κοινωνήσει, εμπόδισέ τον και μη φοβηθείς. Φοβήσου τον Θεό και όχι τον άνθρωπο. Αν φοβηθείς άνθρωπο, κι από αυτόν θα ρεζιλευθείς· αν φοβηθείς τον Θεό, και οι άνθρωποι θα σε σεβαστούν και θα σε τιμήσουν. Κι αν εσύ φοβάσαι και δεν τολμάς, σε μένα να τον φέρεις· δεν θα επιτρέψω καθόλου σε αυτούς που τολμούν αναίσχυντα να κοινωνήσουν. Να πεθάνω καλύτερα, παρά να μεταδώσω το σεβαστό Δεσποτικό Αίμα παρά του δέοντος. Αν κάποιος ιερέας δεν γνωρίζει τον φαύλο που πολλά έχει κάνει, δεν έχει ευθύνη. Αυτά τα λέγω γι’ αυτούς που δημόσια αμαρτάνουν και τους ξέρουμε. Αν αυτούς τους διορθώσουμε, κι αυτούς που δεν τους γνωρίζουμε ο Θεός θα μας τους κάνει γνωστούς· αν τους αφήσουμε, τότε για ποιο λόγο να μας φανερώσει ο Θεός και τους άλλους; Κι όλα αυτά τα λέγω όχι για να διώξουμε τους αμαρτωλούς, ούτε για να τους ξεκόψουμε μόνο, αλλά για να τους επαναφέρουμε διορθωμένους και να τους καλλιεργήσουμε πνευματικά».
Σπουδαία και ενδεικτική ήταν η συμπεριφορά του Αγίου Αμβροσίου Μεδιολάνων προς τον Μέγα Θεοδόσιο. Ο άγιος ιεράρχης, ημέρα Κυριακή, διακόπτει την Θεία Λειτουργία και βγαίνει στον περίβολο, όπου ανταμώνει ερχόμενο τον αυτοκράτορα. Του απαγορεύει να εισέλθει και να συμμετάσχει στην Θεία Λειτουργία και να κοινωνήσει. Πριν μέρες με διαταγή του είχαν σκοτωθεί στήν Θεσσαλονίκη, στον Ιππόδρομο, 7000 άτομα ως αντίποινα για τον φόνου ενός αξιωματικού του. Τα χέρια του έσταζαν αίμα αθώων. Πώς θα μπορούσε να κοινωνήσει; Του είχε στείλει και επιστολή και του μιλούσε για την μετάνοια και παράλληλα του συνιστούσε να μην έλθει στην εκκλησία, αν δεν μετανοούσε. Και τώρα τον βλέπει αδιάφορο και αναίσχυντο προ των πυλών του ναού, έτοιμο να εισέλθει. Πώς θα μπορούσε να απλώσει τα χέρια του, που στάζουν από αίμα αθώων, να λάβουν το άχραντο Σώμα του Κυρίου; Πώς θα μπορούσαν τα πόδια του να πατήσουν στον ναό του Θεού, που είναι ο ουρανός στην γη; Τον εμποδίζει να εισέλθει και του μιλά για την μετάνοιά του, μετάνοια Δαβίδ. Εκεί βλέπει ο αυτοκράτορας το ηθικό σθένος, την γενναία του πίστη και το αμετακίνητο φρόνημά του. Υποχωρεί και φεύγει με συναίσθηση της αμαρτίας του. Μετά από παρέλευση έξι μηνών, ημέρα Χριστουγέννων, βρίσκεται στον ναό γονατιστός ενώπιον του πολυπληθούς εκκλησιάσματος και εξομολογείται δημόσια την αμαρτία του. Έτσι τον καθοδήγησε να πράξει ο Επίσκοπος, τα δημοσίως πραττόμενα και δημοσίως εν μετανοία αποδιδόμενα. Εκεί τον συγχωρεί και κατόπιν τον κοινωνά. Ήταν όντως μία ηρωική επέμβαση του Αγίου προς καλλιέργεια του Αυτοκράτορα, αλλά και όλων των πιστών.
Αρχ. Σεβαστιανός Τοπάλης
(Συνεχίζεται)
Πηγή: alopsis.gr