ΑΠΟΨΕΙΣ

Λένε στους νέους: “Πρέπει να τα δοκιμάζεις όλα”

Νέα παιδιά διασκεδάζουν

Newsletter

   

Κ. Γ. Παπαδημητρακόπουλος

«Πρέπει νὰ πηγαίνεις παντοῦ. Νὰ τὰ διαβάζεις ὅλα. Καὶ νὰ τὰ γεύεσαι ὅλα! Νὰ σκέπτεσαι καὶ νὰ κινεῖσαι ἐλεύθερα. Χωρὶς κανόνες καὶ περιορισμούς. Νὰ μὴ βάζεις παρωπίδες. Μὲ λίγα λόγια: Νὰ τὰ δοκιμάζεις ὅλα. Ὅλα ἀνεξαιρέτως…».

Αὐτὲς οἱ «συμβουλὲς» δὲν εἶναι σπάνιες, καλοί μου φίλοι. Εἶναι χιλιοειπωμένες. Εἶσαι πιστὸς στὶς ἀρχές σου; Ἀκτινοβολεῖ ἡ συμπεριφορά σου; Εἶσαι παράδειγμα στὸ σχολεῖο, στὴ γειτονιά, στὴ συντροφιά; Θὰ τὶς ἀκούσεις ὁπωσδήποτε! Δὲν ὑπάρχει περίπτωση νὰ μὴ στὶς ποῦν!


Κατ’ ἀρχάς, γιατί μᾶς δίνουν, καὶ μὲ ἁπλοχεριὰ μάλιστα, αὐτὲς τὶς «συμβουλές»; Μᾶς ἀγαπᾶνε; Ἐνδιαφέρονται γιά μᾶς; Πονοῦν γιὰ τὴν πρόοδό μας; Θὰ εἴμαστε ἀφελεῖς νὰ πιστέψουμε κάτι τέτοιο! Ἑπομένως, θέλουν νὰ ἐγκαταλείψουμε τὸ πιστεύω μας καὶ τὶς ἀνώτερες ἀρχές μας καὶ νὰ ἀσπαστοῦμε τὶς δικές τους. Ἤ, τὸ χειρότερο, θέλουν νὰ ἐγκαταλείψουν τὸν εὐλογημένο δρόμο ποὺ τυχὸν ἔχουμε πάρει, γιὰ νὰ ἀκολουθήσουμε ὅ,τι προδομένο καὶ καταστροφικό!

Ἀλήθεια, δοκιμάσατε ποτὲ νὰ τοὺς κάνετε τὴν ἴδια ἀκριβῶς ἐρώτηση; Δηλαδή…

• Ὅταν λένε «νὰ τὰ διαβάζεις ὅλα», πέστε τους: Μάλιστα, συμφωνῶ. Πάρε τώρα τὴν Καινὴ Διαθήκη ἢ αὐτὸ τὸ Χριστιανικὸ βιβλίο…

• Ὅταν λένε «νὰ πηγαίνεις παντοῦ», πέστε τους: Ὡραῖα, πάρα πολὺ καλὰ τὰ λές. Φαίνεσαι ἐλεύθερος ἄνθρωπος. Δὲν ἔχεις παρωπίδες. Ἔλα, λοιπόν, στὴν Ἐκκλησία, πᾶμε τὴν Κυριακὴ στὸ Κατηχητικό…

Τότε ἢ ἀλλάζουν συζήτηση ἢ σιωποῦν! Βέβαια… Ἔτσι δὲν κάνουν οἱ … ἐλεύθεροι;

