Δημήτριος Παναγόπουλος
“Σε μία Μονή του Αγίου Όρους συνέβη το εξής:
Σύμφωνα με την ευλογημένη συνήθεια, ο μοναχός που έχει τη διακονία του τραπεζάρη φεύγει λίγο πριν από την απόλυση της Θεία Λειτουργία, γιά να πάει να ετοιμάσει την τράπεζα γιά τους Πατέρες. Παρόμοια ενεργεί και αυτός που έχει το διακόνημα του φούρναρη, και φεύγει γιά να ξεφουρνίσει το ψωμί.
Φεύγουν, αφού πρώτα πάρουν ευλογία από τον Γέροντα, γιά τα διακονήματά τους.
Ο τραπεζάρης λοιπόν της Μονής, όταν ήλθε η ώρα να φύγει από τη Θεία Λειτουργία, εμπαίχθηκε από τον διάβολο με τον εξής λογισμό, που τον αποδέχθηκε:
«Θα φύγεις τώρα από εδώ και θα πας να ετοιμάσεις το τραπέζι; Τί είναι αυτό το πράγμα; Είναι σωστό; Δεν κάθεσαι ακόμα λίγο; Και μετά την απόλυση, τρέχεις και το ετοιμάζεις…».
Τον ξεγέλασε, λοιπόν, ο εχθρός με αυτόν, τον δήθεν καλό λογισμό, οπότε ενώ πήγε και πήρε την ευλογία από τον Ηγούμενο γιά να φύγει, αντί να πάει προς την έξοδο, τρύπωσε κρυφά και κάθησε σε ένα στασίδι. Μετά το τέλος της Θείας Λατρείας, φεύγει τρέχοντας γιά την τράπεζα. Ανοίγει την πόρτα και βλέπει έκπληκτος, την τράπεζα έτοιμη!
Στο βάθος της τραπέζης, εστέκετο Μία Ωραιοτάτη Μαυροφορεμένη Κυρία, που ετοποθετούσε το τελευταίο σερβίτσιο!
Εκείνος ετρόμαξε…
«Μην τρομάζεις», του λέγει ήσυχα η Κυρία και προσθέτει: «Εφόσον δεν ήλθες στην ώρα σου να ετοιμάσεις την τράπεζα γιά τους Πατέρες, ήλθα γιά να την ετοιμάσω Εγώ!!!»!!
Ετοποθέτησε η Μεγαλοπρεπής Κυρία και το τελευταίο σερβίτσιο και έγινε Άφαντη!
Ήταν η Ίδια η Υπεραγία Θεοτόκος”!!!