ΑΠΟΨΕΙΣ

Ο Παλαιός άνθρωπος και το Νοητό φως

Newsletter

   

 

 

 

Όλη η φροντίδα του ασκητή ας είναι, να μην ξεπέσει από το ύψος της η ψυχή με την επανάσταση των ηδονών.

Γιατί πώς θα μπορεί πλέον να κοιτάξει με ελεύθερο βλέμμα προς το συγγενικό της νοητό φως η ψυχή εκείνη που η σαρκική ηδονή την καθήλωσε κάτω; Γι’ αυτό είναι ανάγκη να ασκεί πρώτα απ’ όλα την εγκράτεια, η οποία είναι ασφαλής φύλακας της σωφροσύνης, και να μην επιτρέπει στον κυρίαρχο νου ν’ απασχολείται με λογισμούς ακάθαρτους.

Είναι λοιπόν αναγκαία η επιμέλεια του εσωτερικού ανθρώπου, ώστε να μη μετεωρίζεται ο νους και να είναι καθηλωμένος κατά κάποιο τρόπο στο σκοπό της δόξας του Θεού, για ν’ αποφύγομε την καταδίκη από τον Κύριο που είπε: «Αλοίμονό σας, γιατί μοιάζετε με τάφους ασβεστωμένους που εξωτερικά φαίνονται ωραίοι, εσωτερικά όμως είναι γεμάτοι οστά νεκρών και κάθε ακαθαρσία· έτσι κι εσείς, εξωτερικά φαίνεστε στους ανθρώπους δίκαιοι, εσωτερικά όμως είστε γεμάτοι υπόκριση και ανομία»(Ματθ. 23, 27-28).

Γι’ αυτό χρειάζεται αγώνας μεγάλος και σύμφωνος με τους νόμους του Θεού, και στην καρδιά και στο λόγο και στην πράξη, για να μη δεχτούμε μάταια τη χάρη του Θεού(Β΄ Κορ. 6, 1), αλλά όπως το κερί με το πλάσιμο παίρνει κάποια μορφή, έτσι κι εμείς με τη διδασκαλία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού να διαπλαστούμε κατά τον εσωτερικό άνθρωπο και να εκπληρώσομε έμπρακτα εκείνο που είπε ο Παύλος: «Να ξεντυθούμε τον παλαιό άνθρωπο μαζί με τις πράξεις του και να ντυθούμε τον νέο, που ανανεώνεται συνεχώς σύμφωνα με την εικόνα του Δημιουργού του ώστε να φτάσει σε επίγνωση»(Κολ. 3, 9-10).

Παλαιό άνθρωπο ονομάζει όλα μαζί τα επιμέρους αμαρτήματα και τους μολυσμούς. Και να διαπλάθομε τον εσωτερικό άνθρωπο σύμφωνα με τη νέα ζωή, όπως λέει(Ρωμ. 6, 4), μέχρι θανάτου, για να γίνομε άξιοι να πούμε στ’ αλήθεια: «Δε ζω πια εγώ, αλλά μέσα μου ζει ο Χριστός»(Γαλ. 2, 20).

Χρειάζεται λοιπόν μεγάλη επιμέλεια και άγρυπνη φροντίδα, μη τυχόν εργαστούμε τις εντολές αντίθετα με κάτι απ’ όσα είπαμε και όχι μόνο χάσομε ένα τέτοιο και τόσο μεγάλο μισθό, αλλά και υποπέσομε στις τόσο φοβερές απειλές. Όταν ο διάβολος επιχειρεί τις επιβουλές του και μάλιστα με μεγάλη σφοδρότητα ρίχνει σαν πυρακτωμένα βέλη(Εφ. 6, 16) τους δικούς του λογισμούς μέσα στην ψυχή που ησυχάζει και ηρεμεί και την πυρπολεί ξαφνικά και κάνει χρόνιες και δυσκολόσβηστες τις μνήμες που μια φορά έβαλε μέσα της, τότε με νήψη και προσοχή πιο τεταμένη πρέπει να ανατρέπομε τις επιβουλές αυτές όπως ένας αθλητής αποκρούει με ακριβέστατη προφύλαξη και ταχύτητα σώματος τις επιθέσεις των αντιπάλων. Και να αναθέτομε το παν στην προσευχή και την επίκληση της ουράνιας συμμαχίας για την κατάργηση του πολέμου και την αποτροπή των τοξευμάτων.