Ἄρα τὸ συμπέρασμα βγαίνει ἀπὸ μόνο του καὶ ἐπιβεβαιώνει τὰ πιὸ πάνω. Οἱ γνωστοί μας αὐτοὶ εἶναι κυριολεκτικὰ σκλαβωμένοι σὲ ἀνθρώπινες θεωρίες καὶ κατασκευάσματα, δοῦλοι σὲ ἁμαρτωλὲς συνήθειες. Κι αὐτὰ ποὺ λένε περὶ ἐλευθερίας, παρωπίδων κ.λπ.; Εἶναι, ἁπλούστατα, τὸ δόλωμα γιὰ νὰ μᾶς προσελκύσουν στὰ δικά τους πιστεύω. Μὲ τὸ ἴδιο τρόπο ἐνδεχομένως ποὺ παρασύρθηκαν κι ἐκεῖνοι…


Πέραν ὅμως ἀπ’ αὐτό… Ἄραγε πρέπει νὰ τὰ δοκιμάζουμε καὶ νὰ τὰ γευόμαστε ὅλα; Ἡ ἀπάντηση χρειάζεται πρῶτα κάποια σκέψη.

Ἔστω ὅτι ἔχουμε ἕνα μικρὸ παιδὶ καὶ τὸ ἀφήνουμε νὰ κινεῖται ἐλεύθερα, ὅπου θέλει. Αὐτὸ σὰν ἄπειρο ποὺ εἶναι δὲν κινδυνεύει, ἔτσι, πολύ; Πλησιάζει π.χ. τὴ φωτιά. Δὲν ξέρει ὅτι καίει. Ἑπομένως θὰ ἔρθει κοντά της, θὰ τὴν ψηλαφήσει, κινδυνεύοντας νὰ καεῖ.

Τί λέτε, δὲν πρέπει νὰ μποῦμε στὴ μέση νὰ τὸ ἐμποδίσουμε, γιὰ νὰ μὴ καεῖ; Τὸ κάνουμε ἄλλωστε. Πότε μένουμε ἥσυχοι ἐδῶ; Ὅταν μάθουμε αὐτὸ τὸ παιδὶ πολὺ καλὰ ὅτι ἡ φωτιὰ καίει κι ἑπομένως ὑπάρχει κίνδυνος. Τότε εἶναι ἀδύνατο νὰ κάνει, ἄθελά του, κακὸ στὸν ἑαυτό του.

Ἔτσι συμβαίνει καὶ μέ μᾶς. Πῶς μποροῦμε νὰ τὰ δοκιμάζουμε ὅλα, ἀφοῦ δὲν ξέρουμε ἂν ἀξίζουν ἢ ὄχι; Ἂν μᾶς οἰκοδομοῦν ἢ ἂν μᾶς καταστρέφουν; Πῶς μποροῦμε νὰ γίνουμε ξέφραγο ἀμπέλι στοῦ καθενὸς τὶς θεωρίες καὶ τὶς θελήσεις; Πῶς νὰ διώξουμε ἀπ’ τὴν ὕπαρξή μας τὸν γερὸ ἐκεῖνο πάσσαλο ποὺ τὴν στηρίζει, σαφέστατα ἐκτεθειμένοι στὶς θύελλες καὶ τὶς καταιγίδες;

Ἀλλὰ δὲν εἶναι λάθος, καὶ μάλιστα τραγικό, νὰ θέλουμε διὰ τῶν ἐμπειριῶν νὰ μάθουμε τὴν ἀλήθεια τῶν πραγμάτων; Αὐτὸ δὲν δείχνει τίποτ’ ἄλλο, παρὰ ἀνωριμότητα τελικά, ὅπως τοῦ παιδιοῦ ποὺ ἀναφέραμε.

Στ’ ἀλήθεια, δὲν μᾶς ἀρκοῦν τὰ ὅσα ἀκοῦμε, βλέπουμε καὶ διαβάζουμε γιὰ τὸ τσιγάρο, δὲν μᾶς λένε τίποτα τὰ παθήματα τῶν καπνιστῶν, πρέπει νὰ τὸ δοκιμάσουμε κιόλας γιὰ νὰ διαπιστώσουμε τί πραγματικὰ συμβαίνει μ’ αὐτό; Τότε θὰ πρέπει νὰ κάνουμε τὸ ἴδιο καὶ μὲ τὸ ἀλκοὸλ καὶ μὲ τὰ ναρκωτικά. Καὶ μὲ κάθε κακὸ καὶ μὲ κάθε πάθος. Γιατί ὄχι;

