ΑΠΟΨΕΙΣ

Από τη θλίψη στη χαρά στη ζωή ενός ορθόδοξου χριστιανού

Από τη θλίψη στη χαρά στη ζωή ενός ορθόδοξου χριστιανού

Του Γαβριήλ Μπομπέτση
«Διὰ πολλῶν θλίψεων δεῖ ἡμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» γράφει ο απόστολος Παύλος, ενώ στα Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο συναντάμε τη σύγγνωστη διαύπωση πως: «στενὴ ἡ πύλη καὶ τεθλιμμένη ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ζωήν».

Παντοίες θλίψεις και πειρασμοί υπάρχουν στη ζωή του καθενός. Από τα μικρά ως τα μεγάλα: από ένα καβγά, μια πικρία από τη συμπεριφορά κάποιου ως ασθένειες, κάποιος θάνατος.

O άνθρωπος θέλει, μολατάυτα, να νιώθει χαρούμενος και ευτυχισμένος. Τη θλίψη θέλει να την εξορίσει από τη ζωή του. Ο άνθρωπος, πρέπει να πούμε, πλάστηκε από το Θεό να ζήσει χαρούμενα, σε κοινωνία με Εκείνον. Άρα, είναι εγγενές το αίτημα της καρδιάς να είμαστε χαρούμενοι. Μετά την πτώση, όμως, εισήλθε η θλίψη και ο πόνος στο ανθρώπινο γένος. Αυτή η πίστη της Εκκλησίας. Είναι αναγκαίο ο μεταπτωτικός άνθρωπος να διέλθει από το καμίνι των πειρασμών και των θλίψεων, για να εξοφλήσει αμαρτίες ή για να αποταμιεύσει για την άλλη ζωή, όπως έλεγε ο άγιος γέροντας Παΐσιος.

Είναι, άραγε, χρήσιμη η θλίψη στη ζωή μας; Θα μπορούσαμε να πούμε εδώ πως η θλίψη, που δεν είναι υπερβολική και δεν απομυζά όλη τη ζωτική ενέργεια του ανθρώπου, δίνει μαθήματα ζωής, σκληραγωγεί τον άνθρωπο και διευρύνει τα όριά του. Άλλωστε, στενοχώρια σημαίνει πως υπάρχει στενότητα χώρου στα μύχια της ψυχής και με τις θλίψεις ο άνθρωπος αναγκάζεται να καταστεί πιο ανεκτικός, να διευρύνει τα στενά όριά του.

Στις θλίψεις είναι μεγάλη η παραμυθία του Θεού, αν κρούσουμε την πόρτα του και ζητήσουμε με πίστη και υπομονή βοήθεια από Εκείνον. Ακόμη οι θλίψεις λειτουργούν ενίοτε ως ξυπνητήρι, που μας υπενθυμίζουν ότι έχουμε πλαστεί με προορισμό να γίνουμε θεοί κατά χάριν, να ζήσουμε αιωνίως. Συνήθως όταν ζούμε στιγμές ευτυχίας, λησμονούμε το Θεό, νιώθουμε κάπου κάπου αυτάρκεις. Όταν, όμως, μας χτυπήσει την πόρτα κάτι δυσάρεστο, ο πόνος μάς «αναγκάζει» να ανυψώσουμε χέρια και μάτια προς τα πάνω και να ψελλίσουμε δυο λόγια προσευχής.

Οι θλίψεις, οι πειρασμοί είναι μια πραγματικότητα στη ζωή, χωρίς, ωστόσο, να είναι και φυσικές. Όπως είπαμε, ο άνθρωπος πλάστηκε από το Δημιουργό, να είναι χαρούμενος. Πώς μπορεί, άρα, ένας ορθόδοξος χριστιανός να σταθεί απέναντί τους; Η δοξολογία προς το Θεό είναι ένα γιατρικό χαράς με ασύλληπτη δύναμη.

Μα να δοξάσουμε το Θεό για τις θλίψεις; Ναι. Γιατί για να τις επιτρέψει (και όχι παραχωρήσει) ο Θεός, που μας αγαπά πάνω από όλους και όλα και νοιάζεται για τη σωτηρία πάντων ημών, κάτι ξέρει παραπάνω από εμάς. Δοξολογούμε και ευχαριστούμε το Θεό που μας δίνει χαρές και θλίψεις για την ωφέλεια της ψυχής μας. Δοξολογούμε και ευχαριστούμε το Θεό που μας δίνει και θλίψεις, για να συναισθανούμε αυτούς που πονούν και να τους συμ-πονέσουμε κι εμείς.

