Καὶ ἡ αὐθυπέρβαση αὐτὴ δὲν ἔχει σχέση, ὅπως θὰ δεχόταν ἡ ἀντικληρικὴ προπαγάνδα, μὲ κάποια ἐθελοδουλία ἢ ἀδιαφορία γιὰ τὸ Γένος. Ἀντίθετα, σχετιζόταν ἄμεσα μὲ τὴν γνήσια καὶ αὐθεντικὴ ἀποκατάστασή του.
Ἂς θυμηθοῦμε ἐδῶ τὸ βαθύτερο στόχο τῆς Ἐθναρχίας καὶ τοῦ Κλήρου μέσῳ τῆς «περιορισμένης συνεργασίας» μὲ τὸν κατακτητή. Ἦταν ἡ ἀνάσταση ὅλου τοῦ Ῥωμαίικου, δηλαδὴ τῆς αὐτοκρατορίας τῆς Ῥωμανίας, μὲ τὴν παλαιὰ ἔκταση καὶ εὐκλειά της. Αὐτὸ ἐννοοῦσε ὁ Πατροκοσμᾶς λέγοντας συχνά: «αὐτὸ μιὰ μέρα θὰ γίνει ῥωμαίικο». Αὐτὸ ἐννοοῦσε καὶ ὁ Ῥήγας Βελεστινλῆς, ἔστω καὶ σὲ ἕνα ἄλλο ἰδεολογικὸ πλαίσιο, ὅταν ἔλεγε στὸ «Θούριό» του: «Βούλγαροι κι Ἀρβανίτες καὶ Σέρβοι καὶ Ῥωμηοί, ἀράπηδες καὶ ἄσπροι, μὲ μιὰ κοινὴ ὁρμή, γιὰ τὴν ἐλευθερίαν νὰ ζώσωμεν σπαθί».
Μετά τὸ κίνημα τοῦ Ἀλεξάνδρου Ὑψηλάντη θὰ ἀλλάξει αὐτὸς ὁ ρωμαίικος-οἰκουμενικὸς στόχος τοῦ Ῥήγα καὶ τῶν Κολλυβάδων, ποὺ ἦταν ὁ στόχος τῆς Ἐθναρχίας(14). Ἀπὸ τὴ μεγαλοϊδεατικὴ ἰδεολογία τοῦ Γένους, θὰ ἐνταχθεῖ ὁ Ἀγώνας στὸ πλαίσιο τῆς ἄρχης τῶν ἐθνικοτήτων -καρποῦ τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως, στοχεύοντας ὄχι πιὰ στὴν ἀνασύσταση τῆς αὐτοκρατορίας, ἀλλὰ στὴ δημιουργία ἑνὸς μικροῦ ἀνεξάρτητου κράτους, στὸ ὁποῖο θὰ «στριμωχνόταν» κυριολεκτικά (πρβλ.τὸ 1922) τὸ Ἑλληνικὸ Ἔθνος.
Αὐτὸ τὸ πέρασμα ἀπὸ τὴ Ῥωμαίικη Οἰκουμένη στὸ Ἑλληνικὸ κράτος ἰσοδυναμοῦσε μὲ θάψιμο τῆς Ῥωμηοσύνης. Ἔτσι ὁ ἀγώνας τοῦ ῾21 ἐντάχθηκε στὰ σχέδια τῶν Μεγάλων Δυνάμεων τῆς Εὐρώπης γιὰ τὴν αὐτοκρατορία τῆς Ῥωμανίας. Στὶς εὐρωπαϊκὲς αὐλές, ὅπως λ.χ. τοῦ Ναπολέοντος, καθορίσθηκε ὁ χαρακτήρας τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως, ποὺ δὲν θὰ ἔχει πιὰ ῥωμαίικο-οἰκουμενικὸ χαρακτήρα, ἀλλὰ στενὰ ἐθνικὸ καὶ κατ᾿ οὐσίαν «ἀρχαιοελληνικό». Θὰ εἶναι ἐπανάσταση τῶν Ἑλλήνων τοῦ Ἑλλαδικοῦ θέματος ὄχι μόνο ἐναντίον τῶν Τούρκων, ἀλλὰ καὶ ἐναντίον τῆς Ῥωμαίικης Ἐθναρχίας, ὡς συνέχειας τῆς «Ῥωμαϊκῆς Βασιλείας» τῶν «Βυζαντινῶν»(15). Τὸ πραξικοπηματικὸ Αὐτοκέφαλο τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας (1833) εἶναι ἡ ἁπτὴ ἐπιβεβαίωση αὐτῶν τῶν ξενόφερτων προσανατολισμῶν.
