Μιά νύχτα ὁ Ἠλίας εἶδε στόν ὕπνο του τόν Ἅγιο Γεώργιο, ὁ ὁποῖος τοῦ παρήγγειλε νά κτίση κοντά στό σπίτι του Ἐκκλησία στό ὄνομά του.
Τοῦ ὑπέδειξε μάλιστα καί τό σημεῖο, πού θά κρεμοῦσε τήν εἰκόνα του καθώς καί τίς ἄλλες εἰκόνες, ἐνῶ τοῦ ὑποσχέθηκε ὅτι θά τόν βοηθοῦσε καί θά ἐνεργοῦσε θαύματα.
Κάποια ἡμέρα, πού ὁ Ἠλίας ἔσκαβε στό κτῆμα του σφηνώθηκε ὁ κασμάς καί δέν ἔβγαινε. Ἔσκαψε γύρω του μέ κοπίδι καί σφυρί καί τότε βρῆκε τοῖχο Ἐκκλησίας.
Ἔσκαψε μέ προσοχή. Ἀμέσως φάνηκαν οἱ τρεῖς πλευρές τοῦ Ναοῦ καί στόν τοῖχο μία τοιχογραφία τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, πού διετηρεῖτο καλά.
Ἔφτιαξε τήν Ἐκκλησία μέ σανίδια καί τήν σκέπασε μέ χορτάρια. Ἀπό ἔξω ἔμοιαζε μέ ἀχυρώνα, ὥστε νά μήν δίνη ὑποψία στούς Κομμουνιστές.
Ζωγράφισε μόνος του τίς εἰκόνες καί τίς τοποθέτησε ὅπως ἤθελε ὁ Ἅγιος Γεώργιος.
Ἡ κόρη του Ἀγάπη, πού ἦταν κρυφή Μοναχή, περιποιεῖτο τήν Ἐκκλησία.
Ὁ Ἠλίας, τῆς παρήγγειλε νά κρατᾶ ἀκοίμητο τό καντήλι τοῦ Ἁγίου Γεωργίου.
Ὅταν πήγαινε νά σβήσει, αὐτή ἄκουγε ἕναν ἦχο χαρακτηριστικό καί τότε πήγαινε νά προσθέσει λάδι καί νά καθαρίσει τό φυτίλι του.
Αἰσθάνονταν μέ διάφορους τρόπους τήν παρουσία τοῦ Ἁγίου Γεωργίου. Ὅταν ἐρχόταν ὁ Ἅγιος, ἄκουγαν ποδοβολητό καί ἔβλεπαν τά πατήματα τοῦ ἀλόγου του στόν χωμάτινο δρόμο.
Ὁ Ἠλίας ἀγωνιζόταν πολύ καί τό παράδειγμά του παρακινοῦσε καί τούς ἄλλους. Ξυπνοῦσε στίς 3 τή νύχτα καί μέχρι τό πρωί προσευχόταν. Βίαζε τόν ἑαυτό του πολύ στήν προσευχή.
Ἔκανε κομποσκοίνι καί ἔτρεχαν τά δάκρυά του συνέχεια.
Ἄν κάποτε δέν ξυπνοῦσε, τόν σκουντοῦσε ὁ Ἅγιος Γεώργιος λέγοντας: «Σήκω, ἡ ὥρα πέρασε»…
Ἀπό τόν θαυμαστό βίο τοῦ π. Ἠλία Διαμαντίδη στό βιβλίο: «Ἀσκητές μέσα στόν κόσμο – τόμος A΄», Ἅγιον Ὅρος, 2008
Πηγή: oikohouse.wordpress.com