Ο Παρακλητικός Κανών της Αγίας Αναστασίας της Φαρμακολυτρίας
Μετά τον Ευλογητόν, το, Κύριε εισάκουσον…
Είτα το, Θεός Κύριος˙ και το Τροπάριον Ήχος Δ’.
Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ…
Ως των νοσούντων ταχινή θεραπεία, και πεπτωκότων εξανάστασις θεία, Αναστασία μάρτυς καλλιπάρθενε, λύτρωσαι τους κάμνοντας συντριμμών ολεθρίων, έγειρον πρεσβείαις σου, εκ βυθού απωλείας, τους ολοτρόπω πίστει και στοργή, τη ιερά σου Εικόνι προστρέχοντας.
Δόξα και Νύν. Θεοτοκίον. Ου σιωπήσομεν ποτέ…
Είτα ο Ν’. και ο Κανών ού η Ακροστιχίς
Έγειρον ημάς παθών Αναστασία.
Ωδή Α’. Ήχος Πλ. Δ’. Υγράν διοδεύσας.
Επίνευσον μάρτυς ως ευμενής, ημών τη δεήσει, και πρυτάνευσον δαψιλώς, των σων δωρεών τας χορηγίας, Αναστασία τοις σε μεγαλύνουσι.
Γαλήνην εν βίω ειλικρινεί, και πάντων σκανδάλων, την τελείαν αποφυγήν, ημάς ενδυνάμωσον παμμάκαρ, ιχνηλατείν δια βίου και σώζεσθαι.
Επίχεε άνωθεν δαψιλών το έλαιον μάρτυς, των φαρμάκων των μυστικών, και ίασαι νόσων δυσιάτων, Αναστασία ημάς τους ικέτας σου.
Θεοτοκίον.
Ιλύος με κάθαρον εμπαθούς, και σώσόν με Κόρη, επελθούσης μοι συμφοράς˙ μη ούν καταλίπης με Παρθένε, ίνα μη γέλως τοις πάσι γενήσωμαι.
Ωδή Γ’. Ουρανίας αψίδος.
Ρυπτική σου πρεσβεία, τα των ψυχών τραύματα, και τα των σωμάτων θεόφρον, δεινά ελκώματα, ημών απόπλυνον, Αναστασία και ρώσιν, και υγείαν άφθονον, πάσι χορήγησον.
Οδυνών δυσφορήτων, ανιαρών θλίψεων, ζάλης και πικράς αθυμίας, εκ παραπτώσεων, και κοσμικών πειρασμών, Αναστασία θεόφρον, επιστάσα λύτρωσαι, ημάς τους δούλους σου.
Νεκταρόβρυτον νάμα, ύδωρ ζωής ήδιστον, οία περ πηγή ευσπλαγχνίας, και αγαθότητος, Αναστασία σεμνή, τοις εν αυχμή τηκομένοις, κατωδύνων θλίψεων, ράνον και όμβησον.
Θεοτοκίον.
Η λαμπάς η φωσφόρος, της υπέρ νουν λάμψεως, η ανατολή η γλυκεία, ζωής του σέλαος, λάμψον ακτίνά μοι, της αληθούς μετανοίας˙ σκότει γαρ καλύπτομαι, πάσης φαυλότητος.
Διάσωσον.
Ανάστησον Αναστασία θεόφρον τους σους ικέτας εκ συντριμμάτων και χαλεπών περιστάσεων, και σεσωσμένους προσάγαγε τω Κυρίω.
Θεοτοκίον. Επίβλεψον εν ευμενεία…
Αίτησις και το Κάθισμα…
Ήχος Β’. Τοις των αιμάτων σου.
Τοις των θαυμάτων σου θείοις πυρσεύμασι, των παθημάτων ελαύνεις την μοίρασιν, και την υγείαν παρέχεις τοις χρήζουσιν, Αναστασία Χριστού σεμνοπάρθενε˙ συ γαρ των νοσούντων ιάτειρα.
Ωδή Δ’. Εισακήκοα Κύριε…
Μοχθηρόν και επώδυνον, ως αποσκιρτήσας της θείας χάριτος, διανύω βίον ένδοξε, αλλά συ Χριστώ με επανάγαγε.
