Της υποκρισίας το αμάρτημα, που πολλοί δυστυχώς από εμάς το θεωρούν ως πλεονέκτημα και το χειροκροτούν ως προσόν ωφέλιμο και ως αναγκαία δήθεν οικονομία, είναι μέγα αμάρτημα και πολλών και ποικίλων αμαρτιών πρόξενος.
«Υπόκρισίς εστιν έτερον έχειν και έτερον ποιείν»
(Χρυσόστομος)
Η υποκρισία ρίζα έχει την πονηρία, καρπούς δε το ψεύδος, την απάτη, τη δολιότητα, την αισχροκέρδεια, την αδικία, τη βλάβη, και γενικά την εξόντωση του πλησίον. Για μερικούς όλα αυτά ίσως φαίνονται αστεία και παράδοξα, αλλά αν θελήσουμε να πλησιάσουμε και να ρωτήσουμε τον Θεό, θα πληροφορηθούμε ότι θέλει τα ήθη των ανθρώπων τίμια, τον νου καθαρό και την ψυχή αγία, γι’ αυτό προστάζει λέγοντας:
«Έστω δε ο λόγος υμών ναι ναι, ου ου· το δε περισσόν τούτων εκ του πονηρού εστιν» (Ματθ. 5:37). Ώστε, αν άλλα έχουμε στην καρδιά και άλλα με τα χείλη μας λέμε, αυτά είναι γεννήματα της πονηρίας και εφευρέματα του διαβόλου. Όταν άλλο σκεπτόμαστε και άλλο λέμε, ή όταν άλλο λέμε και άλλο πράττουμε, πέφτουμε στο αμάρτημα της υποκρισίας, δηλαδή είμαστε ψεύτες, απατεώνες, επιβλαβείς, δόλιοι κ.τ.τ.
Αν προσέξουμε τους υποκριτές, θα τους βρούμε να κάνουν ελεημοσύνες, προσευχές, νηστείες, να ελέγχουν τα «κάρφη», δηλαδή και τα μικρότατα σφάλματα των άλλων, να είναι ζηλωτές υπέρ της θρησκείας, να διδάσκουν αρετή, να μιλούν, να ντύνονται, να βαδίζουν κατά πάντα θεοσεβώς, να είναι ενδεδυμένοι εν γένει την αρετή και τη θεοσέβεια.
Αλλά αν εξετάσουμε ακριβέστερα τα περιστασιακά που συνοδεύουν τις πράξεις τους, δηλαδή γιατί λένε και πράττουν το καθετί, θα δούμε καθαρά ότι αυτοί κανέναν άλλο σκοπό δεν έχουν, παρά να φανούν άγιοι ενώπιον των ανθρώπων και να δοξασθούν από αυτούς, όπως άλλωστε και ο Κύριος για αυτούς είπε ότι «Πάντα τα έργα αυτών ποιούσι προς το θεαθήναι τοις ανθρώποις» (Ματθ. 23:5)· γι’ αυτό και οι κατ’ εξοχήν υποκριτές Φαρισαίοι άκουσαν από το στόμα Του τα οκτώ εκείνα «Ουαί» που διαβάζουμε στο 23ο κεφάλαιο του Ματθαίου, που σε καμία άλλη τάξη αμαρτωλών δεν είπε, παρά σε αυτούς: «Ουαί υμίν, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί» κ.λ.π.
Δυστυχώς όμως σήμερα η υποκρισία υπό διάφορα πέπλα έχει εισέλθει παντού και έχει μολύνει τα πάντα. Η ζύμη αυτή των Φαρισαίων, η υποκρισία, έχει υποσκάψει όλα τα θεμέλια και χρειάζεται μεγάλη προσοχή στον κόσμο αυτό, όπως και ο Κύριος μάς δίδαξε λέγοντας: «Προσέχετε εαυτοίς από της ζύμης των Φαρισαίων, ήτις εστίν υπόκρισις» (Λουκ. 12:1).
Την υποκρισία η πονηρία μας των ανθρώπων, με την υπόδειξη του διαβόλου, την μετέβαλε σε περισπούδαστο πράγμα και ακούμε παντού να λέγεται ότι η σκοπιμότητα είναι αναγκαία στα πάντα και το θεομίσητο αυτό προϊόν του Σατανά να θεοποιείται από τους ανθρώπους, να αλλάζει ονομασία και από υποκρισία να λέγεται πολιτική, και έτσι καταχειροκροτουμένη να εισέρχεται στα ανάκτορα, στην αγορά, στα βουλευτήρια, στην Επιστήμη, αλλοίμονον και στην ίδια την Εκκλησία. Και να νομίζεται ως μεγάλη αρετή, η πολιτική η λεγομένη, που στην πραγματικότητα είναι υποκρισία, την οποία ο Κύριος κατακεραύνωσε με οκτώ «Ουαί».
