†Αρχιμανδρίτης Γεώργιος Καψάνης – Μία αγιοπατερική προσωπικότητα του Αγίου Όρους
Ὁ ἀείμνηστος Προηγούμενος-Ἀρχιμανδρίτης τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους π. Γεώργιος Καψάνης, ὁ ὁποῖος τὰ ξημερώματα τῆς Πεντηκοστῆς 8 Ἰουνίου ἀνεπαύθη ἐκ τῶν κόπων του καὶ ἐπορεύθη εἰς τὴν χώρα τῶν ζώντων, ἦταν μία ξεχωριστὴ φυσιογνωμία καὶ πολυσήμαντη προσωπικότητα τοῦ Ἁγιορείτικου Μοναχισμοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Προερχόμενος ἀπὸ τὴν Ἀκαδημαϊκὴ κοινότητα τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν ἐγκατέλειψε τὰ πάντα καὶ ἀφιερώθηκε στὴν Ἐκκλησία, στὴν ὁποία ἐθεράπευσε τὴν ἐπιστήμη τῆς Θεολογίας καὶ τὴν ἐπιστήμη τοῦ μονήρους βίου, γενόμενος Καθηγητὴς τοῦ Μοναχισμοῦ καὶ μέγας διδάσκαλος τῆς Ὀρθοδοξίας.
Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς βραχυχρόνου ἐν τῷ κόσμῳ διακονίας του καὶ τῆς τῶν τεσσαράκοντα ἐτῶν εἰς τὴν Ἱερὰν Μονὴν Ὁσίου Γρηγορίου ἡγουμενείας του ἐδόξασε τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ πολλοὺς ὡδήγησε εἰς τὸν δρόμον τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς ἀναδειχθεὶς πατὴρ πατέρων, Ἐπισκόπων, Πρεσβυτέρων, Διακόνων, Μοναχῶν, Μοναζουσῶν, Καθηγητῶν, Στρατιωτικῶν, πολιτικῶν, ἀνθρώπων κάθε μορφώσεως, τάξεως καὶ ἡλικίας «ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθμός».
Ὁ π. Γεώργιος γεννήθηκε στὸ Παλαιὸ Φάληρο τῶν Ἀθηνῶν ἀπὸ γονεῖς ἀνωτάτης μορφώσεως καὶ Χριστιανικῆς παιδείας. Ὁ πατέρας του εἷλκε τὴν καταγωγή του ἀπὸ τὰ Κύθηρα καὶ ἡ μητέρα του ἀπὸ τὴ Νάξο. Ἀπὸ τὴν ἐφηβική του ἡλικία ἐγνώρισε τὸν ἀείμνηστο Μητροπολίτη πρώην Λήμνου καὶ Ἐκκλησιαστικὸ Ἱστορικό της νεοτέρας Ἑλλάδος Βασίλειο Ἀτέση, τοῦ ὁποίου ἡ ἀγάπη πρὸς τὴν Ἐπιστήμη καὶ τὸ ἔνθεο παράδειγμα πολὺ τὸν ἐνέπνευσε νὰ ἀκολουθήσει τὸν δρόμο τῆς θεολογίας.
Μετὰ τὴν Θεολογικὴ Σχολὴ Ἀθηνῶν μετέβη στὸ ἐξωτερικὸ γιὰ εὐρύτερες σπουδὲς στὸν τομέα τῆς Ποιμαντικῆς. Μὲ τὴν ἐπιστροφή του στὴν Ἀθήνα διορίσθηκε βοηθὸς καὶ συνεργάτης στὴν ἕδρα τῆς Ποιμαντικῆς καὶ τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου ὑπὸ τὸν Κανονολόγο Καθηγητὴ Κωνσταντῖνο Μουρατίδη πλησίον του ὁποίου συνέγραψε τὴν διατριβή του μὲ θέμα: «Ἡ Ποιμαντικὴ τῶν Φυλακισμένων». Στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ ὁ κ. Γεώργιος Καψάνης ἦταν ὁ πρῶτος ποὺ προώθησε στοὺς φοιτητὰς τὴν βιωματικὴ Ὀρθόδοξη πατερικὴ Θεολογία μὲ εὐκαιρίες πνευματικῆς καὶ λατρευτικῆς ζωῆς καὶ ἄλλες ἐκδηλώσεις ποὺ ἐνίσχυαν τὸ φρόνημα γιὰ πνευματικὸ ἀγώνα καὶ ἐξάσκηση τῶν ἀρετῶν. Οἱ μύστες τῆς Θεολογίας Καθηγητὲς προσέφεραν γνώσεις, ὁ δὲ κ. Γεώργιος Καψάνης προσέφερε λειτουργικὲς καὶ ἐκκλησιαστικὲς ἐμπειρίες γιὰ τὶς ὁποῖες ὅλοι ἐμεῖς οἱ φοιτηταὶ τῶν ἐτῶν 1968-1972 τοῦ εἴμεθα εὐγνώμονες.