Αυτό μας δίδαξε και ο Παύλος λέγοντας: «Σε όλα να κρατάτε την ασπίδα της πίστεως κλπ.»(Εφ. 6, 16). Όταν λοιπόν η ψυχή χαλαρώσει λίγο τη συγκέντρωση και την ένταση της διάνοιας και δέχεται τυχαίες μνήμες τυχόντων πραγμάτων, τότε ο λογισμός παρασύρεται ως αγύμναστος και χωρίς γνώση προς τα πράγματα αυτά και, καθώς ασχολείται για πολύ με αυτά, μεταβαίνει από τη μία μακρά περιπλάνηση στην άλλη και συχνά καταλήγει σε αισχρούς και άτοπους λογισμούς. Αλλά αυτή την απροσεξία και διάσταση της ψυχής πρέπει να τη διορθώνει και να την αποκαθιστά με προσεκτικότερη και αυστηρότερη ένταση της διάνοιας και να την απασχολεί διαρκώς γύρω από τη μελέτη των καλών.

Γιατί ο προσεκτικός φιλόσοφος, έχοντας το σώμα ως μοναστήρι και ασφαλές κατάλυμα της ψυχής, είτε στην αγορά τύχει να βρίσκεται, είτε σε πανηγύρι, είτε σε βουνό, είτε σε χωράφι είτε μέσα σε μεγάλο πλήθος ανθρώπων, είναι εγκατεστημένος στο φυσικό του μοναστήρι, συνάγοντας μέσα του το νου και φιλοσοφώντας όσα πρέπουν σ’ αυτόν. Ο ράθυμος είναι δυνατό να κάθεται στο σπίτι και να περιπλανιούνται έξω οι λογισμοί του? αντίθετα, άλλος μπορεί, όντας στην αγορά και νήφοντας σαν στην ερημιά, να είναι στραμμένος πάντοτε στον εαυτό του μόνο και το Θεό και να μη δέχεται με τις αισθήσεις του τους θορύβους που προέρχονται από τα αισθητά και προσβάλλουν την ψυχή.

Εκείνος τώρα που προσέρχεται να κοινωνήσει το Σώμα και το Αίμα του Χριστού στην ανάμνηση Αυτού(Λουκ. 22, 19) που για χάρη μας πέθανε και αναστήθηκε, δεν πρέπει μόνο να μένει καθαρός από κάθε μολυσμό σαρκικό και πνευματικό(Β΄ Κορ. 7, 1), ώστε να μη φάγει και πιει την καταδίκη του(Α΄ Κορ. 11, 29)? πρέπει να δείχνει και στα πράγματα ότι έχει το φρόνημα Αυτού που πέθανε και αναστήθηκε για χάρη μας, με το να μη μένει μόνο καθαρός από κάθε αμαρτία, αλλά και να νεκρώνεται για την αμαρτία και τον κόσμο και τον εαυτό του και να ζει για το Θεό(Ρωμ. 6, 11).

Από τους πονηρούς λογισμούς, άλλοι δεν αγγίζουν διόλου την ψυχή αν περιφράξομε τον εαυτό μας με μεγάλη ασφάλεια, ενώ άλλοι γεννιούνται και φυτρώνουν μέσα μας όταν δείξομε ραθυμία? αν όμως προλάβομε, πνίγονται γρήγορα και καταχώνονται. Άλλοι πάλι και γεννιούνται και αυξάνονται και καταλήγουν σε πονηρές πράξεις και διαφθείρουν όλη την υγεία της ψυχής μας όταν μας καταλάβει μεγάλη ραθυμία. Το μακάριο λοιπόν είναι να μη δεχτούμε καθόλου πονηρό λογισμό. Το δεύτερο είναι, όταν εισχωρήσουν οι λογισμοί, να τους απωθήσομε γρήγορα και να μην τους επιτρέψομε να καθυστερήσουν περισσότερο, για να μη μας μολύνουν με την πονηρία τους.