Οι ορθόδοξοι χριστιανοί, αν και το ξεχνάμε συχνά, είμαστε όλοι ένα σώμα, εικόνες του Θεού, σε άμεση συνάρτηση και εξάρτηση από τον άλλο. Πώς ακόμη αντιδρούμε στους πειρασμούς και στις θλίψεις; Προσπέφτουμε στο φουστάνι της Παναγίας και την παρακαλούμε: «Ἔμπλησον, Ἁγνή, εὐφροσύνης τὴν καρδίαν μου, τὴν σὴν ἀκήρατον διδοῦσα χαράν, τῆς εὐφροσύνης, ἡ γεννήσασα τὸν αἴτιον». Γέμισε, δηλαδή, Παναγία μου, με χαρά την καρδιά μου, με τη χαρά την ατέρμονη και υπερφυσική, τη χαρά με την οποία ο Αίτιος της, ο Χριστός, πληρώνει τις ψυχές όσων Τον αγαπούν. Ή όπως λέγεται σε άλλο σημείο της Θεομητορικής Παράκλησης: «Χαρᾶς μου τὴν καρδίαν, πλήρωσον, Παρθένε». Η ψαλμωδία είναι η καλύτερη και δραστικότερη ψυχοθεραπεία! Οι θλίψεις και οι πειρασμοί είναι τα αναγκαία φάρμακα, για να γιατρευτούμε από τα πάθη και να πλησιάσουμε όσο μπορούμε στην άλλη ζωή, την όντως ζωή, «ἔνθα ὁ τῶν ἑορταζόντων ἦχος ὁ ἀκατάπαυστος».

Ο άνθρωπος είναι φυσικό, μετά την πτώση, να πέφτει και να λυγίζει και να θλίβεται. Το βλέπουμε από την καθημερινή εμπειρία. Αφύσικο είναι να μην σηκώνεται αλλά να παραμένει πεσμένος. Εκεί χρειάζεται να επιστρετεύσουμε τη βία. Προτείναμε παραπάνω ενδεικτικά κάποιους πρακτικούς τρόπους. Βέβαια μέσα στην Εκκλησία, θα πρέπει να σημειωθεί, δεν υπάρχουν έτοιμες συνταγές αγιασμού. Για όποιον ζει πραγματικά εν Θεώ, οι θλίψεις δεν τον αγγίζουν, είναι σαν τσιμπήματα βελόνας, ένας ανεπαίσθητος, ήτοι, πόνος, όποιες εξωτερικές δυσκολίες κι αν έχει.

Το μαρτυρούν τα παραδείγματα των Αγίων. Οι Άγιοι όσες αρρώστιες κι αν είχαν, όσα μαρτυρία κι αν υπέστησαν, όσο κι αν συκοφαντήθηκαν, όσο κι αν λοιδωρήθηκαν, παρέμεναν χαρούμενοι, γιατί δεν είχαν την εξωτερική χαρά του κόσμου, που έρχεται και παρέρχεται, με έναν καλό ή άσχημο λόγο φερ’ ειπείν. Είχαν εδραιωμένη και ζώσα μέσα τους τη χαρά του Χριστού, τη χαρά του Αναστάντος Χριστού. Είχαν αναθέσει τη ζωή τους στην πρόνοια του Θεού. Ας αγωνιστούμε κι εμείς κατά το δυνατόν, για να νιώσουμε λίγη από τη χαρά που βίωσαν και βιώνουν οι Άγιοι πλάι στο Θεό. «Όσο μπορείτε να νηστεύετε, όσες μετάνοιες θέλετε να κάνετε, όσες αγρυπνίες θέλετε να απολαμβάνετε· αλλά να είστε χαρούμενοι. Να έχετε τη χαρά του Χριστού» (Άγιος Πορφύριος).

Λέμε στην αναστάσιμη προσευχή: «Ἰδού γάρ ἦλθε διά τοῦ σταυροῦ χαρά ἐν ὅλω τῷ κόσμω», ο Χριστός ανέβηκε στο Σταυρό και ο θάνατος Του – ιδού το παράδοξον – αποτελεί χαρά, γιατί έτσι ανέβασε τον άνθρωπο στον ουρανό, ελπίζει πια και στη δική του ανάσταση. Η χαρά που φέρνει η Σταύρωση και η Ανάσταση δεν μεταφράζεται σε επιτυχίες στη ζωή, λεφτά και υγεία. Η χαρά του Χριστού είναι πρωτίστως εσωτερική πλήρωση και ειρήνη, η χαρά του Χριστού δεν έχει προϋποθέσεις, ακριβώς γιατί δεν εξαρτάται από τίποτα εξωτερικό. Χριστός Ανέστη και εμείς οφείλουμε να προσπαθούμε να αγγαλόμαστε και να ευφραινόμαστε πνευματικώ τω τρόπω.

orthodoxia.online