Παράλληλα μὲ τὴν ἐνασχόλησή του στὸ Πανεπιστήμιο ἵδρυσε τὸ Ἵδρυμα «Παντοκράτωρ» στὴν περιοχὴ τοῦ Παλαιοῦ Φαλήρου στὸ ὁποῖο ἐπεδόθη μὲ ζῆλο στὴν ὀργάνωση ὁμιλιῶν, κύκλων νέων, ἐπιστημονικῶν ἑσπερίδων καὶ ἄλλων πνευματικῶν ἐκδηλώσεων.
Τὸ ἔτος 1972 στὸ προσκλητήριο τοῦ τότε Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Ἰερωνύμου τοῦ Α΄ πρὸς τοὺς Θεολόγους καὶ ἐπιστήμονες νὰ στελεχώσουν τὶς τάξεις τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου, μεταξὺ τῶν πρώτων ἀνταποκρίθηκε ὁ φιλομόναχος καὶ εὐσεβὴς Διδάκτωρ τῆς Θεολογίας κ. Γεώργιος Καψάνης. Στὴν Ἱερὰ Μονὴ Πεντέλης ἐκάρη Μοναχὸς ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Ἰερώνυμο καὶ ἐν συνεχείᾳ τὴν Β΄ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν χειροτονήθηκε Διάκονος πάλι ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Ἰερώνυμο στὸν Μητροπολιτικὸ Ναὸ Ἀθηνῶν καὶ Πρεσβύτερος τὸ Σάββατο τοῦ Λαζάρου στὸν Ἅγιο Ἀλέξανδρο Παλαιοῦ Φαλήρου ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο Εὐρίπου Βασίλειο, σημερινὸ τιτουλάριο Μητροπολίτη Εὐρίπου. Μὲ τὴν παρουσία τοῦ Ἱερομονάχου π. Γεωργίου καὶ τὴν στήριξη τοῦ ρέκτου Ἡγουμένου π. Θεοκλήτου Φεφὲ ἡ Ἱερὰ Μονὴ Πεντέλης κατέστη τὸ κέντρο τῶν φιλομονάχων φοιτητῶν τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς.
Ὁ π. Γεώργιος ἐνέταξε στὴν Μοναχικὴ ζωὴ τὰ δύο πρῶτα πνευματικά του παιδιά, τὸν ἀσκητικὸ π. Πανάρετο ἀπὸ τὴν Κοζάνη καὶ τὸν ἁπλοϊκὸ π. Μελέτιο ἀπὸ τὴ Λάρισα, σημερινὸ Ἐπίσκοπο Κατάγκας τῆς Ἀφρικῆς.
Ἡ γνωριμία του μὲ τὸν μακαριστὸ Μητροπολίτη Χαλκίδος Νικόλαο Σελέντη, ὁ ὁποῖος λόγω τῆς φιλίας του μὲ τὸν π. Θεόκλητο τακτικὰ ἐπεσκέπτετο τὴν Ἱερὰ Μονὴ καὶ ἡσύχαζε ἀπὸ τὸν κόπο τῆς διοικήσεως ἐκεῖ, συνετέλεσε, ὥστε νὰ ἀποδεχθεῖ πρόσκληση τοῦ Νικολάου νὰ μετατεθεῖ στὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Χαλκίδος γιὰ νὰ ἐπανδρώσει μία ἱστορικὴ παλαιὰ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Ἁρμᾶ. Ἔτσι στὸ τέλος τοῦ ἔτους 1972 ἐγκαθίσταται στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁρμᾶ καὶ στὶς 8 Ἀπριλίου τοῦ 1973 ἐνθρονίζεται Ἡγούμενος ἀφοῦ προηγουμένως, τὴν Κυριακὴ τὸ πρωὶ Δ΄ Νηστειῶν στὴν Χαλκίδα ὁ ἀείμνηστος Νικόλαος τὸν προχειρίζει Ἀρχιμανδρίτη καὶ Πνευματικό. Τὴν ἴδια ἡμέρα χειροτονεῖ τὸν Μοναχὸ Πανάρετο Διάκονο. Ἡ χαρὰ τοῦ Μητροπολίτου, τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου καὶ τοῦ λαοῦ ἦταν ἀπερίγραπτη. Ὁ Νικόλαος μετὰ δακρύων εὐχαριστοῦσε τὸν π. Γεώργιο γιὰ τὸ μεγάλο δῶρο τῆς παρουσίας του. Γιὰ τὸ λίγο διάστημα ποὺ ἔμεινε στὴ Μονὴ τοῦ Ἁρμᾶ ἡ Χαλκίδα ἔζησε ἡμέρες πνευματικῆς ἀνατάσεως.
