Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«Η ΕΙΚΟΝΑ, ΣΤΟΙΧΕΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 23-3-1986] [Β154]
Σήμερα, αγαπητοί μου, η Εκκλησία μας, Κυριακή Α΄των Νηστειών, εορτάζει την νίκη της δια την ακρίβεια και ορθοδοξότητα της πίστεώς της και της παραδόσεώς της. Επάλαισε και παλαίει η Εκκλησία, δια να διατηρήσει την αυθεντία της ερμηνείας του αποκαλυφθέντος λόγου του Θεού, που κατεγράφη εις την Αγίαν Γραφήν υπό θεοπνεύστων ανδρών και παρεδόθη ως πράξις και ως διδασκαλία μέσα εις την Εκκλησίαν.
Μία έκφρασις, ένα στοιχείον Ορθοδοξίας, μεταξύ πολλών άλλων είναι και η εικόνα, ως θεολογία και ως αλήθεια αυτού του λόγου του Θεού. Και το μεν θέμα της εικόνος επολεμήθη από την αίρεσιν των Ανεικονίστων· μία μορφή δηλαδή υποβόσκοντος Μονοφυσιτισμού. Επί εκατόν είκοσι χρόνια. Και είναι γνωστή ως Εικονομαχία, που εξέσπασε εις το Βυζάντιον. Η Ζ΄ όμως Οικουμενική Σύνοδος τελικά επανέφερε και εστερέωσε το θέμα των εικόνων, αφού βεβαίως τούτο το καθόρισε θεολογικά.
Η θεολογία της εικόνος είναι ένα πελώριο θέμα, ένα σπουδαιότατο θέμα, ώστε η Εκκλησία μας, τιμώντας τους Πατέρες της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, την πρώτη Κυριακή των Νηστειών, να την ονομάσει «Κυριακή της Ορθοδοξίας». Δηλαδή να θεωρείται, παρότι είναι ένα από τα πολλά θέματα που συνιστούν την Ορθοδοξίαν, να θεωρείται ως ένα κορυφαίον σημείον, ώστε, επαναλαμβάνω, να ονομάσει η Εκκλησία μας την Κυριακήν αυτήν ως «Κυριακή της Ορθοδοξίας».
Πού όμως είναι αυτή η σπουδαιότης του όλου θέματος; Διότι εκπλήσσει έναν αναγνώστην, έναν ακροατήν ότι… «Τόσα άλλα θέματα, δεν θα μπορούσαν να αποτελέσουν κορυφαία ορθοδοξότητος; Πώς η εικόνα;». Αυτό βέβαια κατ’ αρχάς οφείλεται σε μία παραμέριση της θεολογίας που έχομε, της γνώσεως που έχομε δια την εικόνα. Η εικόνα, αγαπητοί μου, φανερώνει ότι ο Λόγος έγινε πράγματι άνθρωπος αληθής. Αυτό πώς το εκφράζει η εικόνα; Το ότι δυνάμεθα να παραστήσομε τον Ιησούν Χριστόν. Και ο τρόπος με τον οποίον μπορούμε να παραστήσομε το πρόσωπον του Ιησού Χριστού, διότι εκεί όλη η μάχη, εκεί όλος ο πόλεμος, εκεί όλη η πάλη, αν δυνάμεθα να εικονίσομε το πρόσωπο του Θεού. Ναι. Δυνάμεθα να εικονίσομε το πρόσωπον του Θεού. Πότε; Εφόσον έγινε άνθρωπος. Συνεπώς η εικόνα, η θεολογία της εικόνας, αναφέρεται και βασίζεται επάνω στο ευαγγελικόν και κεντρικόν σημείον ολοκλήρου της πίστεως. «Ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο». Και εφόσον «ἐγένετο ὁ Λόγος σάρξ», εφόσον δηλαδή ο Υιός του Θεού έγινε άνθρωπος, δύναται να απεικονισθεί. Γι’αυτό λέγει ένα τροπάριον των Αίνων της σημερινής ημέρας: «Σαρκὸς τὸ ἐκτύπωμα, ἀναστηλοῦντές σου Κύριε, σχετικῶς ἀσπαζόμεθα, τὸ μέγα μυστήριον, τῆς Οἰκονομίας – το μέγα μυστήριον της Οικονομίας είναι η Ενανθρώπησις-, τῆς σῆς ἐκδηλοῦντες(:Εκδηλώνουμε της δικής Σου, το δικό Σου μυστήριο της Ενανθρωπήσεως, με το να αναστηλώσομε τις εικόνες)· οὐ γὰρ δοκήσει, ὡς φασίν, οἱ θεομάχοι παῖδες τοῦ Μάνεντος, ἡμῖν ὤφθης φιλάνθρωπε, ἀλλ’ ἀληθείᾳ καὶ φύσει σαρκός, δι’ αὐτοῦ ἀναγόμενοι, πρὸς σὸν πόθον καὶ ἔρωτα». «Όχι όπως νομίζουν, όπως λέγουν, ότι κατά δόκησιν έγινες άνθρωπος οι θεομάχοι οπαδοί του Μάνεντος. Αλλά πραγματικά και αληθινά μετείχες σαρκός».