Ἡ συμμετοχή, συνεπῶς, τοῦ Ῥάσου -καὶ μάλιστα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου- στὸν Ἀγώνα ὑπῆρξε δεῖγμα ὑψηλῆς αὐθυπερβάσεως καὶ αὐτοθυσίας, ἀφοῦ ἦταν πιὰ φανερό, ὅτι ὁ Ἀγώνας εἶχε σαφῶς ἀντιρωμαίικο καὶ ἀντιεθναρχικὸ χαρακτήρα, στρεφόμενο καὶ κατὰ τοῦ Πατριάρχου, ὡς Ἐθνάρχου τῶν Ῥωμηῶν(16). Ἡ συμμετοχὴ δὲ αὐτὴ ὁμολογεῖται ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ τὴν ἔζησαν σ᾿ ὅλη τη διάρκεια τοῦ Ἀγώνα καὶ ἦταν σὲ θέση νὰ τὴν ἐπιβεβαιώσουν.
«Πλησίον εἰς τὸν Ἱερέα -ἔλεγε ὁ Θ. Κολοκοτρώνης- ἦτον ὁ λαϊκός, καθήμενοι εἰς ἕνα σκαμνί, Πατριάρχης καὶ τζομπάνης, ναύτης καὶ γραμματισμένος, ἰατροί, κλεφτοκαπεταναῖοι, προεστοὶ καὶ ἔμποροι»(17). Ὁ ἱστορικὸς τοῦ l9ου αἰώνα Χρ.Βυζάντιος σημειώνει: «Προύχοντες, κληρικοί, ἀρματολοὶ καὶ κλέφται, λόγιοι καὶ πλούσιοι, συνεφώνησαν ἢ μᾶλλον συνώμοσαν καὶ παραχρήμα ἐπαναστάτησαν κατὰ τῆς τουρκικῆς δυναστείας(18).
Ὁ ἐθνικὸς ἱστορικός μας Κωνσταντῖνος Παπαρρηγόπουλος ὁμολογεῖ: «…Ὁσαδήποτε καὶ ἂν ὑπῆρξαν τὰ ἁμαρτήματα πολλῶν ἐκ τῶν Πατριαρχῶν, οὐδεὶς ὅμως ἐξ αὐτῶν, οὐδεὶς ὠλίσθησεν περὶ τὴν ἀκριβῆ του πατρίου δόγματος καὶ τῶν ὑπάτων ἐθνικῶν συμφερόντων τήρησιν»(19).
Ἀνάλογα ἀποτιμοῦν τὴ στάση τοῦ Ῥάσου στὴν Ἐπανάσταση ὁ Δ. Κόκκινος, ὁ Δ. Φωτιάδης, ὁ Σπ. Μαρινάτος, ὁ Ἰω. Συκουτρῆς, ὁ Κ. Βοβολίνης, ὁ Ν. Τωμαδάκης, ὁ Ἀπ. Βακαλόπουλος κ.ἄ.(20) Ὑπάρχουν, βέβαια, καὶ ἐπικριτὲς τοῦ Κλήρου, καὶ τῶν Ἀρχιερέων, ποὺ ἀμφισβητοῦν ἢ καὶ ἀρνοῦνται τὴν εἰλικρινῆ καὶ ἄδολη συμμετοχή τους στὸν Ἀγώνα. Τέτοιες θέσεις ἔχουν κατὰ καιροὺς ὑποστηρίξει ὁ Γ. Κορδᾶτος (ἱστορικὸς μαρξιστής), ὁ Γ. Σκαρίμπας (λογοτέχνης μαρξιστής, ἀλλ᾿ ὄχι ἱστορικός), ὁ Μάριος Πλωρίτης (φιλόλογος κριτικός, ἀλλ᾿ ὄχι ἱστορικός), ὁ Γ. Καρανικόλας (δημοσιογράφος, ὄχι ἱστορικός) κ.ἄ.(21). Οἱ θέσεις αὐτὲς ἐπαναλαμβάνονται στερεότυπα ἀπὸ ἄλλους λιγότερο σημαντικοὺς καὶ ἄσχετους μὲ τὴν ἱστορικὴ ἔρευνα.