Αν ραθυμήσομε και σ’ αυτό το στάδιο, υπάρχει ακόμη, με τη φιλανθρωπία του Θεού, θεραπεία και για τη ραθυμία αυτή και έχουν παρασκευαστεί για τα τραύματα του είδους αυτού πολλά φάρμακα από την άρρητη εκείνη Αγαθότητα. Σε παρακαλώ λοιπόν, όσο βρίσκεσαι στο σώμα σου, μην αφήσεις ελεύθερη την καρδιά σου. Γιατί όπως ο γεωργός δεν μπορεί να είναι απόλυτα βέβαιος για τον καρπό του χωραφιού του, αφού δε γνωρίζει τι μπορεί να συμβεί ώσπου να τον κλείσει στην αποθήκη του, έτσι και ο άνθρωπος δεν μπορεί να αφήσει ελεύθερη την καρδιά του όσο αναπνέει.

Και όπως ο άνθρωπος δε γνωρίζει τί πάθημα θα συναντήσει ως την τελευταία του αναπνοή, έτσι και ο μοναχός δεν είναι δυνατό να αφήσει ελεύθερη την καρδιά του όσο αναπνέει, αλλά πρέπει πάντοτε να φωνάζει προς το Θεό ζητώντας τη βασιλεία Του και το έλεός Του. Ο πονηρός λοιπόν, επειδή γνωρίζει καλά ότι πάρα πολλά μπορεί να κατορθώσει όποιος προσεύχεται απερίσπαστα στο Θεό, σπεύδει με οποιοδήποτε τρόπο, εύλογο ή παράλογο, να κάνει το νου να περισπάται. Εμείς όμως, επειδή αυτό το γνωρίζομε, ας αντιπαραταχθούμε στον εχθρό μας.

Και όταν σταθούμε για να προσευχηθούμε και γονατίσομε, να μην επιτρέψομε σε κανένα λογισμό να μπει στην καρδιά, ούτε άσπρο ούτε μαύρο, ούτε δεξιό ούτε αριστερό, ούτε γραμμένο ούτε άγραφο, εκτός από την ικεσία προς το Θεό και την έλλαμψη και ακτινοβολία που έρχεται από τον ουρανό στο νου, το ηγεμονικό μέρος της ψυχής. Χρειάζεται μεγάλος αγώνας και πολύς χρόνος στις προσευχές για να βρούμε την ολότελα απαλλαγμένη από ενοχλήσεις κατάσταση της διάνοιας, η οποία είναι ένας άλλος ουρανός μέσα στην καρδιά μας, όπου κατοικεί ο Χριστός, όπως λέει ο Απόστολος: «Ή δε γνωρίζετε ότι ο Χριστός κατοικεί μέσα σας;»(Β΄ Κορ. 13, 5).

Όποιος θέλει να δει την κατάσταση του νου του, ας φυλάξει τον εαυτό του από όλα τα νοήματα, και τότε θα δει ο νους τον εαυτό του όμοιο με το ουράνιο χρώμα του σαπφείρου. Ο νους δε θα δει μέσα του τον τόπο του Θεού, αν δεν υψωθεί πιο πάνω από όλα τα νοήματα των πραγμάτων. Και δε θα υψωθεί πιο πάνω από αυτά, αν δεν αποβάλει τα πάθη που τον δένουν μέσω των νοημάτων με τα αισθητά πράγματα. Τα πάθη θα τα αποβάλει βέβαια με τις αρετές? τους ψιλούς λογισμούς με την πνευματική θεωρία? τη θεωρία τέλος, όταν του φανερωθεί το φως.

 

Άγιος Κάλλιστος Τηλικούδης