Η Κυριακή του Ασώτου και η ομώνυμη παραβολή που μας παρέδωσε ο Χριστός, θεωρείται από τις σημαντικότερες παραβολές του Ευαγγελίου. Στην παραβολή του Ασώτου Υιού βλέπουμε τη μετάνοια που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την σωτηρία του ανθρώπου.
Γράφει ο Πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος Γιαννακόπουλος
Η σημερινή δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στον Άσωτο Υιό. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς μας παρουσιάζει την παραβολή του Ασώτου Υιού. Ένας άνθρωπος, λέει ο Κύριος στην παραβολή, είχε δύο γιους. Κάποτε ο νεώτερος είπε στον Πατέρα: «Πατέρα δώσε μου το μέρος της περιουσίας που μου ανήκει». Πράγματι, ο Πατέρας διένειμε την περιουσία στους γιους του. Κι έπειτα από λίγες ημέρες ο νεώτερος γιος τα μάζεψε όλα και έφυγε σε μακρινή χώρα. Εκεί επιδόθηκε σε άσωτη ζωή και ξόδεψε τα πάντα. επιπλέον έπεσε μεγάλη πείνα σε εκείνη τη χώρα και άρχισε να στερείται. Ζήτησε δουλειά το πρώην αρχοντόπουλο και βρήκε τη χειρότερη, τον έστειλαν να βόσκει χοίρους. Αλλά κι εκεί δεν χόρταινε. Επιθυμούσε να χορτάσει από τα ξυλοκέρατα που έριχναν στους χοίρους, αλλά κανείς δεν του έδινε. Είχε βρεθεί σε μία άθλια κατάσταση.
Ίσως σκεφθεί κάποιος ότι ο νέος αυτός υπήρξε άτυχος. Θα μπορούσε να μην είχε πέσει πείνα στη χώρα αυτή και τέλος πάντων να έβρισκε τα μέσα προκειμένου να ζει. Σε οποιαδήποτε χώρα της γης θα μπορούσε να γίνει αυτό, στη χώρα της αμαρτίας όμως όχι. Στη χώρα της αμαρτίας μετά από σύντομη απόλαυση έρχεται πάντοτε, μα πάντοτε, μεγάλη πείνα, στέρηση και εξαθλίωση. Και το κατάντημα του Ασώτου Υιού είναι το κατάντημα όχι μόνο εκείνου που κάνει ασωτίες, αλλά του κάθε βαριά αμαρτωλού που μένει αμετανόητος. Βέβαια το κατάντημα αυτό το γευόμαστε όλοι κατά το μέτρο της αμαρτωλότητάς μας. Αυτή είναι η αμαρτία που εξυμνεί ο κόσμος: λίγη ηδονή στην αρχή και κατόπιν απέραντη στέρηση. Αυτή είναι η φύση της αμαρτίας: η στέρηση κάθε αγαθού, της χαράς, της ειρήνης, της ζωής. Γιατί ο Θεός είναι η πηγή κάθε αγαθού, ενώ η αμαρτία είναι άρνηση της κοινωνίας με τον Θεό.
Αλλά ο Άσωτος Υιός ήλθε κάποτε «εις εαυτόν» (ΛΟΥΚΑ 15, 17), ήλθε στα συγκαλά του, ήλθε σε επίγνωση της κατάστασής του, και είπε: «Πόσοι μισθωτοί του πατέρα μου έχουν άφθονη τροφή, ενώ εγώ πεθαίνω της πείνας!». Αναγνώρισε δηλαδή ότι η επιλογή του ήταν λανθασμένη και θέλησε να επανορθώσει. Αποφάσισε να επιστρέψει στο πατρικό σπίτι, να ομολογήσει το λάθος του μπροστά στον Πατέρα του που τόσο είχε πικράνει, και να εκφράσει τη σταθερή πλέον επιθυμία του να είναι μαζί Του ως ο τελευταίος, να γίνει μισθωτός. Το αποφάσισε και το έπραξε, το τόλμησε. Πήρε τον δρόμο της επιστροφής. Η μετάνοια λοιπόν δεν είναι το συναίσθημα των αποτυχημένων, δεν είναι απόγνωση, δεν είναι κατάθλιψη, δεν είναι η άρνηση της χαράς της ζωής. Είναι το ακριβώς αντίθετο: νηφάλια αξιολόγηση της αμαρτίας, ταπεινή παραδοχή της ενοχής μας, επιμονή στην ελπίδα, επιστροφή στην αγκαλιά του Θεού.