Βλέπετε λοιπόν ότι αποτελεί ένα κορυφαίον σημείον· διότι η αποδοχή ή μη αποδοχή της εικόνος, είναι τελικά η αποδοχή της αληθούς σαρκώσεως του Υιού του Θεού. Να γιατί είναι κορυφαίον το θέμα αυτό. Και εάν πράγματι ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο, τότε και ο άνθρωπος δύναται να γίνει Λόγος, δηλαδή να θεωθεί. Θέλω να καταλάβομε, αγαπητοί μου, ότι η θεολογία της εικόνος είναι: «Ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο, ἵνα ἡ σάρξ γένηται Λόγος», όπως λέγουν οι Πατέρες. Ο Θεός έγινε άνθρωπος, για να γίνει ο άνθρωπος Θεός. Εις την Α΄Οικουμενικήν Σύνοδον ετέθη το θέμα εάν ο Ιησούς είναι Θεός. Εδώ τίθεται το θέμα εάν ο Ιησούς έγινε άνθρωπος. Δηλαδή εάν είναι αληθινός άνθρωπος. Δηλαδή το θέμα της θεότητος ετέθη εις την Α΄Οικουμενικήν Σύνοδον με τον Άρειον· που τον επολέμησαν οι 318 Πατέρες και ο Άγιος Αθανάσιος. Και τώρα τίθεται το ερώτημα, το θέμα: «Ο Θεός έγινε πράγματι άνθρωπος; Αναγνωρίζομε τη θεότητά Του αλλά αμφιβάλλομε δια την ανθρωπότητά Του». Είναι το ακριβώς αντίστροφο. Γι΄αυτό σας είπα ότι στην πραγματικότητα επολεμήθη για μία ακόμη φορά, κατ’ επανάληψιν βεβαίως με τους πρώτους Δοκήτας, αλλά κατ’ επανάληψιν, δια μίαν ακόμη φορά η Εκκλησία πολεμά τον Μονοφυσιτισμόν στην Ζ΄Οικουμενική Σύνοδο, με το θέμα «εικόνα». Είναι σπουδαίο· διότι εάν πράγματι ο Υιός του Θεού δεν έγινε άνθρωπος, τότε δεν μπορεί ο άνθρωπος να γίνει Θεός. Δηλαδή η θέωσις του ανθρώπου είναι αδύνατη. Δηλαδή η σωτηρία του ανθρώπου είναι αδύνατη. Εάν όμως ο Θεός έγινε άνθρωπος, μετείχε της φύσεώς μας, τότε η μετοχή Του αυτή προσπορίζει σε μας τη σωτηρία. Διότι αυτό το πρόσλημμα, δηλαδή πήρε αυτή τη φύση μας και αυτή εθέωσε και αυτή ανέβασε εις τον ουρανόν και αυτή εδόξασε, και δυνάμει αυτής της φύσεώς μας της δεδοξασμένης εις το πρόσωπον το ένα του Θεού Λόγου, θα σωθούμε όλοι· διότι Εκείνος είναι ο πρόδρομός μας εις τους ουρανούς. Εάν όμως δεν έγινε άνθρωπος, τότε Θεός ήτο και Θεός έμεινε και τίποτε άλλο και υπάρχει χάσμα ουσιών. Δεν υπάρχει δηλαδή ένωσις των ουσιών. Αλλά η ένωσις των ουσιών είναι εν προσώπω Ιησού Χριστού. Γιατί; Γιατί έγινε άνθρωπος πραγματικά.