Ὁ π. Γεώργιος ἐσχημάτισε τὴν πρώτη ἀδελφότητα μὲ τοὺς Μοναχοὺς Παῦλο σημερινὸ Μητροπολίτη Σιατίστης, Πανάρετο, Μελέτιο, Τιμόθεο, Νεκτάριο, Συμεών, Νικόδημο καὶ Γρηγόριο. Ὁ ἅγιος Γεώργιος Ἁρμᾶς ἔγινε κέντρο λειτουργικῆς καὶ πνευματικῆς ζωῆς. Τὸ ἄλλοτε ἔρημο Μοναστήρι πῆρε ζωή. Ἄρχισε ἡ ἀνοικοδόμηση νέας πτέρυγας καὶ ἡ ἀνακαίνιση τοῦ Καθολικοῦ. Οἱ ὁλονυκτίες προσήλκυαν πολλοὺς νέους ἐκ Χαλκίδος καὶ ἐξ Ἀθηνῶν. Ἡ ἀκτινοβόλος παρουσία τοῦ π. Γεωργίου καὶ τῶν Μοναχῶν πολλοὺς ἀνθρώπους ἀνέπαυαν καὶ χειραγωγοῦσαν στὴν ἐν Χριστῷ ζωήν.
Τὸν Ἰούλιο τοῦ 1974 ξέσπασε ἡ μεγάλη ἐκκλησιαστικὴ καταιγίδα. Μεταξὺ τῶν 12 ἐκπτώτων Μητροπολιτῶν ἦταν καὶ ὁ Χαλκίδος Νικόλαος. Ὁ π. Γεώργιος μὴ θέλοντας νὰ συμπράξει μὲ τὴ νέα κατάσταση ἀνεχώρησε μὲ ὁλόκληρη τὴν ἀδελφότητα γιὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἡ τελευταία ὑπογραφὴ τοῦ Νικολάου πρὸ τῆς ἀπομακρύνσεώς του ἦταν τὰ Ἀπολυτήρια του π. Γεωργίου καὶ τῆς συνοδείας του.
Στὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας τὸν ὑποδέχθηκαν οἱ Ἁγιορεῖτες Μοναχοὶ καὶ τοῦ παρέδωσαν τὴν Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου ὅπου ἐπὶ 40 χρόνια Ἡγουμένευσε, ἐχειροθέτησε δεκάδες Μοναχοὺς καὶ ἀνέδειξε τὴν ἱστορικὴ καὶ ἁγιασμένη Μονὴ τοῦ ὁσίου Γρηγορίου ὡς τόπο γαλήνης, πνευματικότητος, προσφορᾶς καὶ ἁγιασμοῦ.
Ἡ προσφορά του ἐκεῖ θὰ ἀξιολογηθεῖ ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ τὸν ἔζησαν ἐκ τοῦ σύνεγγυς. Ἡ Ἐκκλησία σύμπασα ὅμως μαρτυρεῖ γιὰ τὴν ἀγάπη του πρὸς κάθε προσερχόμενο καὶ ἐκζητοῦντα σωτηρία, γιὰ τὴν συμπάθειά του πρὸς τοὺς ἐξαρτημένους ἀπὸ τὰ ναρκωτικὰ νέους, γιὰ τοὺς ὁποίους εἶχε εἰδικὴ μέριμνα καὶ φιλοξενία στὸν ξενώνα τῆς Μονῆς, γιὰ τὴν συμπαράστασή του στὴν ἐξωτερικὴ Ἱεραποστολὴ μὲ τὴν ἀποστολὴ μετὰ τὸν ἀδόκητο θάνατο τοῦ π. Κοσμᾶ, τοῦ ἀδελφοῦ της Μονῆς σημερινοῦ Ἐπισκόπου Κατάγκας Μελετίου, γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τῆς Ὀρθοδόξου πνευματικότητος μὲ δημοσιεύματα, ἐπιστολὲς καὶ ὁμιλίες τοῦ ἰδίου καὶ ἐπιλέκτων ἀδελφῶν της Μονῆς, γιὰ τὴν πατρικὴ προστασία πολλῶν γυναικείων Μοναστηρίων, τὶς ἀδελφὲς τῶν ὁποίων καθοδηγοῦσε πνευματικά, γιὰ τὴν ἐκδαπάνησή του στὸν ἀγώνα τοῦ ἁγιασμοῦ καὶ τῆς σωτηρίας.
