Σήμερα, Παρασκευή, 31 Μαΐου 2024, η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά με ευλάβεια σημαντικούς αγίους και μνημονεύει ιερά γεγονότα που διαμορφώνουν τη θρησκευτική μας παράδοση και κληρονομιά.
Οι εορτές μας προσφέρουν την ευκαιρία να ενδυναμώσουμε την πίστη μας, αντλώντας έμπνευση από τη ζωή και το μαρτύριο των αγίων.
Ποιους Αγίους Γιορτάζουμε Σήμερα Παρασκευή, 31 Μαΐου 2024:
- Άγιος Ερμείας
- Άγιοι Ευσέβιος και Χαράλαμπος
- Άγιος Ευστάθιος Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης
- Άγιος Μάγος
- Άγιοι Πέντε Μάρτυρες εν Ασκαλώνι
- Αγία Πετρονίλα
- Άγιος Φιλόσοφος ο Ιερομάρτυρας και οι συν αυτώ Βόρις και Νικόλαος οι Μάρτυρες
- Άγιος Ιερόθεος ο Νέος ο Ιερομάρτυρας
- Άγιος Πασχάσιος
- Άγιος Λουπικίνος ο Επίσκοπος Βερόνας
- Άγιος Κρήσκης ο Μάρτυρας
- Άγιος Φιλόθεος Μητροπολίτης Τομπόλσκ
Ευαγγέλιο και Απόστολος Παρασκευή, 31 Μαΐου 2024
Ευαγγέλιο σήμερα Παρασκευή, 31 Μαΐου 2024
21 Εἶπεν οὖν πάλιν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Ἐγὼ ὑπάγω καὶ ζητήσετέ με, καὶ ἐν τῇ ἁμαρτίᾳ ὑμῶν ἀποθανεῖσθε· ὅπου ἐγὼ ὑπάγω, ὑμεῖς οὐ δύνασθε ἐλθεῖν. 22 ἔλεγον οὖν οἱ Ἰουδαῖοι· Μήτι ἀποκτενεῖ ἑαυτόν, ὅτι λέγει, ὅπου ἐγὼ ὑπάγω, ὑμεῖς οὐ δύνασθε ἐλθεῖν; 23 καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Ὑμεῖς ἐκ τῶν κάτω ἐστέ, ἐγὼ ἐκ τῶν ἄνω εἰμί· ὑμεῖς ἐκ τοῦ κόσμου τούτου ἐστέ, ἐγὼ οὐκ εἰμὶ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου. 24 εἶπον οὖν ὑμῖν ὅτι ἀποθανεῖσθε ἐν ταῖς ἁμαρτίαις ὑμῶν· ἐὰν γὰρ μὴ πιστεύσητε ὅτι ἐγώ εἰμι, ἀποθανεῖσθε ἐν ταῖς ἁμαρτίαις ὑμῶν. 25 ἔλεγον οὖν αὐτῷ· Σὺ τίς εἶ; καὶ εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Τὴν ἀρχὴν ὅ,τι καὶ λαλῶ ὑμῖν.
26 πολλὰ ἔχω περὶ ὑμῶν λαλεῖν καὶ κρίνειν· ἀλλ’ ὁ πέμψας με ἀληθής ἐστι, κἀγὼ ἃ ἤκουσα παρ’ αὐτοῦ, ταῦτα λέγω εἰς τὸν κόσμον. 27 οὐκ ἔγνωσαν ὅτι τὸν πατέρα αὐτοῖς ἔλεγεν. 28 εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Ὅταν ὑψώσητε τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, τότε γνώσεσθε ὅτι ἐγώ εἰμι, καὶ ἀπ’ ἐμαυτοῦ ποιῶ οὐδέν, ἀλλὰ καθὼς ἐδίδαξέ με ὁ πατὴρ μου, ταῦτα λαλῶ. 29 καὶ ὁ πέμψας με μετ’ ἐμοῦ ἐστιν· οὐκ ἀφῆκέ με μόνον ὁ πατὴρ, ὅτι ἐγὼ τὰ ἀρεστὰ αὐτῷ ποιῶ πάντοτε. 30 Ταῦτα αὐτοῦ λαλοῦντος πολλοὶ ἐπίστευσαν εἰς αὐτόν.