Ξαναλέγω λοιπόν άλλη μία φορά ότι αυτό το εκφράζει η εικόνα. Διότι αν στην εικόνα μπορώ να ζωγραφίσω το πρόσωπο του Χριστού, σημαίνει έγινε άνθρωπος. Αν δεν έγινε άνθρωπος, πώς μπορώ να ζωγραφίσω το θείον; Το θείον είναι ανεικόνιστον. Δεν εικονίζεται το θείον.
Βλέπετε πόσο σπουδαίον θέμα είναι και ότι η εικόνα θεωρείται ότι εκφράζει μία τεραστία, μεγάλη, κεντρικοτάτην αλήθειαν; Αλλά με την ευκαιρία, θα θέλαμε, αγαπητοί μου, να πούμε ότι σήμερα έχομε λησμονήσει το θέμα αυτό. Έχομε λησμονήσει και αγνοούμε την αξίαν της εικόνος και στην πράξη αρνούμεθα εκείνα που θεολογικά κατοχύρωσε τόσον η Α΄Οικουμενική Σύνοδος, όσο και η Ζ’ Οικουμενική Σύνοδος. Ξεχάσαμε το θέμα. Ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Θεός και ότι είναι άνθρωπος(Ζ΄Οικουμενική Σύνοδος) τέλειος. Δηλαδή ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Θεάνθρωπος. Και ότι αφού είναι Θεάνθρωπος, τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, άρα και ο άνθρωπος δύναται να θεωθεί. Σήμερα το ξεχάσαμε. Σήμερα μας έχει φύγει αυτό. Γιατί ακριβώς δεν γνωρίσαμε, ξεχάσαμε, λησμονήσαμε τη θεολογία της εικόνος. Σημειώνω ότι νομίζομε ότι ο Χριστιανισμός δεν είναι τι άλλο παρά ένα σύνολο ηθικών κανόνων που θα βελτιώσομε την ζωή μας. Και αν το θέλετε ακόμα, αγνοούμε την ανάσταση των νεκρών· διότι το στοιχείο «σώμα» το παραμερίζουμε. Και ότι «η ψυχή μας θα πάει εις τον Παράδεισον». Ούτε καν Βασιλεία Θεού. Διότι η Βασιλεία του Θεού είναι ο χώρος των πλήρων υπάρξεών μας. Δεν είναι δηλαδή οι ψυχές. Είναι η ψυχή με το σώμα. Ο Ιησούς Χριστός ανήλθε εις τον ουρανόν με την ανθρωπίνη Του φύση. Αυτό το αγνοούμε. Και αντιλαμβάνεστε, ότι αγνοώντας την θέωσή μας, την θέωση ολοκλήρου της υπάρξεώς μας, ότι πια δεν ρυθμίζομε ορθά και τον βίον μας. Έτσι, γιατί να μην φάω και να μην πιω; «Το σώμα δεν έχει αξία μπροστά στην ψυχή», λέμε. «Γιατί να μην πορνεύσω; Το σώμα δεν έχει καμία θέση». Ενώ το σώμα είναι ναός του Αγίου Πνεύματος, είναι ναός του Αγίου Τριαδικού Θεού. Το σώμα θα θεωθεί. Το σώμα θα ανέβει ψηλά. Και εκφράζεται πάντα, επαναλαμβάνω, με την εικόνα. Διότι η εικόνα εκφράζει την θεανθρωπίνη φύση του Χριστού· ότι ο Θεός έγινε πραγματικά άνθρωπος και συνεπώς και εγώ θα γίνω ένας κατά χάριν Θεός.
Αλλά μπορούμε να πούμε αγαπητοί μου, στα πολύ λίγα λεπτά τα οποία μας μένουν σε ένα λειτουργικό κήρυγμα, μερικά χαρακτηριστικά της εικόνος. Προσέξτε, όχι μόνον δεν εξαντλούνται, ούτε καν θίγεται το θέμα της εικόνος με αυτά τα ελάχιστα που θα πούμε.