Ἀρκεῖ νὰ μελετήσει κανεὶς τὸ «ΔΕΛΤΙΟΝ» τῆς Ο.Λ.Μ.Ε.(22), γιὰ νὰ διαπιστώσει πὼς αὐτούσιες οἱ ἰδεολογικὲς αὐτὲς ἑρμηνεῖες γιὰ τὸ ῾21 περνοῦν στὸ χῶρο τῆς παιδείας. Τὸ τραγικὰ ἀπελπιστικὸ ὅμως εἶναι, ὅτι πολλὲς ἀπὸ τὶς παλαιότερες τοποθετήσεις ἔχουν πιὰ ξεπερασθεῖ καὶ στὸ χῶρο τῆς μαρξιστικῆς ἱστορικῆς Σχολῆς, ὁπότε οἱ ὑποστηρικτές τους ἀποδεικνύονται «παλαιομοδίτες» στὸ χῶρο τοῦ ἱστορικοῦ ἐρασιτεχνισμοῦ. Νεώτεροι μαρξιστὲς στορικοί, ἔχουν ἀποκηρύξει τὴν ἑρμηνευτικὴ μέθοδο τοῦ Γ.Κορδάτου καὶ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὴν ἰδεολογικὴ προοπτική του. Ἐπίσης ἔχουν ἀπορρίψει τὴν προπολεμικὴ θεωρία τοῦ «λαϊκισμοῦ (π. χ. Λεων. Στρίγκας).
Ἔτσι, ὁ Π. Ῥοῦσος δέχεται τὴν ἐπανάσταση τοῦ ῾21 ὡς ἐθνικοαπελευθερωτικὴ καὶ ὁμολογεῖ: «Σὲ σύγκριση μὲ τὸ ἐθνικὸ τὸ κοινωνικὸ ἔρχεται στὸ ὑπόστρωμα»(23). Ἀνάλογα δέχονται ὁ καθηγ. Βασ. Φίλιας, ὁ Λεων. Στρίγκας, ἡ Ἑλ. Ἀντωνιάδη-Μπιμπίκου κ.ἄ. (24). Ἡ ἐπικρατοῦσα στὸ χῶρο τῆς μαρξιστικῆς σκέψης σήμερα θέση εἶναι, ὅτι ἡ Ἐπανάσταση τοῦ ῾21 εἶναι ἐθνικοαπελευθερωτική, μὲ κοινωνικὸ περιεχόμενο, ἀλλὰ μία, στὴν ὁποία ἔλαβαν μέρος οἱ πιὸ ἑτερόκλητες δυνάμεις, κάθε μιὰ μὲ τὶς δικές της προϋποθέσεις καὶ στοχοθεσία. Δὲν ἔχει ἐκλείψει ὅμως τελείως ἡ ἰδεολογικὴ προσέγγιση, ποὺ ἀναιρεῖ κάθε δυνατότητα ἱστορικῆς-ἐπιστημονικῆς κατανοήσεως καὶ ἑρμηνείας.
Ἕνα ἀπὸ τὰ ἐπισημότερα θύματα τῆς παρατεινόμενης αὐτῆς ἰδεολογικῆς ἀδιαλλαξίας εἶναι ὁ Μέγας Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης τοῦ Ἀγώνα, Ἅγιος Γρηγόριος Ε´ (25). Ἡ ἑρμηνεία τῆς στάσης του στὸν Ἀγώνα ἀπαιτεῖ ἐπαρκῆ γνώση τῆς ἐποχῆς (ἱστορικά, κοινωνιολογικά, πολιτικά, διπλωματικά) καὶ τὴ χρήση ὀρθῶν κριτηρίων, συγχρόνων δηλαδὴ καὶ ὄχι σημερινῶν (ἱστορικὸς ἀναχρονισμός). Ὁ σοφὸς ἐκεῖνος Γενάρχης, πῶς ἦταν δυνατὸ νὰ παραβλέψει τοὺς ἀρνητικοὺς παράγοντες, ποὺ ἀπειλοῦσαν κάθε ἐπαναστατικὴ σκέψη (Ἱερὰ Συμμαχία, Τσάρος, προηγούμενες οἰκτρὲς ἀποτυχίες, π. χ. 1790); Γιατί νὰ ἀπαιτεῖ κανεὶς λιγότερη σύνεση ἀπὸ ἐκείνη τοῦ Κοραῆ καὶ τοῦ Καποδίστρια, ποὺ ἦσαν τελείως ἀρνητικοὶ στὰ σχέδια ἐξεγέρσεως; Καὶ ὅμως, σὲ καμία παρακωλυτικὴ ἢ ἀποτρεπτικὴ ἐνέργεια δὲν προέβη, ἡ δὲ ἀλληλογραφία του εἶναι σαφῶς θετικὴ καὶ φανερώνει τὴν ἐσωτερικὴ συμμετοχή του στὰ σχέδια τῆς Φιλικῆς(26). Θὰ ἐρωτήσει, βέβαια, κανείς: καὶ ὁ περιβόητος ἀφορισμὸς τοῦ κινήματος Ὑψηλάντου-Σούτσου; Δὲν εἶναι σαφὴς ἀντίδραση τοῦ Γρηγορίου; Ἔτσι, ἄλλωστε, ἑρμηνεύεται ὡς σήμερα ἀπὸ τὴν ἀρνητικὴ κριτική. Μπορεῖ ὅμως νὰ «ἑρμηνευθεῖ» ὁ ἀφορισμὸς χωρὶς νὰ ληφθεῖ ὑπόψη τὸ κλίμα, μέσα στὸ ὁποῖο ἔγινε; Καὶ ποιὸ ἦταν τὸ κλίμα αὐτό;
-Ἔκρηξη τῆς ὀργῆς τοῦ Σουλτάνου (ἀπόλυτου κυρίου πάνω σὲ κάθε ὑπήκοο)
– Ἄμεσος κίνδυνος γενικῆς σφαγῆς τῶν Ῥωμηῶν (ὁμολογία ἐκθέσεων τῶν Ξένων της Κωνσταντινουπόλεως(27))
-Ἀπερίγραπτες θηριωδίες, ποὺ προοιώνιζαν τὴ συνέχεια
-Παύση ἀπὸ τὸν Σουλτάνο δυὸ Μ. Βεζίρηδων, μὲ τὴν κατηγορία τῆς ἐπιεικοῦς στάσεως ἔναντι τῶν Ῥωμηῶν
-Ἀπαγχονισμὸς τοῦ Σεϊχουλισλάμη (θρησκευτικοῦ ἀρχηγοῦ), κατηγορουμένου γιὰ ἀπείθεια (δὲν ἐξέδωσε φετφὰ γιὰ τὴν σφαγὴ καὶ ἐξόντωση τῶν Ῥωμηῶν(28))
-Ἐκτελέσεις Φαναριωτῶν (Μουζούρηδων καὶ Μητροπολιτῶν) κ.λπ.(29).
Ποιὸς μπορεῖ μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ νὰ ἀρνηθεῖ, ὅτι ὁ ἀφορισμὸς ἦταν πράξη ἀνάγκης καὶ «στάχτη στὰ μάτια τοῦ Σουλτάνου»; (Νικοπόλεως Μελέτιος). Αὐτὴ ἀκριβῶς ἦταν καὶ ἡ ἑρμηνεία τοῦ ἄμεσα θιγομένου ἀπὸ τὸν ἀφορισμό, Ἀλ. Ὑψηλάντη: «Ὁ Πατριάρχης, βιαζόμενος ὑπὸ τῆς Πόρτας, σᾶς στέλλει ἀφοριστικὰ καὶ Ἐξάρχους, παρακινώντας σας νὰ ἑνωθῆτε μὲ τὴν Πόρταν. Ἐσεῖς ὅμως νὰ τὰ θεωρῆτε αὐτὰ ὡς ἄκυρα, καθότι γίνονται μὲ βίαν καὶ δυναστείαν καὶ ἄνευ τῆς θελήσεως τοῦ Πατριάρχου»(30). Μόνο, λοιπόν, μετὰ ἀπὸ τὴν γνώση ὅλων αὐτῶν μπορεῖ νὰ ἐκτιμηθεῖ σωστὰ καὶ ὁ ἀπαγχονισμὸς τοῦ Γρηγορίου. Ὁ πρῶτος Πατριάρχης τῆς Ῥωμηοσύνης ἐκτελέσθηκε ὡς «προδότης» τοῦ Σουλτάνου καὶ ὄχι τῶν Ῥωμηῶν(31). Καὶ εὔλογα, ἀφοῦ τυπικὰ ἦταν ὁ δεύτερος μετὰ τὸν Σουλτάνο ἀξιωματοῦχος τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας. Ἐνῷ δὲ ὁ ἀφορισμὸς δὲν εἶχε καμιὰ ἀρνητικὴ ἀπήχηση στὸν Ἐθνικὸ Ἀγώνα, ἀφοῦ ἦταν γνωστὴ ἡ προέλευσή του, τὸ «σχοινὶ τοῦ Πατριάρχη» ἀνέπτυξε μίαν εὐεργετικὴ δυναμική, διότι ἔγινε κινητήρια δύναμη στὸ ἀγωνιζόμενο Ἔθνος.
