Όταν πολεμούσαμε το 1940 στην Αλβανία, εναντίον των Ιταλών, που μας επιτέθηκαν χωρίς κανένα λόγο, συνέβη το εξής θαυμαστό.
Από κάποια μονάδα είχε συλληφθεί μαζί με άλλους Ιταλούς και ένας αξιωματικός αιχμάλωτος. Οι φαντάροι που τον συνέλαβαν, του αφαίρεσαν τον οπλισμό, τα κυάλια κ.λπ., όπως προβλέπεται για τους αιχμαλώτους. Όλα τα έδινε χωρίς διαμαρτυρία.
Και τις φωτογραφίες των παιδιών του και της γυναίκας του. Μία μικρή όμως εικονίτσα του αγίου Γεωργίου δεν ήθελε να τη δώσει με κανέναν τρόπο.
Τελικά του την πήρανε. Τότε ζήτησε να δει τον διοικητή. Μόλις τον συνάντησε, τον παρακάλεσε να του δώσουν την εικόνα του αγίου Γεωργίου πίσω.
-Αυτή είναι δική μας Ορθόδοξη, τί την θέλεις εσύ ο παπικός; του είπε ο διοικητής.
-Εγώ, απαντά ο Ιταλός λοχαγός, οδηγούσα τον λόχο μου. Στην μάχη όμως πάνω, δεν μπορούσα να σπάσω τις γραμμές των Ελλήνων. Γιατί μπροστά τους και πάνω στον αέρα, έβλεπα να τρέχει σε όλη τη γραμμή του μετώπου, ένας καβαλάρης με άσπρο άλογο, που μας εμπόδιζε να προχωρήσουμε.
Στην οπισθοχώρησή μας όμως, βρήκα στον δρόμο ένα ερημοκκλήσι, Μπήκα μέσα να προσευχηθώ και βλέπω αυτό το εικονισματάκι.
Ήταν ακριβώς ο Άγιος με το άσπρο άλογο, που δεν μας άφηνε να προχωρήσουμε.
Την πήρα μαζί μου και από τότε την έχω σαν φυλαχτό επάνω μου. Σας παρακαλώ να μου την αφήσετε.
Και πράγματι, του την άφησαν.
Από το τευχίδιο του Ιωάννη Κωστώφ, «Οι άγιοι στον πόλεμο και στην ειρήνη», έκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1984, σ. 26-27