«Είχαμε περπατήσει αρκετή ώρα στο ανηφορικό μονοπάτι γιά το Μοναστήρι. Όταν φθάσαμε, ήταν μεσημέρι και ευρήκαμε την θύρα της Μονής κλειστή. Ήταν η ώρα της Τράπεζας, οπότε όλες μέσα έτρωγαν, ενώ εμείς κουρασμένοι και νηστικοί περιμέναμε έξω, μέχρι να ανοίξει το απόγευμα η Μονή. Εγώ ήμουν όλο παράπονο διότι η κούραση και ιδιαίτερα η πείνα με πολεμούσαν…
Δεν πέρασε πολύ ώρα αναμονής και έρχεται μία Μοναχή με ένα ωραίο δίσκο γεμάτο με ζεστό σταρένιο ψωμί, ελιές και φρούτα. Χαρήκαμε όλοι, ευχαριστήσαμε την Μοναχή και θα τα τρώγαμε όλα, αλλά αφήσαμε κάποιο υπόλοιπο γιά να μη φανεί πόσο πεινούσαμε.
Όταν άνοιξε η Μονή, επιστρέψαμε τον δίσκο στην Πορτάρισσα, η οποία μας βεβαίωσε ότι, καμμιά Μοναχή δεν είχε βγει εκτός της Μονής το μεσημέρι και ότι, ο δίσκος δεν ήταν δικός τους, ούτε το είδος της ελιάς, ούτε είχαν φρέσκο ζυμωτό ψωμί, ούτε παρόμοια φρούτα…
Κανείς δεν μπορούσε να καταλάβει τί είχε συμβεί…
Ημέρες μετά, επισκεφθήκαμε τον Άγιο γέροντα Πορφύριο.
Όταν του ανέφερα το γεγονός, μου ζήτησε να περιγράψω τη Μοναχή.
Και του είπα:
«Γέροντα, ήταν ψηλή, με γαλανά μάτια και πολύ όμορφη!»!
Η απάντηση του προορατικού γέροντα, ήλθε ως κεραυνός:
«Ήταν η Παναγία μας παιδί μου! Σας φιλοξένησε η Ίδια! Ίσως όταν μεγαλώσεις γίνεις μοναχός, αφού σε αξίωσε να την αντικρύσεις!»»!!
Πηγή: «Θα θαυμάσεις. Θα απορήσεις». Εκδόσεις Ζωοδότης