Ἡ ἰδεολογικοποιημένη ἑρμηνεία δὲν ἀφήνει ὅμως ἄθικτους καὶ τοὺς ἄλλους Ἀρχιερεῖς. Θέλοντας νὰ μειώσουν τὴ διακεκριμένη συμμετοχὴ ἀρχιερέων, ὅπως λ.χ. ὁ Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανὸς ἢ ὁ Σαλώνων Ἡσαΐας, μιλοῦν γιὰ «ἑκατοντάδες ἀρχιερέων» (Σκαρίμπας), ἡ συντριπτικὴ πλειοψηφία τῶν ὁποίων (δῆθεν) ἀπέσχε καὶ ὑπονόμευσε τὸν Ἀγώνα(32). Ἔχουν ὅμως ἔτσι τὰ πράγματα;
Οἱ Ἀρχιερεῖς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου δὲν ξεπερνοῦσαν τοὺς 200, στὶς 171 συνολικὰ ἐπαρχίες του. Ὁ ἀριθμὸς δὲ αὐτὸς περιλαμβάνει καὶ τοὺς Ἀρχιερεῖς τῶν ἄλλων ῥωμαίικων Πατριαρχείων, ποὺ ἦσαν στὰ ὅρια τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας(33). Ὁ Σπ. Τρικούπης, Θ. Φαρμακίδης κ.ἄ. δέχονται τὸν ἀριθμὸ 180, οἱ δὲ τιτουλάριοι Ἀρχιερεῖς δὲν ὑπερέβαιναν τοὺς 20(34). Ποιὰ ἦταν, λοιπόν, ἡ συμμετοχὴ αὐτῶν τῶν Ἀρχιερέων στὴ Φιλικὴ Ἑταιρεία(35).
Παρά τὸν ἀστικὸ χαρακτήρα τῆς Φιλικῆς, οἱ πρωτεργάτες της δὲν εἶχαν δυτικὴ ἀντιφεουδαρχικὴ συνείδηση, διότι στὴν «καθ᾿ ἡμᾶς Ἀνατολήν» δὲν ὑπῆρχε φεουδαρχία φραγκικοῦ τύπου (φυσικὴ ἀριστοκρατία). Γι᾿ αὐτὸ ἐνῷ στὴ Δύση ὁ Κλῆρος, καὶ μάλιστα οἱ Ἐπίσκοποι, ἐθεωροῦντο προέκταση τῆς τάξεως τῶν Εὐγενῶν, ἡ Φιλικὴ στράφηκε ἐδῶ στὸν Κλῆρο καὶ μάλιστα στὶς κεφαλές του. Αὐτὸ ἐπιβεβαιώνει καὶ ὁ Κορδάτος: «Οἱ Φιλικοὶ […] ἐπεδίωξαν νὰ δώσουν χαρακτήρα πανεθνικὸν εἰς τὴν ὠργανωμένην ἐπανάστασιν καὶ δι᾿ αὐτὸ προσηλύτισαν καὶ μερικοὺς Φαναριώτας καὶ ἀνωτέρους Κληρικούς»(36). Τὸ ἐπίθετο («μερικούς») ἀπορρέει ἀπὸ τὸ ἰδεολογικὸ πρίσμα τοῦ Κορδάτου καὶ δὲν ἀνταποκρίνεται στὸ ἐλάχιστο στὰ πράγματα.
Ἀπὸ 1818 μυήθησαν στὴν Φ. Ε. ὅλοι σχεδὸν οἱ ἀρχιερεῖς τῆς Πελοποννήσου(37), κάτι ποὺ ἀναγκάζεται νὰ τὸ παραδεχθεῖ ὁ ἀγαθότερος Σκαρίμπας: « Ἡ Φ. Ε. […] στὸ κόλπο εἶχε μυήσει ὅλους σχεδὸν τοὺς Παλαιοελλαδίτες κοτσαμπάσηδες καὶ προπαντὸς τοὺς δεσποτάδες»(38). Ἡ ἀλήθεια εἶναι, ὅτι ὡς Ῥωμηοὶ οἱ ἡγέτες τῆς Φιλικῆς γνώριζαν τὴν ἐπιρροὴ τῶν Ἀρχιερέων στὸ λαό. Μέσα στὰ ἔτη 1818-1821 ὅλοι σχεδὸν οἱ Ἀρχιερεῖς ἔγιναν μέλη τῆς Φιλικῆς. Μαρτυρίες ἀδιαμφισβήτητες καλύπτουν 81 περιπτώσεις. Γιὰ ἕναν ἀριθμὸ ἀπουσιάζουν μαρτυρίες, χωρὶς ὅμως νὰ μπορεῖ νὰ ὑποστηριχθεῖ, ὅτι δὲν εἶχαν μυηθεῖ καὶ ἐκεῖνοι.