Η εικόνα είναι μία γλώσσα. Μία γλώσσα καλλιτεχνική. Ή, αν θέλετε, αισθητική· που εκφράζει δόγματα της Εκκλησίας μας. Δηλαδή έκφρασις δογμάτων της Εκκλησίας με αισθητικόν, καλλιτεχνικόν τρόπον. Είναι συνεπώς θεολογία ορθόδοξος, με σχήματα και χρώματα. Η εικόνα έχει δυο διαστάσεις· κάθε εικόνα ορθόδοξος. Είναι η ένχρονος διάστασις ή ιστορική. Και η υπέρχρονος διάστασις. Είναι αυτές οι δύο διαστάσεις. Έτσι, μία εικών, καταρχάς μας φέρνει κοντά στο ιστορικό γεγονός. Επί παραδείγματι, έχομε την Βάπτισιν του Χριστού. Αυτό είναι ένα ιστορικό γεγονός. Και είναι γνωστό ότι η ιστορία, η ιστορία δηλαδή της Ενανθρωπήσεως, η ιστορία, υπογραμμίζω, δεν μπορεί να εξατμιστεί και να εξαφανιστεί. Δεν μπορεί να γίνει ιδεολογία η ιστορία. Η ιστορία είναι ιστορία, είναι γεγονότα. Και ότι η Ιστορία καθορίζει τη σωτηρία μας. Γιατί κι αυτήν εν χώρω και χρόνω θα τύχει. Η σωτηρία μας δηλαδή. Μην ξεχνάμε ότι το μυστήριον της θείας Οικονομίας, δηλαδή της Ενανθρωπήσεως, είναι γεγονός. Δηλαδή είναι Ιστορία. Προσέξτε, θα το πω δεύτερη, τρίτη φορά. Δεν μπορούμε να εξατμίσομε τα γεγονότα. Δεν μπορούμε να… ιδεαλίσομε λοιπόν, ούτως ειπείν, αν επιτρέπεται αυτή η λέξις, την Ιστορία. Δεν μπορούμε να την κάνομε ιδεαλισμό την Ιστορία. Η Ιστορία είναι Ιστορία. Είναι τα γεγονότα. Αν αφαιρέσομε λοιπόν την Ιστορία, βασικά δεν έχομε εικόνα· διότι η εικόνα εκφράζει μια Ιστορία. Αυτό θα πει εικόνα. Εκφράζει μια ιστορία. Την Ιστορία. Και επιθυμεί τώρα η εικόνα να συνδέσει τον πιστό της κάθε εποχής με το ιστορικό γεγονός που απεικονίζει.
Είπαμε το παράδειγμα της Βαπτίσεως του Χριστού. Κυρίως είναι το πρόσωπο του Χριστού. Είναι και της Θεοτόκου εν συνεχεία, είναι και των αγίων. Αλλά για να μην πολυπραγμονώ, επειδή ο χρόνος, είπαμε, είναι λίγος, μένω στο πρόσωπο του Χριστού. Τι βλέπομε εδώ; Ότι ο πιστός της κάθε εποχής συνδέεται με το γεγονός που εικονίζει η εικόνα. Πώς συνδέεται; Αυτή η σύνδεσις είναι σύνδεσις μνήμης; Όπως ακριβώς αν είχαμε ένα άλμπουμ με φωτογραφίες και θα βλέπαμε ένα περιστατικό του περασμένου καιρού; Ή μήπως είναι, θα λέγαμε, μία συναισθηματική προσέγγισις; Βλέποντας την εικόνα, να θυμηθώ κάτι και να νιώσω κάτι. Αγαπητοί μου, δεν είναι παρά προσέγγισις στο αρχικό, στο πρωτότυπο γεγονός! Σημαίνει ότι ο κάθε πιστός της κάθε εποχής, της κάθε ιστορικής στιγμής προσεγγίζει αυτό το ιστορικό γεγονός. Το προσεγγίζει όχι συναισθηματικά, όχι μνημικά, αλλά πραγματικά. Όταν, επί παραδείγματι, λέμε στην Υμνολογία μας: «Ἡ Παρθένος σήμερον τόν Ὑπερούσιον τίκτει» ή «Σήμερον βαπτιζομένου Σου Κύριε ἐν τῷ Ἰορδάνῃ» κ.τ.λ. ή «Σήμερον κρεμᾶται ἐπί ξύλου» αυτό το «σήμερον» δεν είναι φιλολογικό. Δεν είναι, όπως θα λέγαμε, ο ιστορικός Ενεστώς. Αλλά είναι σήμερον. Διότι σήμερα εγώ προσοικειώνομαι το γεγονός. Το γεγονός από μένα δεν απέχει. Δεν έχει σημασία αν υπάρχει ένας χρόνος που με χωρίζει εμένα. Δεν απέχω. Προσεγγίζω το γεγονός και το γεγονός εμένα. Συνεπώς κάθε ιστορική στιγμή είναι προσδεμένη με το πρωτότυπον γεγονός. Και αυτό μου το δείχνει η εικόνα, μου το εκφράζει η εικόνα.