Μάλιστα, ο άνθρωπος που μπορεί να πολιτεύεται σήμερα ανάλογα με τις περιστάσεις, τα πρόσωπα και τα συμφέροντά του, χειροκροτείται και θεωρείται μέγας, παρότι στην ουσία δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας υποκριτής, που άλλοτε γίνεται φίδι, άλλοτε αλεπού, άλλοτε λέων κ.ο.κ. ανάλογα με τα συμφέροντά του, που γίνεται δηλαδή τα πάντα τοις πάσι, όχι, όπως ο Παύλος, για να σώσει κάποιους (Α’ Κορ. 9:22), αλλά για να ωφεληθεί αυτός κάτι και κάποιους άλλους να καταποντίσει. Η μέθοδος αυτή η διαβολική, η οποία λέγεται πολιτική ή σκοπιμότητα, στην ουσία είναι η υποκρισία με φράκο, την οποία ντύθηκε ο διάβολος και έχει δυστυχώς υποσκάψει τα θεμέλια της Κοινωνίας, της Εκκλησίας, της Οικογένειας.
Αρχιτέκτων, όπως είπαμε, της αμαρτίας αυτής είναι ο ίδιος ο διάβολος, ο οποίος πρώτος ντύθηκε το σχήμα του φρόνιμου όφη, του αγαθού αυτού ζώου, κατά τη μαρτυρία της Αγίας Γραφής, η οποία λέει: «Ο δε όφις ην φρονιμώτατος πάντων των θηρίων των επί της γης ων εποίησε Κύριος ο Θεός» (Γεν. 3:1), καθώς και οι υποκριτές ντύνονται το σχήμα του προστάτη, του φίλου, του ενδιαφερομένου, του κόλακα, του θρήσκου. Αυτός ο υποκριτής ο διάβολος είπε πρώτος το Ναι του Θεού, Ου. Εκεί δηλαδή που ο Θεός είπε «θανάτω αποθανείσθε», αυτός ο ψεύτης, ο δόλιος, ο φθονερός, ο υποκριτής είπε «ου θανάτω αποθανείσθε» και απάτησε και έβλαψε το ανθρώπινο γένος. Όπως και σήμερα πάσης φύσεως υποκριτές πολιτικοί βλάπτουν πόλεις, χωριά, χώρες, λαούς.
Και πράγματι, η διαβολική αυτή υποκρισία έσβυσε την εμπιστοσύνη την τόσο αναγκαία και γι’ αυτή την πρόσκαιρη ζωή. Έσβυσε την εμπιστοσύνη και άναψε την υποψία και την αμφιβολία, από τις οποίες βλάστησαν στον κόσμο όλα τα κακά. Δεν γνωρίζεις πότε σου λέει αλήθεια ο άλλος ή πότε υποκρίνεται. Αμφιβάλλει ο κύριος για την εμπιστοσύνη του υπηρέτη, όπως και ο υπηρέτης για το ενδιαφέρον του κυρίου του.
Αμφιβάλλουν οι φίλοι για την φιλία των φίλων. Ο αδελφός δεν εμπιστεύεται τον αδελφό, ο πατέρας υποπτεύεται το παιδί, όπως και το παιδί τον πατέρα του. Ο άνδρας φοβάται για την τιμή της γυναίκας του και η γυναίκα αμφιβάλλει για τη σωφροσύνη του αντρα της. Φοβούνται όλοι αυτοί την υποκρισία, η οποία δυστυχώς υπάρχει παντού, παρότι είναι το αμάρτημα για το οποίο ο Κύριος οκτάκις επανέλαβε τα «ουαί» Του, και το μόνο αμάρτημα που ο Κύριος αποκάλυψε ονομαστικά και τα είδη των κολαστηρίων του.
Η αμαρτία αυτή της υποκρισίας, αγαπητοί, είναι η αμαρτία η εκ διαμέτρου αντίθετη στην αρετή της απλότητας, η οποία είναι χαρακτηριστικό της θείας φύσεως και κόσμημα, μέσω του οποίου ο Θεός στόλισε τον άνθρωπο όταν τον έπλασε· γι’ αυτό καθ’ υπερβολήν μισώντας την ο Θεός, παραδειγματικώς τους υποκριτές θα τιμωρήσει.
Ας ακούσουν λοιπόν οι υποκριτές, αυτοί που δεν λένε το ναι της καρδιάς τους ναι, αλλά ου, και το ου της καρδιάς τους ου, αλλά ναι, ότι η υποκρισία είναι μεγάλη αμαρτία, και ας μη καυχώνται λέγοντας ότι είναι αρετή αναγκαία και χρήσιμη, για να πλανούν μέσω αυτής τους συνανθρώπους τους παρουσιαζόμενοι ενώπιον αυτών ως αγαθοί και δίκαιοι, καθότι έρχεται ώρα, όταν ο των πάντων Κριτής και Δεσπότης, ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός στο φοβερό Του Βήμα θα αφαιρέσει της υποκρισίας τους το κάλυμμα και θα φανερωθούν οι απατηλές περιπλοκές της καρδιάς τους, το ψεύδος της γλώσσας τους, όπως και η απόκρυφη πονηρία της ψυχής τους.
Ας είναι λοιπόν μακριά από εμάς η αμαρτία αυτή της υποκρισίας και ας είναι σε μας «το ναι ναι, και το ου ου», για να πει και για μας ο Κύριος: «Ίδε αληθώς Ισραηλίτης, εν ω δόλος ουκ έστι» (Ιω. 1:48).
(Ιανουάριος 1961)
Δημήτριος Παναγόπουλος