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Τρεμπέλα
21 Ἐφ’ ὅσον λοιπὸν κανεὶς δὲν ἐτόλμα νὰ τὸν ἐμποδίσῃ ἀπὸ τοῦ νὰ διδάσκῃ, εἶπε πάλιν εἰς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς· Ἐγὼ φεύγω ἀπὸ τὴν παροῦσαν ζωὴν καὶ πηγαίνω πρὸς τὸν ἐν οὐρανοῖς Πατέρα μου. Εἰς στιγμὰς δὲ ἀπελπισίας θὰ μὲ ζητήσετε ὡς Μεσσίαν καὶ λυτρωτήν σας. Λόγῳ τῆς ἀπιστίας σας ὅμως θὰ ἀποθάνετε μέσα εἰς τὴν ἁμαρτίαν σας, χωρισμένοι ἐντελῶς ἀπὸ τὸν Θεόν. Ἐκεῖ ποὺ πηγαίνω ἐγώ, σεῖς δὲν ἠμπορεῖτε νὰ ἔλθετε, διὰ νὰ εὔρετε πλησίον μου τὴν σωτηρίαν σας. 22 Ἔλεγον λοιπὸν οἱ Ἰουδαῖοι· Μήπως αὐτοκτονήσῃ καὶ θανατώσῃ μόνος του τὸν ἑαυτόν του;
Διότι λέγει, ὅπου ἐγὼ πηγαίνω, σεῖς δὲν ἠμπορεῖτε νὰ ἔλθετε. Ὡρισμένως δέ, ἐὰν σκέπτεται νὰ αὐτοκτονήση, ἡμεῖς δὲν θὰ τὸν ἀκολουθήσωμεν ποτὲ εἰς τὸν Ἅδην. 23 Καὶ εἶπεν εἰς αὐτούς· Σεῖς εἶσθε ἀπὸ τὰ κάτω, ἀπὸ τὴν γῆν, καὶ εἶσθε κυριευμένοι ἀπὸ γηΐνας σκέψεις καὶ ἐλατήρια. Ἐγὼ εἶμαι ἀπὸ τὰ ἐπάνω, ἀπὸ τὸν οὐρανόν, μὲ φρονήματα καὶ σκέψεις ἐντελῶς ἀντίθετα ἀπὸ τὰ ἰδικά σας. Σεῖς εἶσθε ἀπὸ τὸν μάταιον καὶ ἁμαρτωλὸν αὐτὸν κόσμον, διότι κατέχεσθε ἀπὸ τὰ σαρκικὰ φρονήματα τῶν μακρὰν τοῦ Θεοῦ ἀνθρώπων. Ἐγὼ δὲν εἶμαι ἀπὸ τὸν κόσμον αὐτόν. Πῶς λοιπὸν εἶναι δυνατὸν νὰ μὴ χωρισθῶμεν διὰ παντός;
24 Ἀφοῦ λοιπὸν εἶσθε ἀπὸ τὸν κόσμον αὐτόν, σᾶς εἶπα, ὅτι θὰ ἀποθάνετε βυθισμένοι εἰς τὰς ἁμαρτίας σας. Διότι, ἐὰν δὲν πιστεύσετε, ὅτι ἐγὼ εἶμαι ὁ μόνος καὶ πραγματικὸς Σωτήρ, θὰ ἀποθάνετε θαμμένοι εἰς τὰς ἁμαρτίας σας. 25 Κατόπιν λοιπὸν τῆς βεβαιώσεως αὐτῆς τοῦ Ἰησοῦ, τοῦ ἔλεγαν ἐκεῖνοι: Καὶ ποῖος εἶσαι σύ, ὥστε χωρὶς σὲ νὰ εἶναι ἀδύνατον νὰ σωθῶμεν; Καὶ εἰς ἀπάντησιν ὁ Ἰησοῦς εἶπεν εἰς αὐτούς· Ἀκριβῶς καὶ ἐξ ὁλοκλήρου εἶμαι ἐκεῖνο, ποὺ σᾶς λέγω τώρα. 26 Καὶ διὰ νὰ ἐπανέλθω εἰς τὴν σειρὰν τῶν λόγων μου, σᾶς προσθέτω, ὅτι ἔχω ἀκόμη πολλὰ νὰ εἰπῶ διὰ σᾶς καὶ νὰ σᾶς κατακρίνω δι’ αὐτά. Καὶ δὲν θὰ δεχθῆτε μὲν σεῖς ὡς ἀληθῆ καὶ δικαίαν τὴν κρίσιν μου. Ἀλλ’ ἐκεῖνος ποὺ μὲ ἔστειλεν, εἶναι ἀληθής, καὶ δὲν πλανᾶται, οὔτε ψεύδεται ποτέ. Καὶ ἐγὼ ἐκεῖνα, ποὺ ἤκουσα ἀπὸ αὐτόν, αὐτὰ λέγω εἰς τὸν κόσμον, καὶ συνεπῶς ὅσα λέγω, εἶναι δίκαια καὶ ἀληθῆ.
27 Οἱ Ἰουδαῖοι ὅμως δὲν ἐκατάλαβαν, ὅτι τοὺς ἔλεγε διὰ τὸν Πατέρα του καὶ διὰ τὴν ἰδιαιτέραν σχέσιν καὶ κοινωνίαν, εἰς τὴν ὁποίαν καὶ ὡς ἄνθρωπος διετέλει πρὸς αὐτόν. 28 Εἶπε λοιπὸν εἰς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς· Ὅταν ὑψώσετε ἐπὶ τοῦ σταυροῦ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, τότε θὰ μάθετε ὅτι ἐγὼ εἶμαι ὁ μόνος Σωτήρ, καὶ ὅτι τίποτε ἀπολύτως δὲν κάμνω ἀπὸ τὸν ἑαυτόν μου, ἀλλὰ συμφωνῶ ἀπολύτως πρὸς τὸν Πατέρα μου. Καὶ διὰ νὰ σᾶς ὁμιλήσω σύμφωνα μὲ ἐκεῖνα, ποὺ συμβαίνουν μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, ὥστε νὰ μὲ καταλάβετε καλύτερα, σᾶς προσθέτω: Καθὼς μὲ ἐδίδαξεν ὁ Πατήρ μου, ἔτσι ὁμιλῶ καὶ αὐτὰ ἀκριβῶς λέγω. 29 Καὶ ἐκεῖνος, ποὺ μὲ ἔστειλεν, εἶναι μαζί μου. Δὲν μὲ ἀφῆκε ποτὲ μοναχὸν ὁ Πατήρ, διότι ἐγὼ πράττω πάντοτε ἐκεῖνα, ποὺ τοῦ ἀρέσουν, καὶ δι’ αὐτὸ διατηρῶ ἀδιάσπαστον πάντοτε καὶ πολὺ στενὴν τὴν ἐπικοινωνίαν καὶ σχέσιν πρὸς τὸν Πατέρα μου. 30 Ὅταν δὲ ἔλεγε αὐτὰ ὁ Ἰησοῦς, πολλοὶ ἐπίστευσαν εἰς αὐτόν, ὅτι εἶναι ὁ Μεσσίας.
Απόστολος σήμερα Δευτέρα 6 Μαΐου 2024
44 Ἔτι λαλοῦντος τοῦ Πέτρου τὰ ῥήματα ταῦτα ἐπέπεσε τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον ἐπὶ πάντας τοὺς ἀκούοντας τὸν λόγον. 45 καὶ ἐξέστησαν οἱ ἐκ περιτομῆς πιστοὶ ὅσοι συνῆλθον τῷ Πέτρῳ, ὅτι καὶ ἐπὶ τὰ ἔθνη ἡ δωρεὰ τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἐκκέχυται· 46 ἤκουον γὰρ αὐτῶν λαλούντων γλώσσαις καὶ μεγαλυνόντων τὸν Θεόν. 47 τότε ἀπεκρίθη Πέτρος· Μήτι τὸ ὕδωρ κωλῦσαι δύναταί τις τοῦ μὴ βαπτισθῆναι τούτους, οἵτινες τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον ἔλαβον καθς καὶ ἡμεῖς; 48 προσέταξέ τε αὐτοὺς βαπτισθῆναι ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Κυρίου. τότε ἠρώτησαν αὐτὸν ἐπιμεῖναι ἡμέρας τινάς.