Έχομε όμως και την άλλη διάσταση την υπέρχρονη, την δογματική. Μέσα στο εικονιζόμενο ιστορικό γεγονός, ας πούμε, της Βαπτίσεως, πάλι, διαφαίνεται το δογματικό στοιχείο. Βλέπετε, ο Υιός βαπτίζεται, το Πνεύμα το Άγιον επιφοιτά, ο Πατήρ φανερώνει τον Υιόν Του εις τον κόσμον και μαρτυρεί: «Οὗτος ἐστίν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός». Εδώ τι έχομε; Μέσα σε αυτήν την ιστορική σκηνή, το ιστορικό γεγονός της Βαπτίσεως, ότι ο Χριστός πήγε στον Ιορδάνη, έχομε τώρα ένα.. μία δογματική αλήθεια. Δηλαδή μία υπέρχρονη αλήθεια. Κάτι που στέκεται παραπέρα από το ιστορικό γεγονός. Και συνεπώς βλέπομε ότι η εικόνα δεν μένει μόνο στην ιστορικότητά της, αλλά μας παρουσιάζει κάτι το καινούριο, κάτι το βαθύτερο. Μας παρουσιάζει έναν μεταμορφωμένο κόσμο. Και μας δείχνει την Βασιλεία του Θεού. Η εικόνα είναι ένα παράθυρο, μέσα από το οποίο μπορούμε να δούμε εκείνο που δεν είναι ούτε χώρος ούτε χρόνος. Και ταυτοχρόνως μας δείχνει και τον χώρο και τον χρόνο. Είναι ένχρονος η εικόνα, είναι υπέρχρονος η εικόνα.
Τα πρόσωπα των αγίων, αν θέλετε, όταν εικονίζονται, είναι πραγματικά. Όχι ότι διατηρούν τα χαρακτηριστικά τους τα φυσικά. Όχι. Ξέρετε, αυτό δεν έχω καιρό να σας πω πιο πολλά, η Εκκλησία το αρνείται. Και θα το δείτε λίγο πιο κάτω. Είναι πραγματικά, είναι ανθρώπινα, αληθινά πρόσωπα τα πρόσωπα των αγίων. Δεν έχομε πελώρια μάτια ή πελώρια αυτιά ή κάτι άλλο ή ένα συμβολικό σχήμα που να πούμε: «Εδώ είναι ο άγιος Γεώργιος, εδώ είναι ο άγιος Δημήτριος». Είναι πραγματικά πρόσωπα, ανθρώπινα πρόσωπα, αληθινά. Ταυτόχρονα όμως είναι υπέρχρονα, είναι μεταμορφωμένα πρόσωπα. Δεν ανήκουν πια παρά στον χώρο της Βασιλεία του Θεού. Στη Βασιλεία του Θεού θα είμεθα ολόκληροι. Όπως με βλέπετε και σας βλέπω. Αλλά ταυτόχρονα θα είμεθα μεταμορφωμένοι. Πώς μεταμορφωμένοι; Απ’ την φθορά στην αφθαρσία, από τον θάνατο στην αθανασία. Έτσι βλέπει κανένας, όταν βλέπει μία εικόνα ενός αγίου, να προσεγγίζει πια προς κάτι που είναι ένχρονο και άχρονο πάλι. Προσεγγίζει τον άγιον, αλλά ο άγιος δεν ζει στην παρούσα πια ζωή. Και συνεπώς τον προσελκύει ο άγιος να ζήσει μια μεταμορφωμένη ζωή. Η ύπαρξίς μας να μεταμορφωθεί. Και να αλλάξει από την παρούσα ήδη ζωή. Για να βρεθούμε ολότελα μεταμορφωμένοι την ημέρα της αναστάσεως των νεκρών.