Ἀπουσιάζει ὅμως καὶ κάθε μαρτυρία γιὰ προβολὴ ἀρνήσεως ἢ γιὰ ὑπονόμευση τοῦ ἔργου τῆς Ἑταιρείας. Οἱ περισσότεροι ἱστορικοὶ δέχονται, ὅτι οἱ Ἀρχιερεῖς ὑπῆρξαν ἡ σπονδυλικὴ στήλη τῆς Φιλικῆς καὶ ὁ κύριος παράγων τοῦ ἔργου τῆς λόγω τοῦ ὑψηλοῦ κύρους τους στὸν Λαό(39). Ἂν οἱ Ἀρχιερεῖς ἐξ ἄλλου δὲν περιέβαλλαν μὲ τὴν ἀγάπη τους τo ἔργο τῆς Φιλικῆς, πολλὰ πράγματα μποροῦσαν νὰ ἀνατραποῦν. Μιὰ ἀναφορά, τέλος, στὴν ποσοστιαία σύνθεση τῆς Φιλικῆς δίνει τὰ στοιχεῖα: Κληρικοὶ 9,5%, Ἀγρότες 6% καὶ Πρόκριτοι 11,7%(40).
Ἰδιαίτερα ἀπὸ τὴν περιοχὴ τῆς Ἑλλάδος ἀναφέρονται ἐπώνυμα στὶς πηγὲς 73 ἀρχιερεῖς, ποὺ ἔλαβαν ἐνεργὸ μέρος στὸν Ἀγώνα. Σαρανταδύο Ἀρχιερεῖς ὑπέστησαν ταπεινώσεις, ἐξευτελισμούς, φυλακίσεις, διώξεις κάθε εἴδους, βασανιστήρια, ἐξορίες κ.λπ. Δυὸ Οἰκουμενικοὶ Πατριάρχες (Γρηγόριος Ε´, Κύριλλος ΣΤ´) καὶ 45 Ἀρχιερεῖς (Μητροπολίτες) ἐκτελέσθηκαν ἢ ἔπεσαν σὲ μάχες. Κατὰ τὸν Γάλλο Πρόξενο Πουκεβὶλ οἱ κληρικοὶ-θύματα τοῦ Ἀγώνα ἀνέρχονται συνολικὰ σὲ 6.000(41).
Υπάρχει ὅμως καὶ τὸ «ἐξ ἀντιθέτου» ἐπιχείρημα. Ἡ μαρτυρία τῶν Τούρκων Ἱστορικῶν γιὰ τὴ δράση τοῦ ἑλληνορθοδόξου Κλήρου στὸν Ἀγώνα τοῦ ῾21(42). Ἔτσι, ὁ Μώραλη Μελὶκ Μπέη δέχεται ὅτι «τὸν λαὸν (τῆς Πελοποννήσου) ὑπεκίνησαν οἱ ἔχοντες συμφέροντα καὶ σχέσεις μετὰ τούτων, οἱ ἔμποροι, οἱ πρόκριτοι, καὶ κυρίως οἱ μητροπολίται καὶ γενικῶς οἱ ἀνήκοντες εἰς τὸν κλῆρον, δηλαδὴ οἱ πραγματικοὶ ἠγέται τοῦ Ἔθνους»(43). Ὁ δὲ Ζανὶ Ζαντὲ σημειώνει: «Τὰ σχέδια ἐτηροῦντο μυστικὰ μεταξὺ τοῦ Πατριάρχου, τῶν Μητροπολιτῶν, τῶν Παπάδων, τῶν Δημογερόντων»(44).
Διὰ νὰ κλείσουμε τὸ θέμα αὐτό, θὰ προσθέσουμε, ὅτι ἐνίοτε τὸν 19ο αἰώνα ἐγείρονταν ἀντιδράσεις ὄχι γιὰ τὴν μὴ συμμετοχὴ τῶν Κληρικῶν μας στὸν ἀπελευθερωτικὸ Ἀγώνα, ἀλλὰ ἀντίθετα γιὰ τὴ συμμετοχή τους σ᾿ αὐτόν. Χαρακτηριστικὴ εἶναι ἡ περίπτωση τοῦ Κεφαλλονίτη κοσμοκαλόγηρου καὶ ἡσυχαστῆ Κοσμᾶ Φλαμιάτου (1786- 1852)(45). Κατὰ τὸν Φλαμιᾶτο ἡ Ἀγγλία ἐκμεταλλεύθηκε τὸν Ἀγώνα τοῦ ῾21. Μὲ τὴν ἐμπλοκὴ τοῦ Κλήρου σ᾿ αὐτὸν ἐπεδίωξε «ἵνα διεγείρῃ τὴν παγκόσμιον, εἰ δυνατόν, περιφρόνησιν, μίσος, ἀποστροφὴν καὶ συνωμοσίαν κατὰ τοῦ Κλήρου, τόσον τὴν ἐκ τῶν Ἀρχῶν, ὅσον καὶ τὴν ἐκ τοῦ λαοῦ. Δι᾿ αὐτὸν τὸν σκοπὸν πρὸς τοῖς ἄλλοις ἐκίνησεν ἐμμέσως εἰς τοὺς ἀρχηγοὺς τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας καὶ εἰσήχθησαν ἐν αὐτῷ ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης, πολλοὶ Ἐπίσκοποι καὶ ἄλλοι ἐκ τοῦ Κλήρου τῆς Ἀνατολῆς, καὶ ἐφάνησαν τινὲς ἐξ αὐτῶν ὁπλοφοροῦντες εἰς τὸ στάδιον τοῦ κατὰ τῶν Ὀθωμανῶν πολέμου, φαινόμενον ὅλως μοναδικόν, ἀλλόκοτον καὶ ἀποτρόπαιον, εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν…»(46).