1 Ἤκουσαν δὲ οἱ ἀπόστολοι καὶ οἱ ἀδελφοὶ οἱ ὄντες κατὰ τὴν Ἰουδαίαν ὅτι καὶ τὰ ἔθνη ἐδέξαντο τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ. 2 καὶ ὅτε ἀνέβη Πέτρος εἰς Ἱεροσόλυμα, διεκρίνοντο πρὸς αὐτὸν οἱ ἐκ περιτομῆς 3 λέγοντες ὅτι Πρὸς ἄνδρας ἀκροβυστίαν ἔχοντας εἰσῆλθες καὶ συνέφαγες αὐτοῖς. 4 ἀρξάμενος δὲ ὁ Πέτρος ἐξετίθετο αὐτοῖς καθεξῆς λέγων· 5 Ἐγὼ ἤμην ἐν πόλει Ἰόππῃ προσευχόμενος, καὶ εἶδον ἐν ἐκστάσει ὅραμα, καταβαῖνον σκεῦός τι ὡς ὀθόνην μεγάλην τέσσαρσιν ἀρχαῖς καθιεμένην ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἦλθεν ἄχρις ἐμοῦ· 6 εἰς ἣν ἀτενίσας κατενόουν, καὶ εἶδον τὰ τετράποδα τῆς γῆς καὶ τὰ θηρία καὶ τὰ ἑρπετὰ καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ. 7 ἤκουσα δὲ φωνῆς λεγούσης μοι· ἀναστάς, Πέτρε, θῦσον καὶ φάγε. 8 εἶπον δέ· μηδαμῶς, Κύριε· ὅτι πᾶν κοινὸν ἢ ἀκάθαρτον οὐδέποτε εἰσῆλθεν εἰς τὸ στόμα μου. 9 ἀπεκρίθη δέ μοι φωνὴ ἐκ δευτέρου ἐκ τοῦ οὐρανοῦ· ἃ ὁ Θεὸς ἐκαθάρισε σὺ μὴ κοίνου. 10 τοῦτο δὲ ἐγένετο ἐπὶ τρίς, καὶ πάλιν ἀνεσπάσθη ἅπαντα εἰς τὸν οὐρανόν.
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Τρεμπέλα
44 Ἐνῷ δὲ ὁ Πέτρος ἔλεγε τοὺς λόγους αὐτοὺς καὶ προτοῦ ἀκόμη τοὺς τελειώσῃ, ἔπεσε κατὰ τρόπον αἰσθητὸν καὶ ἐμφανῇ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἐπὶ ὅλων, ὅσοι ἤκουον τὸν λόγον. 45 Καὶ κατελήφθησαν ἀπὸ βαθὺν θαυμασμὸν καὶ ἔκπληξιν οἱ πιστοὶ Ἰουδαῖοι, ὅσοι εἶχαν ἔλθει μαζὶ μὲ τὸν Πέτρον ἀπὸ τὴν Ἰόππην. Καὶ ἐξεπλάγησαν οὗτοι, διότι καὶ εἰς τοὺς ἐθνικούς, ποὺ δὲν εἶχαν περιτμηθῆ, οὔτε εἶχαν συμμορφωθῆ πρὸς τὰς τυπικὰς διατάξεις τοῦ νόμου, ἐχύθη πλουσίως ἡ δωρεὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. 46 Ἀντελήφθησαν δὲ τὴν ἔκχυσιν αὐτὴν τῶν δωρεῶν καὶ εἰς τοὺς ἐθνικούς, διότι τοὺς ἤκουον νὰ ὁμιλοῦν μὲ γλώσσας, ποὺ δὲν τὰς ἤξευραν προτήτερα, καὶ μὲ τὰς ὁποίας τώρα ἐδοξολόγουν τὸν Θεόν. 47 Τότε ἔλαβε τὸν λόγον ὁ Πέτρος καὶ εἶπε· Μήπως ἡμπορεῖ κανεὶς νὰ ἐμποδίσῃ τὸ νερὸ διὰ νὰ μὴ βαπτισθοῦν εἰς αὐτὸ οὗτοι, οἱ ὁποῖοι ἔλαβον τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, καθὼς τὸ ἐλάβομεν καὶ ἡμεῖς, χωρὶς νὰ ὑπολείπωνται εἰς τὰ χαρίσματά του οὐδὲ κατ’ ἐλάχιστον ἀπὸ ἡμᾶς; 48 Καὶ διέταξε νὰ βαπτισθοῦν οὗτοι εἰς τὸ ὅνομα τοῦ Κυρίου. Τότε τὸν παρεκάλεσαν νὰ παραμείνῃ μετ’ αὐτῶν μερικὰς ἡμέρας.