Οι άγιοι, όπως έχετε παρατηρήσει στις ορθόδοξες εικόνες, κοιτάζουν πάντοτε κατά πρόσωπον, κατ΄ενώπιον. Το πολύ πολύ να κοιτάζουν μόνον κατά τα 3/4, μία ελαφρά κλίση. Όπως έχομε τον άγιο Ιωάννη από δω ή κάποιες άλλες εικόνες. Ποτέ όμως δεν βλέπομε τα οπίσθια ενός αγίου. Βλέπομε το πρόσωπό του. Γιατί; Διότι αυτό φανερώνει ότι ο πιστός με τον άγιον έχει έναν σύνδεσμο. Ο προσκυνητής με τον άγιον που ιστορείται στην εικόνα έχει έναν σύνδεσμο. Αυτός ο σύνδεσμος είναι μεγάλης σημασίας. Διότι ο άγιος δεν είναι αποξενωμένος από τους πιστούς. Στη Λειτουργία αναφέρομε τους αγίους. Έχομε τα λείψανά τους κάτω από την αγία Τράπεζα. Μνημονεύομε τους αγίους μέσα στο άγιο Δισκάριο ,εκεί που βάζομε και τις δικές μας μερίδες. Ο άγιος δεν αποξενώθηκε. Ανέβηκε πιο ψηλά από μας, έφυγε από μας, αλλά μένει δεμένος με μας. Γι΄αυτό βλέπομε τον άγιο ζωγραφισμένο, ιστορημένο, κατ’ ενώπιον.
Ακόμη, μια εικόνα, αγαπητοί μου, μπορεί να γίνει –προσέξτε αυτό- μία θύρα ελέους. Πώς μπορεί να γίνει μία θύρα ελέους; Όταν ξέρω ότι μία πόρτα άμα ανοίξει, από εκεί θα βρω έλεος. Θα βρω το ψωμί μου. Θα βρω την Χάρη, θα βρω τη διευκόλυνση, θα βρω τη θεραπεία. Χτυπώ λοιπόν την πόρτα αυτή. Ε, λοιπόν, η εικόνα είναι μία θύρα ελέους. Μην το ξεχνάτε αυτό. Είναι το φαινόμενον των θαυματουργικών εικόνων. Πηγαίνομε μπροστά σε μία εικόνα και προσευχόμαστε και ζητούμε και μας δίδει ο εικονιζόμενος άγιος εκείνο το οποίο ζητούμε. Ο εικονιζόμενος άγιος. Λέμε: «Παναγία μου, σώσε με». Και δεν το λέμε αφηρημένα βέβαια, οπουδήποτε μπορούμε να προσευχηθούμε, αλλά καλώς εχόντων των πραγμάτων, έχομε την εικόνα της Παναγίας μπροστά. Και λέμε: «Παναγία μου, σώσε με, σώσε μας». Πάμε στην εικόνα του αγίου Δημητρίου: «Άγιέ μου Δημήτριε, σώσε με». Τι σημαίνει αυτό; Θα απλώσει κανένα χέρι ο άγιος να μας σώσει; Ναι! Άγιοι, έχουν δει κάποτε τους αγίους, άγιοι άνθρωποι, έχουν δει τους αγίους κάποτε να απλώνουν και το χέρι τους. Κάτι καταπληκτικό! Η εικόνα, η μπογιά…, εκείνη η μπογιά, η εικόνα είναι, θα λέγαμε, το παράθυρο που ήταν μέχρι τότε κλειστό. Μετά ανοίγει και βγαίνει η χάρις του αγίου.