Δὲν θὰ ἀσχοληθοῦμε μὲ τὴν ὀρθότητα ἢ ὄχι τῶν κρίσεων τοῦ Φλαμιάτου, ποὺ ἔχει τὸ δικό του πρίσμα θεωρήσεως.
Τὸ σκανδαλιστικὸ γιὰ ἡσυχαστὲς σὰν τὸν Φλαμιάτο εἶναι ἡ συμμετοχὴ τοῦ Κλήρου στὶς πολεμικὲς ἐπιχειρήσεις («ὁπλοφορία») καὶ σὲ μία συνωμοτικὴ Ἑταιρεία, ὅπως ἡ Φιλική. Τὴν τελευταία θεωρεῖ κατευθυνόμενη «ἐμμέσως» ἀπὸ τὴν Ἀγγλία. Μᾶλλον, συνεπῶς, αὐτὸ προσκρούει στὴ συνείδησή του, ὅτι δηλαδὴ ἡ Ἐπανάσταση ἐξυπηρετοῦσε τοὺς σκοποὺς τῆς Δύσεως. Σ᾿ αὐτὸ ἀκριβῶς, πιστεύουμε, ἔγκειται ἡ ἀντίθεσή του. Ὅτι ὁ Κλῆρος τῆς Ἑλλάδος, ἐν ἀγνοίᾳ του, ἐξυπηρέτησε σκοποὺς ἀλλοτρίους καὶ ὄχι τὰ ὄνειρα τῆς Ῥωμηοσύνης.
Ὁ Φλαμιᾶτος γράφει στὴ δεκαετία τοῦ 1840, ὅταν πολλὰ πιὰ ἔχουν ἀποσαφηνισθεῖ. Σημαντικὸ ὅμως εἶναι, ὅτι θεωρεῖ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη μέλος τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας, σ᾿ ἀντίθεση μὲ τοὺς σημερινοὺς ἐπικριτές του. Γιὰ τοὺς παραδοσιακοὺς ὀρθοδόξους ὅμως αὐτὸ ἦταν τὸ σκάνδαλο καὶ ὄχι τὸ ἀντίθετο. Ὁ Γενάρχης τῆς Ῥωμηοσύνης νὰ ὑποθάλπει κινήσεις, ποὺ στρέφονταν ἐναντίον της… Γι᾿ αὐτὸ μιλήσαμε παραπάνω γιὰ «θυσία» καὶ «αὐθυπέρβαση» τοῦ Ῥάσου. Ἡ ἐθναρχικὴ πολιτικὴ ἐγκαταλείφθηκε γιὰ χάρη τῆς ἐλευθερίας τῆς Ἑλλάδος(47). Ἡ Ῥωμαίικη Ἐθναρχία θυσιάσθηκε, ἑκούσια, γιὰ τὴν ἐλευθερία τῆς Ἑλλάδος. Ὁ Ὄθων στὰ 1833 θὰ πάρει γιὰ τοὺς Ἕλληνες, πολιτικὰ καὶ ἐκκλησιαστικά, τὴ θέση τοῦ Ἐθνάρχη Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη.Ἡ ἀγανάκτηση τοῦ Φλαμιάτου ἑστιάζεται, ἀκριβῶς, στὴν ἀντίθετη κατεύθυνση ἀπὸ τὶς αἰτιάσεις τῶν ἐπικριτῶν τοῦ Κλήρου. Τὸ Ῥάσο θυσίασε τὰ πάντα γιὰ τὴν Ἑλλάδα καὶ τὴν ἐθνικὴ ἀποκατάστασή της.