1 Ήκουσαν δὲ οἱ ἀπόστολοι καὶ οἱ ἀδελφοί, ποὺ ἔμεναν εἱς τὰ διάφορα μέρη τῆς Ἰουδαίας, ὅτι καὶ οἱ ἐθνικοὶ ἐδέχθησαν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ ἐβαπτίσθησαν, χωρὶς προηγουμένως νὰ περιτμηθοῦν. 2 Καὶ ὅταν ἀνέβη ὁ Πέτρος εἰς Ἱεροσόλυμα, ἐδείκνυαν πρὸς αὐτὸν ψυχρότητα καὶ τὸν ἀπέφευγαν οἱ ἐξ Ἰουδαίων Χριστιανοί, οἱ ὁποῖοι, πρὶν βαπτισθοῦν καὶ γνωρίσουν τὸν Χριστόν, εἶχον λάβει περιτομήν, ἐθεώρουν δὲ καὶ τώρα ὡς ἀναγκαίαν τὴν τήρησιν τῶν τυπικῶν διατάξεων τοῦ νόμου. 3 Καὶ ἔλεγον πρὸς τὸν Πέτρον, ὅτι ἐμβῆκες εἰς τὸ σπίτι ἀνθρώπων, ποὺ δὲν εἶχον λάβει ποτὲ περιτομήν, καὶ ἔφαγες μαζὶ μὲ αὐτούς, χωρὶς νὰ προσέξῃς, ἐὰν τὰ φαγητὰ ἦσαν καθαρὰ καὶ παρεσκευάσθησαν, ὅπως ἀπαιτοῦν αἱ περὶ καθαρότητος διατάξεις καὶ παραδόσεις. 4 Ἤρχισε δὲ ὁ Πέτρος νὰ ἐκθέτῃ τὰ γεγονότα κατὰ σειρὰν καὶ ἔλεγεν·
5 Ἐγὼ προσηυχόμην εἰς τὴν πόλιν τῆς Ἰόππης, καὶ ἔπεσα εἰς ἔκστασιν καὶ εἶδα, ὅχι πλέον μὲ τὰς αἰσθήσεις τοῦ σώματος, θεῖον ὅραμα· εἶδα δηλαδὴ ἕνα ἀγγεῖον, σὰν σινδόνην μεγάλην, νὰ κρατῆται ἀπὸ τὰ τέσσαρα ἄκρα της καὶ νὰ ρίπτεται κάτω σιγὰ σιγὰ ἀπὸ τὸν οὐρανὸν καὶ ἦλθεν ἕως ἐκεῖ ποὺ ἤμουν ἐγώ. 6 Εἰς τὴν σινδόνην αὐτὴν ἔρριψα προσεκτικὰ τὸ βλέμμα μου καὶ διέκρινα καθαρά, καὶ εἶδον τὰ τετράποδα τῆς γῆς καὶ τὰ θηρία καὶ τὰ ἑρπετὰ καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ. 7 Ἤκουσα δὲ φωνήν, ἡ ὁποία μου ἔλεγε· Πέτρε· σήκω, σφάξε καὶ φάγε. 8 Ἐγὼ δὲ εἶπα· Μὲ κανένα τρόπον, Κύριε, δὲν θὰ σφάξω, οὔτε θὰ φάγω ποτὲ ἀπὸ τὰ ζῶα αὐτά. Διότι δὲν ἔβαλα ποτὲ εἰς τὸ στόμα μου ὁποιονδήποτε μολυσμένον ἢ ἀκάθαρτον φαγητόν. 9 Ἀπεκρίθη δὲ ἐκ δευτέρου εἰς ἐμὲ μία φωνὴ ἀπὸ τὸν οὐρανόν· Ἐκεῖνα, ποὺ ὁ Θεὸς διεκήρυξεν ὡς καθαρά, σὺ μὴ τὰ θεωρῇς καὶ μὴ τὰ ἀποκαλῇς ἀκάθαρτα. 10 Τοῦτο δὲ ἔγινε τρεῖς φοράς. Καὶ πάλιν ὅλα ἐσύρθησαν ἐπάνω εἰς τὸν οὐρανόν, εἰς τὸν τόπον δηλαδή, ποὺ κανὲν ἀκάθαρτον δὲν εἰσχωρεῖ. Ἦσαν λοιπὸν καὶ ὅλα αὐτὰ καθαρά.
Χριστός Ανέστη