Πώς γίνεται αυτό; Ακούστε πώς γίνεται αυτό. Είναι διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Όταν ο άγιος ζει, στην παρούσα ζωή, είχε το Πνεύμα του Θεού. Όταν πέθανε, έφυγε από τον κόσμον αυτόν, δεν χωρίστηκε από το Πνεύμα του Θεού. Το Πνεύμα του Θεού το έχει και τώρα που είναι στον Παράδεισον η ψυχή του. Χωρίστηκε ο άνθρωπος. Η ψυχή του πήγε στον Παράδεισον. Ηνωμένη πάντοτε με τον Πνεύμα του Θεού. Το σώμα του κατετέθη εις τον τάφον. Κι εκεί το Πνεύμα του Θεού είναι ηνωμένο με το σώμα του. Διότι ο Κύριος είπε: «Θα ‘ρθούμε να κατοικήσουμε μέσα εις τον άνθρωπο ο οποίος μας δέχεται». Δεν θα κατοικήσουμε στην ψυχή του, προσέξτε. Στην ύπαρξή του. Σε ολόκληρη την ύπαρξή του. Όχι στην ψυχή του μόνο. Στο σώμα του και την ψυχή του μαζί. Με τον θάνατον συνεπώς ο άνθρωπος δεν χωρίζεται του Αγίου Πνεύματος ως προς το σώμα. Έτσι έχομε τα λεγόμενα «άγια λείψανα» που θαυματουργούν. Γιατί θαυματουργούν; Γιατί είναι ηνωμένα με το Πνεύμα του Θεού. Αλλά είναι γνωστό ότι ο άγιος άνθρωπος, ό,τι πιάσει στον κόσμον αυτόν, δίνει χάρη, μεταβιβάζει χάρη. Στο κατά Μάρκον Ευαγγέλιον, που συνέβη στον Χριστόν… προσέξτε τι λέει: «Καὶ ὅπου ἂν εἰσεπορεύετο -ο Ιησούς- εἰς κώμας ἢ πόλεις ἢ ἀγρούς, ἐν ταῖς ἀγοραῖς, ἐτίθεσαν τοὺς ἀσθενοῦντας καὶ παρεκάλουν αὐτὸν ἵνα κἂν τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱματίου αὐτοῦ ἅψωνται(:παρακαλούσαν μόνον να αγγίξουν τα ρούχα του Χριστού)· καὶ ὅσοι ἂν ἥπτοντο αὐτοῦ, ἐσῴζοντο(:και όσοι ακουμπούσαν τα ρούχα του Χριστού, εσώζοντο)». Το ίδιο πράγμα ο Χριστός, αγαπητοί μου, δίνει τώρα στους αγίους, στους Αποστόλους, στους αγίους. Ακούστε. Πράξεις 5,15: «Ὣστε κατὰ τὰς πλατείας ἐκφέρειν τοὺς ἀσθενεῖς καὶ τιθέναι ἐπὶ κλινῶν καὶ κραβάττων, ἵνα ἐρχομένου Πέτρου κἂν ἡ σκιὰ ἐπισκιάσῃ τινὶ αὐτῶν, οἵτινες ἐθεραπεύοντο ἅπαντες». Όλοι εθεραπεύοντο. Έπαιρναν τα μαντήλια και τις ποδιές του Αποστόλου Παύλου, τα έριχναν επάνω στους ασθενείς και εγίνοντο καλά. Γιατί; Διότι και τα αντικείμενα που ήρχοντο σε επαφή μετά τοῦ χρωτός αὐτῶν, με το δέρμα τους, έπαιρναν αγιασμό. Έτσι, αγιασμένοι άνθρωποι, όταν ιστόρησαν, δηλαδή αγιογράφησαν εικόνες, οι εικόνες αυτές τώρα θαυματουργούν. Αυτός είναι ο λόγος που θαυματουργούν, αγαπητοί μου, οι εικόνες.