Αλεξίκακον άριστον, η της προστασίας σου επισκίασις, εν βιαίαις περιστάσεσι, ώ Αναστασία ημίν γένοιτο.
Συμφορών το επίπονον, και ασθενημάτων δεινών την έφοδον, εξ ημών απείργει πάντοτε, ώ Αναστασία καλλιπάρθενε.
Θεοτοκίον.
Αγαλλίασιν άϋλον, τη λελυπημένη ψυχή μου όμβρησον, ώσπερ δρόμον χαριτόβρυτον, Κεχαριτωμένη Μητροπάρθενε.
Ωδή Ε’. Φώτισον ημάς…
Θαύμασι πολλοίς, και ιάσεων δυνάμεσι, διαπρέπουσα εν κόσμω εμφανώς, πανταχού πάντας προφθάνεις τους καλούντάς σε.
Ώφθης αρωγός, τοις ποικίλως κινδυνεύουσιν επιφαινομένη νοερώς, και τον σάλον καταπαύσασα των θλίψεων.
Νόσων χαλεπών, στεναγμών τε και κακώσεων, και ταλαιπωρίας πειρασμών, ώ Αναστασία ημάς λύτρωσαι.
Θεοτοκίον.
Άνοιαν δεινήν, εκνοσήσας βίω χείρονι, συνεσχέθην καταιγίσι πειρασμών, αλλά τούτων Θεοτόκε συ με λύτρωσαι.
Ωδή ΣΤ’. Την δέησιν.
Νενέκρωμαι αμαρτίας βέλεσι, τοξευθείς τη του εχθρού συνεργεία και κατωτάτω απέρριμμαι λάκκω, και εν σκιά του θανάτου κατώκησα, άλλ’ επιστάσα συ σεμνή, εκ βυθού των κακών με ανάγαγε.
Ανάρρωσιν και τελείαν λύτρωσιν, τοις εν πόνοις τρυχομένοις ατρύτοις, ως φιλοικτίρμων πρυτάνευσον Μάρτυς, και θλιβομένων την λύπην μετάστρεψον, Αναστασία μυστικώς, εις χαράν αληθή και φαιδρότητα.
Σωμάτων σε ιατρόν πανάριστον, και πνευμάτων αληθή θεραπείαν, ο των ψυχών και σωμάτων Δεσπότης, Αναστασία λαμπρώς απειργάσατο˙ διο θεράπευσον ημών, και ψυχών και σωμάτων τους μώλωπας.
Θεοτοκίον.
Των ρήσεων του σεπτού θελήματος, παρακούσας ακουσία εσχάτη, απεμακρύνθην Θεού ο παντλήμων, και χλευασμός τοις πλησίον μου γέγονα˙ διο οικτρού ονειδισμού, Θεοτόκε μου συ με διάσωσον.
Ανάστησον Αναστασία θεόφρον τους σους ικέτας, εκ συντριμμάτων και χαλεπών παραπτώσεων, και σεσωσμένους προσάγαγε τω Κυρίω.
Άχραντε η δια λόγου…
Αίτησις και το Κοντάκιον.
Ήχος Β’. Τα άνω ζητών.
Τα πάθη ημών, τα μυσαρά και χρόνια, ροπή μυστική, Αναστασία ίασαι, και ζωήν ακίνδυνον, διανύειν ημάς καταξίωσον, ως αν των θείων εντολών, τρυγήσωμεν πάντες, τους ενθέους καρπούς.
Προκείμενον.
Υπομένων υπέμεινα τον Κύριον, και προσέσχε μοι, και
εισήκουσε της δεήσεώς μου.
Στίχος. Και έστησεν επί πέτραν τους πόδας μου, και κατεύθυνε τα διαβήματά μου.
Ευαγγέλιον. Κατά Ματθαίον. (Ι’. 16 – 22).