Καὶ τί φοβερὸ ἀπ’ τὴ μία νὰ θέλουμε τὴν ἐμπειρία τῶν κακῶν καὶ τῆς ἁμαρτίας καὶ ἀπ’ τὴν ἄλλη νὰ μὴ θέλουμε τὸ ἴδιο μὲ τὰ ἅγια καὶ ἐνάρετα πράγματα! Πῶς φαίνεται ὅτι ὅλα τοῦ πειρασμοῦ εἶναι…

Ὅπως καὶ τοῦ πειρασμοῦ εἶναι, ὅτι δῆθεν μποροῦμε νὰ τὰ ἀντιπαρέλθουμε ὅλα, ὅτι τάχα εἴμαστε πράγματι ὥριμοι καὶ ἱκανοὶ γιὰ ὁ,τιδήποτε…


Τί πρέπει νὰ γίνει λοιπόν;

Νὰ μένουμε σταθεροὶ καὶ ἀταλάντευτοι στὶς ἀρχὲς καὶ στὴν Πίστη μας!

Νὰ μὴ ἀπομακρυνόμαστε ποτὲ καὶ γιὰ κανένα λόγο, οὔτε καὶ γιὰ λίγο, ἀπὸ τὸν Χριστό μας!

Νὰ βάζουμε γερὲς βάσεις στὴν οἰκοδομὴ τῆς ζωῆς μας, ποὺ τώρα κτίζεται!

Νὰ ζοῦμε, ὅπως θέλει ὁ Θεός…

Κι ὅσο ὥριμοι εἴμαστε, ὅσο ὥριμοι γινόμαστε, τόσο θὰ κατανοοῦμε πὼς δὲν μᾶς χρειάζονται πλέον «ὅλα». Πὼς δὲν μᾶς εἶναι ἀπαραίτητες οἱ κοσμικὲς καὶ οἱ ὅποιες ἄλλες ἁμαρτωλὲς ἐμπειρίες. Ὅσο θὰ ζοῦμε τὶς πνευματικές, τὶς ἐνάρετες, τὶς ὑψηλὲς καὶ τὶς μεγάλες, τόσο θὰ ἀντιλαμβανόμαστε πόσο ἀνούσιες εἶναι οἱ ἄλλες. Ὅλες τους!


Οἱ μέλισσες, λέγει ὁ Μ. Βασίλειος, δὲν πηγαίνουν σὲ ὅλα τὰ λουλούδια, ἀλλὰ μονάχα στὰ καλύτερα. Καὶ σ’ αὐτὰ τὰ καλύτερα ποὺ πηγαίνουν δὲν παίρνουν ὁ,τιδήποτε, ἀλλὰ τὸ καλύτερο ποὺ βρίσκουν σ’ αὐτά. Μὲ ἄλλα λόγια εἶναι ἐπιλεκτικές. Τί σοφὴ τακτική! Πηγαίνουν στὰ καλύτερα, γιὰ νὰ πάρουν τὸ καλύτερο! Νὰ γιατί κανένα ἄλλο ἔντομο, δὲν κατορθώνει νὰ ἔχει τὰ δικά τους ἀποτελέσματα. Νὰ παράγουν, δηλαδή, ἕνα κορυφαῖο καὶ μοναδικὸ προϊὸν στὴ φύση, ὅπως εἶναι ἀσφαλῶς τὸ μέλι. Ἂν πήγαιναν σὲ ὅλα τὰ λουλούδια, ἔτσι καὶ γιὰ νὰ δοῦν πῶς εἶναι, στὸ τέλος τίποτα δὲν θὰ πετύχαιναν. Οὔτε λόγος νὰ γίνεται γιὰ τὸ μέλι…

Εφημερίδα Ορθόδοξος Τύπος