Ενώ ήταν ακόμη μακριά από το σπίτι ο Άσωτος Υιός, ο Πατέρας τον είδε, τον αναγνώρισε και τον σπλαχνίσθηκε. Πως τον είδε; Από τότε που είχε φύγει ο γιος του, κάθε ημέρα παρατηρούσε με πόνο τον δρόμο μήπως επιστρέψει. Μόλις τον είδε, δεν αγανάκτησε, αλλά σκίρτησε από αγάπη για το παιδί του. «Και δραμών επέπεσεν επί τον τράχηλον αυτού και κατεφίλησεν αυτόν» (ΛΟΥΚΑ 15, 20). Έτρεξε, έπεσε πάνω στο άθλιο, κουρελιασμένο, βρώμικο παιδί Του που Του είχε δείξει τέτοια συμπεριφορά και τον φίλησε με πολλή στοργή. Ο γιος ομολόγησε την ενοχή του, αλλά ο Πατέρας τον διέκοψε: «Φέρτε την πρώτη στολή…». Δεν τον ήθελε μισθωτό, αλλά ξανά γιο Του με όλα τα δικαιώματα. Του έκανε πλήρη αποκατάσταση. «Και στρώστε τραπέζι για να γιορτάσουμε, διότι ο γιος μου αυτός ήταν νεκρός και επανήλθε στη ζωή, ήταν χαμένος και βρέθηκε».
Έτσι περιμένει ο Θεός κι εμάς, όταν απομακρυνόμαστε από Αυτόν με τις διάφορες αμαρτίες που κάνουμε. Και μόλις μετανοήσουμε, μας αποκαθιστά στην προηγούμενη θέση που είχαμε λάβει από την ημέρα της Βάπτισής μας. Πως όμως γίνεται αυτή η αποκατάσταση; Δεν γίνεται μόνο με την μετάνοιά μας, αλλά και με την ομολογία της ενοχής μας μέσα στο Μυστήριο της Εξομολόγησης, που μας το έχει δώσει ο Θεός από την άπειρη αγάπη Του. Γνωρίζει καλά ο Θεός την αδύναμη φύση μας και πως αμαρτάνουμε συνεχώς. Γι’ αυτό μας έδωσε το Μυστήριο της Εξομολόγησης, για να γίνεται αυτή η αποκατάσταση μεταξύ Θεού και ανθρώπου. Η Εξομολόγηση δεν γίνεται στα εικονίσματα, αλλά στον Πνευματικό Πατέρα. Γιατί στον Πνευματικό ταπεινωνόμαστε, ενώ στην εικόνα όχι. Βέβαια η Εξομολόγηση θα πρέπει να γίνεται με πλήρη εξαγόρευση όλων των αμαρτιών μας.
Ο απειροτέλειος Θεός φέρεται με ακατανόητη στοργή στον αμαρτωλό άνθρωπο που επιστρέφει σε Αυτόν μετανοημένος! Κυριακή του Ασώτου σήμερα. Η έσχατη κατάπτωση του ανθρώπου και η άπειρη αγάπη του Θεού. Και η μετάνοια: η ανεκτίμητη δυνατότητα που ο οικτίρμων Θεός έχει δώσει στον αμαρτωλό, να επιστρέψει στο πατρικό σπίτι, να εγερθεί από την πτώση του, να ξαναζήσει, να βρει τον εαυτό του. Ο πανάγαθος Πατέρας όρθιος στο κατώφλι της πατρικής οικίας περιμένει τον καθένα μας να ενεργοποιήσει αυτή τη δυνατότητα, να επιστρέψει στην πιο στοργική αγκαλιά του κόσμου. Μην αδιαφορήσουμε στην αγάπη αυτή που μας δείχνει ο Θεός. Ότι και να έχουμε κάνει, να μετανοήσουμε και να εξομολογηθούμε τις αμαρτίες μας σε κάποιον Πνευματικό Πατέρα και θα λάβουμε την άφεση των αμαρτιών μας. Κι έτσι θα αρχίσουμε και πάλι τον αγώνα μας εναντίον των αμαρτιών που μας ταλαιπωρούν.
Πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος Γιαννακόπουλος
Εφημέριος Ιερού Ναού Αγίου Αλεξίου Αιγίου