Συμπερασματικά:
Ἡ συμμετοχὴ τοῦ Ῥάσου στοὺς ἐθνικούς μας ἀγῶνες δὲν εἶναι ἀσφαλῶς, ὁ μοναδικὸς λόγος τῆς παρουσίας τοῦ Κλήρου στὴν κοινωνία μας. Κύρια ἀποστολὴ τοῦ Ῥάσου εἶναι τὸ ἔργο τοῦ ἰατροῦ στὸ «Πνευματικὸν Ἰατρεῖον» τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν πνευματικὴ καὶ ὑπαρκτικὴ ἀποκατάσταση τοῦ ἀνθρώπου μέσα στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ἐκκλησία δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ θεωρεῖται ὡς ἕνας συμβατικὸς θεσμός, κοινωνικοῦ χαρακτήρα, μέσα στὸν ὑπόλοιπο κρατικὸ καὶ ἐθνικὸ βίο, μὲ σκοπὸ νὰ σῴζει ἁπλῶς τὴν ἱστορικὴ διάσταση.
Ἐν τούτοις ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, καὶ μάλιστα ἡ Ἑλλαδική, πρωτοστατεῖ σ᾿ ὅλους τοὺς ἀπελευθερωτικούς μας ἀγῶνες. Γιατί; Διότι τοῦτο ἀπορρέει ἀπὸ τὴν πίστη της γιὰ τὸν κόσμο καὶ τὸν ἄνθρωπο. Ἡ Ὀρθοδοξία βλέπει τὴν ἐλευθερία ὡς τὸ φυσικὸ κλίμα ἀναπτύξεως καὶ πραγματώσεως, τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου. Πραγματικὴ δὲ ἐλευθερία εἶναι ἡ δυνατότητα κοινωνίας τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸ Θεὸ καὶ τοὺς συνανθρώπους του, σὲ βαθμὸ γνησιότητας, πληρότητας καὶ αὐθεντικότητας, ἔξω δηλαδὴ ἀπὸ κάθε ἀναγκαστικότητα. Ἡ ἀνθρώπινη ἐλευθερία ἐντάσσεται στὰ πλαίσια τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ καὶ εἶναι (καὶ ὡς ἐθνική-κοινωνική) ἔννοια καθαρὰ θεολογικὴ-ἐκκλησιαστική(48).
Ὁ Ὀρθόδοξος Κλῆρος δὲν μπορεῖ νὰ μὴ συμμετάσχει στοὺς ἐθνικοὺς-ἀπελευθερωτικοὺς ἀγῶνες, διότι τὸ ἔργο του καὶ στὴν περίοδο τῆς εἰρήνης εἶναι ἀπελευθερωτικό. Ἀγώνας γιὰ τὴν καταξίωση τοῦ Ῥωμηοῦ, ὡς ἀπελευθέρωση ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ἐσωτερικῆς δουλείας, τῆς ἁμαρτίας(49). Ἡ ἐσωτερικὴ δὲ δουλεία κατὰ κύριο λόγο ἐπιφέρει καὶ τὴν ἐξωτερική. Διότι δουλεία δὲν εἶναι, κυρίως, ἡ ἀναγκαστικὴ ὑποταγή, ἀλλὰ ἡ ἐσωτερικὴ ὑποταγὴ καὶ ταύτιση μὲ τὸν κατακτητή, ἡ νέκρωση τοῦ πνεύματος ἀντιστάσεως καὶ τοῦ ψυχικοῦ δυναμισμοῦ. Γι᾿ αὐτὸ καὶ πιστεύουμε, ὅτι ἡ σημαντικότερη προσφορὰ τοῦ Ῥάσου στὸ Ἔθνος μας δὲν ἦταν τόσο ἡ συμμετοχὴ τοῦ Κλήρου στὶς ἔνοπλες ἐξεγέρσεις καὶ συγκρούσεις, ὅσο ἡ συμβολὴ τοῦ Ῥάσου στὴ συντήρηση τοῦ ἑλληνορθοδόξου φρονήματος τοῦ Γένους καὶ τῆς ἀγάπης του πρὸς τὴν ἐλευθερία. Χωρὶς αὐτὲς τὶς προϋποθέσεις δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ὑπάρξει Εἰκοσιένα.
π. Γεώργιος Μεταλληνός – Τὸ ῾21 καὶ οἱ Συντελεστές του
Ἑλληνισμὸς Μαχόμενος, Ἐκδόσεις Τῆνος, Ἀθήνα 1995 (ἀπόσπασμα)