Είπεν ο Κύριος τοις εαυτού Μαθηταίς˙ Ιδού εγώ αποστέλλω υμάς, ως πρόβατα εν μέσω λύκων. Γίνεσθε ούν φρόνιμοι ως οι όφεις, και ακέραιοι ως αι περιστεραί. Προσέχετε δε από των ανθρώπων˙ παραδώσουσι γαρ υμάς εις συνέδρια, και εν συναγωγαίς˙ αυτών μαστιγώσουσιν υμάς. Και επί ηγεμόνας δε και βασιλείς αχθήσεσθε ένεκεν εμού, εις μαρτύριον αυτοίς και τοις έθνεσιν. Όταν δε παραδιδώσιν υμάς, μη μεριμνήσητε πώς ή τι λαλήσητε˙ δοθήσεται γαρ υμίν εν εκείνη τη ώρα τι λαλήσητε˙ ού γαρ υμείς έστε οι λαλούντες, αλλά το Πνεύμα του Πατρός υμών, το λαλούν εν υμίν. Παραδώσει δε αδελφός αδελφόν εις θάνατον, και πατήρ τέκνον˙ και επαναστήσονται τέκνα επί γονείς, και θανατώσουσιν αυτούς. και έσεσθε μισούμενοι υπό πάντων δια το όνομά μου˙ ο δε υπομείνας εις τέλος, ούτος σωθήσεται.
Δόξα.
Ταις της Αθληφόρου πρεσβείαις, ελεήμον, εξάλειψον τα πλήθη των εμών εγκλημάτων.
Και νύν. Ταις της Θεοτόκου…
Προσόμοιον. Ήχος Πλ. Β’. Όλην αποθέμενοι…
Στίχος. Ελεήμον, ελέησόν με ο Θεός…
Ρώσιν αδαπάνητον, ψυχών ομού και σωμάτων, ως πηγή ακένωτος, επομβρία κρείττονι, αναβλύζουσα, των παθών κάθαρον, και των νοσημάτων, τας σπιλάδας και προστρίμματα, εξ ημών τέλειον, ώ Αναστασία πολύαθλε, υγείας ιλαρότητα, της κατ’ άμφω πάσι παρέχουσα, και τον σον νυμφίον, απαύστως καθικέτευε Χριστόν, αμαρτημάτων συγχώρησιν, δούναι τοις τιμώσί σε.
Ωδή Ζ’. Παίδες Εβραίων.
Άλυτον βίον ειρηναίον, εν σεμνότητι και πάση ευσεβεία, διανύειν ημάς, ενίσχυσον λιταίς σου, Αναστασία, ένδοξε ιαμάτων η πλημμύρα.
Σβέσον την φλόγα των παθών μου, και κατάπαυσον τον πόνον της ψυχής μου, και χαράν αληθή και θείαν ευφροσύνην, Αναστασία δώρησαι, τω δεινώς κεκακωμένω.
Ίδε ευσπλάγχνω όμματί σου, την ταπείνωσιν ημών Μεγαλομάρτυς, και μεγάλων κακών, ημίν επερχομένων, την ρύμην αναχαίτισον, τη μεγίστη σου πρεσβεία.
Θεοτοκίον.
Άκουσον Κόρη της φωνής μου, ενωτίσθητι μυχίους στεναγμούς μου, και μελλούσης οργής, και φανεράς αισχύνης, ως οίδάς με απάλλαξον, τον δεινώς συντετριμμένον.
Ωδή Η’. Τον εν όρει αγίω.
Γεωργία της σης επιστασίας, παθημάτων δεινών, ανάσπασον τας ρίζας, εκ των ψυχών ημών θεομακάριστε, και της αφθαρσίας, εμφύτευσον εν ταύταις, τας θείας αναδόσεις.
Εφορώσα ημάς μη διαλίπης, τους την σην αρωγήν, νυν επιβοωμένους, Αναστασία Μάρτυς καλλιπάρθενε, όπως λυτρωθώμεν, πάσης επηρείας, εχθρού του παλαμναίου.
Ρέει άφθονον χάριν ιαμάτων, η πανσέβαστος, και ιερά Εικών σου, και νοσημάτων σβέννυσι τους άνθρακας, και τους φλεγομένους, θλίψεσιν ατρώτους, ενθέους αναψύχει.
Θεοτοκίον.