Να τονίσομε κάτι όμως. Ότι μόνο η Βυζαντινή αγιογραφία διατηρεί τις προϋποθέσεις δια την δογματικήν και ηθικήν διδασκαλίαν. Μόνο η βυζαντινή εικόνα. Ενώ της Δύσεως η εικόνα, οι δυτικής τεχνοτροπίας εικόνες, δεν εκφράζουν τίποτα. Εκφράζουν στο επίπεδο ένα γεγονός και αυτό μάλιστα πολλές φορές όχι σωστό. Όπως ακριβώς έχομε τον Ιωσήφ με την Θεοτόκον πλάι πλάι. Δεν ήσαν σύζυγοι. Γιατί να τους βάλουμε πλάι πλάι; Λέμε: «Η αγία οικογένεια». Δεν ήσαν σύζυγοι. Η βυζαντινή αγιογραφία βάζει την Παναγία στο κέντρον της εικόνος και πλάι της ο Χριστός. Ο Ιωσήφ; Σε μια γωνιά της εικόνος, κάτω κάτω, με γυρισμένη την πλάτη. Γυρισμένη την πλάτη του στην Θεοτόκον και στον Ιησούν. Τι εκφράζει αυτό; Ότι δεν είναι δικό του παιδί αυτό. Βλέπετε τη διαφορά. Γι΄αυτό με την ευκαιρία, θα σας έλεγα, αγαπητοί μου, να διατηρούμε πάντοτε σπίτι μας, παντού, στους λατρευτικούς μας χώρους, παντού, την βυζαντινή τεχνοτροπία· η οποία είναι δογματική. Η διδασκαλία και η ηθική της εικόνος της βυζαντινής.
Αγαπητοί μου, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι ο Χριστός δεν είναι μόνον ο Λόγος του Θεού, ο Λόγος του Πατρός, αλλά είναι και η Εικών του Πατρός. Ακόμη, δεν πρέπει να αγνοούμε ότι και ο άνθρωπος είναι εικών του Χριστού. Η εικόνα έχει μία βαθιά θεολογία, όπως είδαμε και όσο τη μελετούμε, τόσο βρισκόμεθα εις την περιφέρειά της, χωρίς ποτέ να μπορούμε να την εξαντλήσουμε. Ο κόσμος αυτός ολόκληρος, ο αισθητός αυτός κόσμος με το άπλετον ηλιακόν του φως, είναι μία εικόνα του μελλοντικού ακτίστου κόσμου. Ο ναός που βρισκόμεθα, εδώ μέσα, ακόμα αυτός ο λειτουργικός δηλαδή χώρος, είναι μία εικόνα της ουρανίου Λειτουργίας των Αγίων και της κοινωνίας των μετά του Θεού. Όλα τα σύμβολα τα χριστιανικά που έχομε, είναι εικόνες μελλοντικών αγαθών. «Ἃ ἐστί σκιά τῶν μελλόντων», λέει στους Κολοσσαείς ο Απόστολος Παύλος. Είναι σκιά των μελλοντικών πραγμάτων. Γι΄αυτό γράφει ο Απόστολος: «Οἵτινες -οι ιερείς- ὑποδείγματι καὶ σκιᾷ λατρεύουσι τῶν ἐπουρανίων, καθὼς κεχρημάτισται Μωϋσῆς μέλλων ἐπιτελεῖν τὴν σκηνήν· ὅρα γάρ, φησι, ποιήσεις πάντα κατὰ τὸν τύπον τὸν δειχθέντα σοι ἐν τῷ ὄρει» Εβρ.8,5. «Πρόσεξε», του λέει ο Θεός, «ό,τι σου υπεδείχθη στο όρος το Σινά, έτσι θα κατασκευάσεις την Κιβωτό κ.τ.λ.». Τι του έδωσε ο Θεός εκεί; Μοντέλα. Υποδείγματα. Συνεπώς, τι ήταν η σκηνή, ο ναός κ.τ.λ. τα παρακάτω που φτιάχτηκαν; Αντίτυπα των αληθινών, των γνησίων, των επουρανίων. Τι λέγω; Και αυτή η ζωή μας ακόμη, αγαπητοί μου, είναι μία εικόνα. «Διὰ πίστεως – λέει ο Απόστολος, Β΄Κορινθίους 5,7- περιπατοῦμεν, οὐ διὰ εἴδους». Και τι είναι η πίστις; Μία εικόνα είναι. Μία εικόνα. Δεν βλέπω την πραγματικότητα, αλλά ζω διαμέσου αυτής, δηλαδή δια της πίστεως. «Οὐ διὰ εἴδους». Δεν έχομε την πραγματικότητα. Έχομε την πίστη. Έχομε την εικόνα. Γι΄αυτό η Εκκλησία μας, αγαπητοί μου, νίκησε τους αιρετικούς και γιορτάζει σήμερα την νίκη της που είναι η Ορθοδοξία δια της προβολής των αγίων εικόνων.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια:Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
arnion.gr