Έγραφε ο Άγιος Παΐσιος για το πως γιόρταζε τα Χριστούγεννα ο γέροντας Τύχων ο αγιορείτης.
«Κάθε Χριστούγεννα ο Γέροντας θα οικονομούσε μια ρέγκα, για να πέραση όλες τις χαρμόσυνες ήμερες του Δωδεκαημέρου με κατάλυση ιχθύος.
Την δε ραχοκοκκαλιά της ρέγκας δεν την πετούσε, αλλά την κρεμούσε με μια κλωστή και, όποτε ήταν καμιά Δεσποτική ή Θεομητορική εορτή και είχε κατάλυση ιχθύος, έβραζε λίγο νερό σ’ ένα κονσερβοκούτι, βουτούσε την ραχοκοκκαλιά δυό-τρεις φορές στο νερό, για να πάρη λίγη μυρωδιά, και μετά έριχνε λίγο ρύζι.
Έτσι έκανε κατάλυση και κατηγορούσε και τον εαυτό του ότι τρώει και ψαρόσουπες στην έρημο!
Την ραχοκοκκαλιά αυτή την κρεμούσε πάλι στο καρφί και για άλλη κατάλυση, μέχρι πού άσπριζε πια καί τότε την πετούσε».
O Παπα – Τυχών γεννήθηκε στη Ρωσία, στη Νόβια Μιχαλόσκα το 1884. Οι γονείς του, ο Παύλος και η Ελένη, ήταν ευλαβείς άνθρωποι, και επόμενο ήταν και ο καρπός τους, ο Τιμόθεος κατά κόσμον, να έχει κληρονομική την ευλάβεια και την αγάπη προς τον Θεό και να θέλει να αφιερωθεί στον Θεό από μικρό παιδί. Έβλεπαν οι γονείς τον μεγάλο θείο ζήλο του παιδιού τους, αλλά δίσταζαν να του δώσουν την ευχή τους να πάει σε Μοναστήρι, επειδή το έβλεπαν με ζωηρή φύση.
Ἐκοιμήθη στίς 10 Σεπτεμβρίου τοῦ 1968 ἀφοῦ προηγουμένως εἶδε σέ ὅραμα τήν Παναγία μαζί μέ τόν ἅγιο Σέργιο καί τόν ἅγιο Σεραφείμ, πού τοῦ προεῖπαν ὅτι θά περάσει ἡ ἑορτή τοῦ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου καί θά τόν πάρουν.
Κοντά του ἦταν ὁ ὑποτακτικός του γέροντας Παΐσιος πού τόν γηροκόμησε, τίς τελευταῖες ἡμέρες, τόν ἔθαψε καί τόν διαδέχθηκε στό Καλύβι. Ὁ ἴδιος ἔγραψε τόν βίον τοῦ παπα–Τύχωνα μετά ἀπό θαυμαστή ἐμφάνισή του στό βιβλίο Ἁγιορεῖται Πατέρες.
Τό τίμιο λείψανό του μέχρι σήμερα παραμένει θαμμένο ἀναμένοντας τήν κοινήν Ἀνάστασιν.
Τήν εὐχή του νά ἔχουμε. Ἀμήν.
Μοναχού Παϊσίου Άγιορείτου, Άγιορεϊται Πατέρες και Αγιορείτικα, έκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου Ευαγγελιστής Ιωάννης o Θεολόγος, Σουρωτή Θεσσαλονίκης, σ. 22.