Από πάσης οργής θανατηφόρου, και βουλής πονηράς, του αρχηγού του σκότους, ευλογημένη σώσόν με Πανάμωμε, και της ενεστώσης, ρύσαί με ανάγκης, τη ση επιστασία.
Ωδή Θ’. Κυρίως Θεοτόκον.
Σωμάτων σηπεδόνας, και ψυχών τας νόσους, τη μυστική χειρουργία θεράπευσον, Αναστασία Θεόφρον των προσιόντων σοι.
Ιλέωσαι σοις δούλοις, τη ση μεσιτεία, τον αγαθόν και ευΐλατον Κύριον, ως αν της τούτου τρυφήσαιμεν αγαθότητος.
Μνημόνευε απαύστως, ώ Αναστασία, των ολοτρόπω σπουδή προσιόντων σοι, και εκ ψυχής εξαιτούντων την προστασίαν σου.
Ολόσωμον το τραύμα, κέκτημαι ο τάλας, άλλ’ επιστάσα συ Μάρτυς με ίασαι, και προς οδόν μετανοίας ήδη με ίθυνον.
Θεοτοκίον.
Υψίστου ώφθης θρόνος, Κεχαριτωμένη, διο καμέ εκ των κάτω ανύψωσον, προς αληθείς αναβάσεις ζωής της κρείττονος.
Το Άξιον εστί, και τα Μεγαλυνάρια.
Παρθενομαρτύρων την καλλονήν, και των ιαμάτων, τον ακένωτον θησαυρόν, την νύμφην Κυρίου, το σκεύος των χαρίτων, σεμνή Αναστασία υμνολογούμέν σε.
Χαίροις παρθενίας εύπνους λειμών, ο τα άνθη φέρων, της αθλήσεως τα τερπνά, ών τη ευδοκία, σεμνή Αναστασία, ημών τας διανοίας, ευφραίνεις πάντοτε.
Χαίρουσα ηγώνισαι ανδρικώς, υπέρ της αγάπης, του ταθέντος εν τω Σταυρώ˙ όθεν της ευκλείας, αυτού επιτυχούσα, ημάς Αναστασία αεί περίεπε.
Χαίροις των θαυμάτων η λαμπηδών, η της ευσπλαγχνίας, διαυγάζουσα τας αυγάς, και των παθημάτων, διώκουσα το σκότος, κλυτή Αναστασία, πιστών βοήθεια.
Χάριτι ενθέου τας παροχάς, δαψιλώς πορίζου, τοις αιτούσιν ολοσχερώς, την σην προστασίαν, σεμνή Αναστασία, και θλιβερών παντοίων, ημάς διάσωζε.
Έγειρον εκ λάκκου αμαρτιών, την ψυχήν μου Μάρτυς, ολισθήσασαν χαλεπώς, και προς μετανοίας, οδήγησόν με τρίβους, Αναστασία Μάρτυς, τον ευφημούντά σε.
Πάσαι των Αγγέλων… Το τρισάγιον. Το τροπάριον Ήχος Δ’.
Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.
Την αθληφόρον του Χριστού την πανένδοξον, Αναστασίαν οι πιστοί ικετεύσωμεν, όπως Χριστός δεήσεσιν αυτής τειχίσηται ημάς, όνπερ επεπόθησεν ως Νυμφίον ουράνιον, πάντα αποπτύσασα προς την τούτου απόλαυσιν. Κατ’ αοράτων γαρ εχθρών και ορατών, μεσίτις πέλει Κυρίω ευπρόσδεκτος.
Εκτενής και απόλυσις. Μεθ’ ήν το επόμενον.
Ήχος Β’. Ότε εκ του ξύλου.
Μάρτυς του Χριστού πανευκλεής, σκέπη των πιστών και προστάτις, Αναστασία σεμνή, πάσης περιστάσεως, βιαίας λύτρωσαι, τους θερμώς σοι προστρέχοντας, πάσαν ευλογίαν, θείας αγαθότητος, εξαιτουμένη αυτοίς, όπως εν σεμνή πολιτεία, και ειρηνική καταστάσει, τον σε μεγαλύνοντα δοξάζωμεν.