Η πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας στη Χίο, τη νύχτα της 6ης προς 7η Ιουνίου 1822, ήταν πολεμικό ναυτικό γεγονός της επανάστασης του 1821 κατά το οποίο ελληνικό πυρπολικό ανατίναξε τη ναυαρχίδα του τουρκικού στόλου ο οποίος είχε καταστρέψει τη Χίο. Κατά την επιχείρηση σκοτώθηκε και ο ναύαρχος του τουρκικού στόλου, Καρά Αλής.
Ο στολίσκος των πυρπολητών ξεκίνησε από τα Ψαρά, την 1η Ιουνίου, με κατεύθυνση το στενό της Χίου όπου ήταν αγκυροβολημένος ο στόχος του. Την νύχτα της 6ης προς 7η Ιουνίου, έχοντας ούριο άνεμο, πλησίασαν τον τουρκικό στόλο. Εκτός από την ασέληνη νύχτα, ευνοϊκές συνθήκες για την επίθεση έδινε και η γιορτή του Μπαϊραμιού στην οποία θα υπήρχε μεγάλη συμμετοχή των Τούρκων και εορταστικός φωτισμός των πλοίων.
Ο Πιπίνος πλησίασε την αντιναυαρχίδα και πυροδότησε το πυρπολικό χωρίς το πλήρωμά του να έχει στερεώσει καλά το μπουρλότο, ενώ το πλήρωμα του τουρκικού πλοίου αντιλήφθηκε τον κίνδυνο και απομάκρυνε το πυρπολικό. Το μπουρλότο του Κανάρη, όμως, του οποίου ο πηδαλιούχος, Ιωάννης Θεοφιλόπουλος, εκτέλεσε άριστους ελιγμούς, κόλλησε γερά στη ναυαρχίδα, στην πλευρά που φυσούσε ο άνεμος.
Σε λίγα λεπτά η φωτιά μεταδόθηκε σε όλο το πλοίο με αποτέλεσμα να να αρχίσουν να εκπυροκροτούν τα 84 κανόνια του, με καταστροφικά αποτελέσματα και ελάχιστους διασωθέντες από το πλήρωμα των 2.000 ανδρών. Ο Καρά Αλή, στην προσπάθειά του να ξεφύγει, πληγώθηκε θανάσιμα από φλεγόμενο κατάρτι ενώ ο Κανάρης και οι σύντροφοί κατάφεραν να επιβιβαστούν στα πλοία που τους περίμεναν και να διαφύγουν. Στα Ψαρά, τους περίμεναν στην παραλία ο λαός και ο κλήρος και τους συνόδευσαν στον ναό του Αγίου Νικολάου όπου τελέστηκε δοξολογία.
Το γεγονός προκάλεσε τους πανηγυρισμούς ολόκληρου του Ελληνισμού και, όπως γράφει ο Τούρκος ιστορικός, Τζεβντέτ πασάς, «άφησε κατάπληκτα τα πληρώματα ολόκληρου του τουρκικού στόλου». Σύμφωνα με τον Άγγλο ιστορικό Τόμας Γκόρντον, η πυρπόληση της ναυαρχίδας «ήταν ένα από τα πιο καταπληκτικά κατορθώματα που αναφέρει η ιστορία» και ο Κανάρης «ο πιο έξοχος εκπρόσωπος του ηρωϊσμού που η Ελλάδα όλων των εποχών μπορεί να υπερηφανεύεται».
Το τότε Βουλευτικό ενέκρινε πρόταση του ελληνικού Υπουργείου (Μινιστέριου) των Ναυτικών για επιβράβευση των πληρωμάτων των δύο πυρπολικών με κτήματα, διπλώματα και αργυρά παράσημα και υπερψήφισε άλλες, ακόμα μεγαλύτερες, υλικές και ηθικές αμοιβές. Όμως δεν υλοποιήθηκε καμία από αυτές τις αποφάσεις.
Οι Τούρκοι, εξαγριωμένοι από το συμβάν, κατευθύνθηκαν προς τα Μαστιχοχώρια της Χίου, στα οποία είχε χορηγηθεί αμνηστία από τον Σουλτάνο. Εκεί είχαν καταφύγει αρκετοί Έλληνες οι οποίοι σχεδόν όλοι σκοτώθηκαν ενώ τα Μαστιχοχώρια καταστράφηκαν ολοκληρωτικά. Στη συνέχεια ο τουρκικός στόλος αποχώρησε προς τη Μυτιλήνη, αργότερα στα Μοσχονήσια και στη συνέχεια στην Τένεδο.
Από wikipedia