Ὁ π. Γεώργιος ὑπῆρξε μία ἰσχυρὴ προσωπικότητα τοῦ Ἁγίου Ὄρους μὲ χριστιανικὴ συνέπεια, διδακτικὴ παρουσία, ἠχηρὸ λόγο, κοινωνικὴ συναντίληψη καὶ ἐκκλησιολογικὴ θεολογία. Τὸ ὄνομά του ἦταν συνυφασμένο μὲ τὸ γνήσιο ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα, τὴν ἀκίβδηλη καὶ ἀνυπόκριτη ἀγάπη, τὴν ἀθώα παιδικὴ εὐθύτητα, τὴν ἀνυστερόβουλη προσφορὰ καὶ τὴν χριστομίμητη ἀνεξικακία.
Ἡ εὐαισθησία του στὰ θέματα τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας τὸν ὤθησε νὰ γράψει εὐθαρσῶς καὶ νὰ θίξει μὲ εὐγένεια καὶ εὐπρέπεια τὶς ἐκτροπὲς ἀπὸ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες καὶ τὶς τάσεις ἐκκοσμικεύσεως ποὺ κατὰ καιροὺς παρατηροῦνται μέσα στὴ ἴδια τὴν Ἐκκλησία. Ἦταν αὐστηρὸς καὶ ἀμετάθετος ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τῆς Ἐκκλησίας, δὲν ἦταν ὅμως ποτὲ φανατικὸς καὶ πείσμων. Ὅλες του τὶς σκέψεις τὶς περνοῦσε μέσα ἀπὸ τὸ κόσκινο τῆς νοερᾶς προσευχῆς, τῆς μυστηριακῆς καθάρσεως καὶ τῆς λειτουργικῆς βιωματικῆς ἀναπλάσεως τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ νοός του. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ εὕρισκε «τὴν σύνεσιν ἐν τῷ μυστηρίω τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφεσ. 3,4).
Κανένας δὲν ἠμπορεῖ νὰ μὴν ἀναγνωρίσει τὴν σύνεση καὶ διάκριση τοῦ π. Γεωργίου. Σὲ ὅλα τὰ κείμενά του, στὰ ἐλεγκτικὰ ἄρθρα του, στὰ ποιμαντικὰ καὶ κανονικὰ ἔργα του διαπιστώνεται ἡ γλυκύτητα τῶν λόγων του καὶ ἡ εὐγένεια τοῦ χαρακτῆρος του.
Πρᾶος καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ «ἔχοντας τὸ μυστήριον τῆς πίστεως ἐν καθαρᾷ συνειδήσει» (Α΄ Τιμόθ. 3,9) ἐδίδασκε τὴν εὐσέβειαν ἀπὸ νεότητός του μέχρι τῆς τελευταίας ὀδυνηρῆς περιόδου τῆς ζωῆς του μὲ τὴν δύναμη τῆς Θείας Χάριτος καὶ τῆς «ἐσωτέρας γνώσεως». Ἐστάθηκε ὑπεράνω «πάσης ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας καὶ δυνάμεως καὶ κυριότητος καὶ παντὸς ὀνόματος» (Ἐφεσ. 1, 21) διὰ τὸν Κύριον καὶ διὰ τὴν Ὀρθόδοξο πίστη.
Ὁ προσφιλέστατος Γέροντας Ἀρχιμανδρίτης π. Γεώργιος Καψάνης ἐπέρασε στὴν ἱστορία ἀφήνοντας πίσω τὰ ἴχνη μίας ἁγίας διαβάσεως. Ἡ κοινωνία τῆς πίστεώς του καὶ τῆς ἀγάπης του γίνεται ἐνεργὴς καὶ μετὰ τὴν κοίμησή του, γιατί πιστεύομε, ὅτι εὗρε παρρησίαν ἐνώπιον Θεοῦ καὶ πρεσβεύει ὑπὲρ ἡμῶν.
Ἂς ἀναπαύεται μετὰ τῶν ἀπ’ αἰῶνος ἁγίων εἰς τὴν ἀγήρω μακαριότητα.
†Μητροπολίτης Φθιώτιδος κ.κ Νικόλαος
12/6/14